Μεταστροφές από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία - Greek Flowers of Orthodoxy 20

 https://theflowersoforthodoxy.blogspot.com

The Flowers of Orthodoxy

Ορθοδοξία










Μεταστροφές από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία


Greek Flowers of Orthodoxy 20


ORTHODOX CHRISTIANITY – MULTILINGUAL ORTHODOXY – EASTERN ORTHODOX CHURCH – ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ – ​SIMBAHANG ORTODOKSO NG SILANGAN – 东正教在中国 – ORTODOXIA – 日本正教会 – ORTODOSSIA – อีสเทิร์นออร์ทอดอกซ์ – ORTHODOXIE – 동방 정교회 – PRAWOSŁAWIE – ORTHODOXE KERK -​​ නැගෙනහිර ඕර්තඩොක්ස් සභාව​ – ​СРЦЕ ПРАВОСЛАВНО – BISERICA ORTODOXĂ –​ ​GEREJA ORTODOKS – ORTODOKSI – ПРАВОСЛАВИЕ – ORTODOKSE KIRKE – CHÍNH THỐNG GIÁO ĐÔNG PHƯƠNG​ – ​EAGLAIS CHEARTCHREIDMHEACH​ – ​ ՈՒՂՂԱՓԱՌ ԵԿԵՂԵՑԻՆ​​ / Abel-Tasos Gkiouzelis - https://theflowersoforthodoxy.blogspot.com - Email: gkiouz.abel@gmail.com - Feel free to email me...!

♫•(¯`v´¯) ¸.•*¨*
◦.(¯`:☼:´¯)
..✿.(.^.)•.¸¸.•`•.¸¸✿
✩¸ ¸.•¨ 


https://greekflowersoforthodoxy1.blogspot.com
 - Ορθόδοξες ανθοδέσμες
https://greekflowersoforthodoxy2.blogspot.com - Θεία Εξομολόγηση
https://greekflowersoforthodoxy3.blogspot.com - Μεταστροφές στην Ορθόδοξη Πίστη και ζωή
https://greekflowersoforthodoxy4.blogspot.com - Μεταστροφές στην Ορθόδοξη Πίστη και ζωή
https://greekflowersoforthodoxy5.blogspot.com - Μεταστροφές από τον Ρωμαιοκαθολικισμό στην Ορθοδοξία
https://greekflowersoforthodoxy7.blogspot.com - Ιρλανδικές & Βρεταννικές Κελτικές Προσευχές 
https://greekflowersoforthodoxy8.blogspot.com - Ποιήματα haiku & άλλα...
https://greekflowersoforthodoxy9.blogspot.com - Η Ορθοδοξία μέσα από την Αγία Γραφή
https://greekflowersoforthodoxy11.blogspot.com - Μεταστροφές από τον Ιουδαϊσμό στην Ορθοδοξία
https://greekflowersoforthodoxy12.blogspot.com - Η σκοτεινή πλευρά της Νέας Εποχής (Yoga κλπ.)
https://greekflowersoforthodoxy13.blogspot.com - Η σκοτεινή πλευρά της Νέας Εποχής (Yoga κλπ.)
https://greekflowersoforthodoxy14.blogspot.com - Ποιήματα haiku & άλλα...
https://greekflowersoforthodoxy15.blogspot.com - Ποιήματα haiku & άλλα...
https://greekflowersoforthodoxy16.blogspot.com - Ορθόδοξη Ιρλανδία
https://greekflowersoforthodoxy17.blogspot.com - Ορθόδοξες ανθοδέσμες
https://greekflowersoforthodoxy18.blogspot.com - Ορθόδοξες ανθοδέσμες
https://greekflowersoforthodoxy19.blogspot.com - Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς
https://greekflowersoforthodoxy20.blogspot.com - Μεταστροφές από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία
https://greekflowersoforthodoxy21.blogspot.com - Μεταστροφές από τον Προτεσταντισμό στην Ορθοδοξία
https://greekflowersoforthodoxy22.blogspot.com - Μεταστροφές από την ειδωλολατρεία (Ινδουϊσμό, κλπ.) στην Ορθοδοξία
https://greekflowersoforthodoxy23.blogspot.com - Ποιήματα haiku & άλλα...
https://greekflowersoforthodoxy24.blogspot.com - Συναξαριστής Κελτών Αγίων και Πάντων των Αγίων


<>


<<<



«Ὁ Pyotr Mamonov (1951-2021) ὑπῆρξε ἕνας διάσημος Ρῶσος ἠθοποιός. Ταυτόχρονα, ἦταν εἰκόνα τοῦ ρωσικοῦ rock μέσα ἀπ᾽ τήν πορεία: ἀλκοόλ, ναρκωτικά, ἀκολασία. Γι᾽ αὐτό, τούς συγκλόνισε ὄλους ἡ στροφή του στήν Ὀρθόδοξη Πίστι. Μάλιστα ἐπρόκειτο γιά βαθειά ἀλλαγή μέ δυναμική μετάνοια, πού τήν συναντοῦμε στούς Ἁγίους!
Ἰδού μερικά ἀποσπάσματα ἀπ᾽ τά καταγγραμμένα κείμενά του, μετά τήν μεταστροφή του.
“Ὁ Κύριος γιά μένα εἶναι μιά συνεχής χωρά τῆς παρουσίας Του. Θέλω νά ζῶ ἔτσι. Νιώθω ἔτσι πολύ καλά, σταθερά, γερά, δυνατά... Καί ὅταν εἶμαι ἐν ἀμαρτίᾳ, ἀμέσως νιώθω πώς εἶμαι μόνος καί πώς αὐτή ἡ μέρα πέρασε λαθραία. Εἶναι πολύ ἁπλό: μέ τό Θεό ἡ ζωή, χωρίς τό Θεό ὁ θάνατος”.
“Ὁ δρόμος τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἴδιος: ὅλοι θά φύγουμε ἀπ᾽ τή ζωή. Χτές ἐγώ, ὁ εἰκοσάχρονος, ἔτρεχα στήν ὁδό Gorky, καί νά, αὔριο εἶναι νά πεθάνω. Χωρίς ἀλληγορίες. Φοβᾶμαι; Φοβᾶμαι. Ἀφοῦ εἶναι κάτι πρωτόγνωρο. Ἀλλά καί ἐνδιαφέρον! Ἐκεῖ εἶναι ὁ Κύριος, ἡ Αἰωνιότητα. Δέν εἶμαι ἕτοιμος. 
—Μόνο νά προλάβω! Μόνο νά προλάβω νά ἑτοιμαστῶ! —ἀναφωνοῦσε περιμένοντας τήν Κρίσι”.
“Δέν πρέπει νά ξεγελιόμαστε ὅτι μετά τό θάνατο, ἀπό μᾶς θά μείνη μόνο τό χῶμα. Ὅλοι οἱ μεγάλοι ἐπιστήμονες εἶναι πιστοί. Ὅλοι οἱ γνωστοί μου γιατροί πού ἔχουν νά κάνουν μέ τή ζωή καί τό θάνατο πιστεύουν. Ἔχουν ὑπάρξει χιλιάδες μαρτυρίες μέ κλινικά νεκρούς πού ἀποδεικνύουν ὅτι δέν ὑπάρχει τέλος. Ὁ Einstein δέν εἶχε ἀμφιβολίες σχετικά μέ τήν ὕπαρξι τοῦ Θεοῦ, τό ἴδιο καί ὁ Pushkin καί ὁ Lomonosov καί ὁ Mendeleev. Ἀλλά κάποια Ἑλενίτσα δεκαεφτά ἐτῶν δηλώνει: ‘Ἀμφιβάλλω ἄν ὑπάρχη ὁ Θεός σας... ̓.
Διάβαζε πρῶτα, μελέτα τό ζήτημα, καί τότε νά μιλᾶς. Ἀλλιῶς, εἶναι ὅπως στό μετρό, ὄπου μπαίνεις καί βλέπεις τό διάγραμμα τῆς διαδρομῆς: ἕνα κύκλο μέ κάποιες πολύχρωμες τελεῖες. Κουνᾶς ἀπορριπτικά τό χέρι καί λές: ‘Τίποτε, βλακεῖες! Θά πάω μόνος μου ̓. Ἔτσι, ὅμως, θά κυκλοφορῆς ὅλη σου τή ζωή πάνω σέ μιά γραμμή”.
“Ἡ ἁμαρτία, ἀκόμα καί μικρή, ἀφήνει στήν ψυχή ἀγιάτρευτη πληγή. Σάν νά φαίνεται ὅτι ὅλα εἶναι καλά: δέν πίνεις, δέν καπνίζεις, ἀλλά οὔτως ἤ ἄλλως, σηκώνεσαι τό πρωΐ καί ἔχεις θλίψι. Γιά ποιό πράγμα; Ἀφοῦ δέν ὑπάρχει κομμάτι τοῦ ἑαυτοῦ σου πού νά μήν ἔχει πληγές. Τίποτε δέν ἄφησες γιά τόν ἑαυτό σου. Μέ τί νά ζῆς; Μέ τί νά ἀγαπᾶς; Μόνο οὐλές. Καί νιώθεις πολύ φόβο καί κάπως σάν ἀπορία: μέ τά δικά μου χέρια τά ἔκανα ὅλα;”.
“Ὅταν θά πεθαίνω, δέν χρειάζονται οὔτε δρύινα φέρετρα οὔτε λουλούδια. Νά προσεύχεστε, παιδιά, γιά μένα, πέρασα διάφορα στή ζωή μου!”»(ΛΝ, 2).


<>






«Μιά παρέα γλεντζέδων, βαθειά ξημερώματα, γύριζε ἀπό τό τρικούβερτο ὁλονύκτιο γλέντι. Στό δρόμο συναντοῦν ἕναν ἱερέα πού ἐκείνη τήν ὥρα ἔμπαινε στόν περίβολο τοῦ ναοῦ. Ἕνας ἀπ᾽ αὐτούς, ἴσως ὁ πιό νηφάλιος ἀπ᾽ ὅλους, θέλησε νά πειράξη τόν ἱερέα:
—Αἴ!, παππούλη, πολύ πρωΐ ξύπνησες. Τί πᾶς νά κάνης στό ναό; Ἄδικα παιδεύεσαι. Θεός δέν ὑπάρχει, μά οὔτε καί παράδεισος.
Ὁ ἱερέας ἐνοχλημένος προφανῶς ἀπό τά πειρακτικά λόγια τοῦ νεαροῦ, ἀπάντησε μέ πολλή πικρία.
—Κι ἄν ὑπάρχη, φίλε μου, τότε ἐσύ τί θά κάνης;
Ἡ παρέα ἀπομακρύνθηκε. Ὁ αὐθάδης νεαρός ὅλη τήν ἡμέρα κοιμᾶται. Μέσα στό βαθύ του ὕπνο ἀκούει τήν πικραμένη φωνή τοῦ ἱερέα: “Κι ἄν ὑπάρχη, τότε ἐσύ τί θά κάνης;”.
Ξυπνᾶ ταραγμένος. Καί ἡ φωνή συνεχίζει νά δονῆ τήν ἀκοή του. Αὐτό στάθηκε τό ξυπνητήρι.
“Κι ἄν ὑπάρχη;...”. Ἡ σκέψι ὅτι ὑπάρχει τόν συγκλόνισε. Ἕνας καινούργιος κόσμος ξύπνησε μέσα ἀπ᾽ τά σάβανά του.
Τήν ἴδια μέρα, ἀργά τό βράδυ, ὁ νεαρός ἀληθινά μετανοιωμένος, ἔσερνε τά βήματά του στόν ἴδιο ναό, μπροστά στόν ἴδιο ἱερέα ἄφηνε τή λίθινη καρδιά νά ἀποβάλη ὅλο τό φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν της»(ΟΘ, 68).


<>





Γέροντας Ἐφραίμ Σκήτης Ἁγ. Ἀνδρέα, Ἅγ. Ὄρος: «Κάποιος ἄπιστος συναντήθηκε κάποτε μέ ἔναν πάμφτωχο ἐρημίτη καλόγερο.
Καί τοῦ λέει ὁ ἄπιστος:
—Θαυμάζω Γέροντα τή μεγάλη ἄσκησι καί θυσία πού κάνεις! Θυσιάζεις ὅλη σου τή ζωή στό Θεό, πού εἶναι ἀμφίβολο ἄν ὑπάρχη ἤ δέν ὑπάρχει...
Ὁ ἀσκητής μειδίασε καί τοῦ εἶπε:
—Καί ἐγώ παιδάκι μου θαυμάζω τή δική σου ἄσκησι καί θυσία, πού εἶναι πολύ μεγαλύτερη ἀπό τή δική μου!...
—Εἶναι δυνατόν;, εἶπε μέ ἀπορία ἄπιστος. Ποιά θυσία κάνω ἐγώ, πού εἶναι μεγαλύτερη ἀπ᾽ τήν δική σου;
—Ἐγώ παιδάκι μου θυσιάζω τήν πρόσκαιρη ζωή, γιά νά κερδίσω τήν ἀιώνια. Ἐνῶ ἐσύ θυσιάζεις τήν ἀιώνια ζωή, γιά νά χαρῆς τήν πρόσκαιρη. Ποιος λοιπόν ἀπό τούς δυό μας, κάνει μεγαλύτερη θυσία;
Ὁ ἄπιστος προβληματίστηκε. Σκέφτηκε: Καί ἄν πράγματι μία τοῖς χιλίοις, ὑπάρχει ἄλλη ζωή, τί θά ἀπογίνω; Αὐτό ἔγινε αἰτία νά ἔρθη “εἰς ἑαυτόν” καί σιγά-σιγά μέ τή διακριτική καθοδήγησι τοῦ ἀσκητῆ, ἄλλαξε τρόπο ζωῆς καί μετανόησε»(Ἠλίας Καλλιώρας, facebook.com).

<>




«Υπάρχω, ψάξε να Με βρεις!» - Η μεταστροφή του Ολλανδού μοναχού και ερημίτη Jozef van den Berg (+2023) πρώην ηθοποιού από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία
 

Ο Jozef (Joseph) Van den Berg ήταν Ολλανδός πρώην μίμος και σπουδαίος διάσημος ηθοποιός του θεάτρου. Γεννήθηκε στις 22 Αυγούστου του 1949 στο Beers της Ολλανδίας και δεν είχε καθόλου σχέση με τον Θεό, ήταν άθεος. Ήταν παντρεμένος και έχει 4 παιδιά. Όλα άλλαξαν μια μέρα, σε μια παράσταση που έπαιζε το ρόλο του άθεου και έλεγε: «Δεν υπάρχει Θεός, δεν υπάρχει Θεός». Ακούει τότε μια φωνή μέσα του να του λέει: «Υπάρχω, ψάξε να Με βρεις!». Από αυτή την στιγμή κάτι είχε αλλάξει μέσα του. Πραγματικά έψαξε και Τον βρήκε!
Συγκεκριμένα, είχε μια πολύ καλή φίλη και τον ενημέρωσε ότι γνώριζε τον Άγιο Πορφύριο και ότι θα πήγαινε στην Ελλάδα και αν ήθελε να του έγραφε ένα γράμμα για να του το έδινε.
 
Όταν η φίλη του έφτασε στην Ελλάδα και πήγε στον Άγιο Πορφύριο και μόλις του μίλησε για τον Ιωσήφ, έλαμψε από την χαρά του και της είπε ότι πρέπει να τον δει. Πράγματι έτσι και έγινε, ο Ιωσήφ πήγε και τον βρήκε στην Ελλάδα. Ο Άγιος Πορφύριος μίλησε στον Ιωσήφ για την Ορθοδοξία. Επίσης στην Ελλάδα γνώρισε και τον Άγιο Παΐσιο στο Αγ. Όρος. Συναντήθηκε επίσης με τον Άγιο Σωφρόνιο Σαχάρωφ στο Έσσεξ της Αγγλίας. Με θαυμαστό τρόπο κάτι άλλαξε μέσα του και αποφάσισε να παρατήσει τα πάντα, χρήμα, δόξα, οικογένεια, φίλους, δημοσιότητα για να γίνει Ορθόδοξος Χριστιανός και να ασκητέψει ως ερημίτης σε μια καλύβα στο δάσος Neerjinen της Ολλανδίας.
 
Τα μοναδικά πράγματα που πήρε μαζί του όταν ξεκίνησε για να βρει τον Θεό, ήταν ένα ποδήλατο και ένα μπαούλο με λίγα ρούχα. Βαπτίστηκε και έγινε Ορθόδοξος Χριστιανός. Το καλυβάκι του επισκέπτονταν καθημερινά πολύς κόσμος, επίσης τον επισκέπτονταν Ιερείς και Αρχιερείς από παντού. Ήρθε πρόσφατα για λόγους υγείας στην Ελλάδα όπου και νοσηλευόταν και εκοιμήθη σε ηλικία 74 ετών τον Οκτώβριο του 2023 σε ένα μοναστήρι στο Σοχό, κοντά στη Θεσσαλονίκη. Είχε καρκίνο και δεν μπορούσε να περπατήσει, ήταν δηλαδή καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι.
 
«Χωρίς Αυτόν (τον Χριστό) είμαστε απελπιστικά χαμένοι»
Αιώνια η μνήμη του! Να έχουμε την ευχή του.


ANT.

<>








Το περιστατικό που περιγράφω και συμφωνεί και ο σύζυγος μου, ήταν η απαρχή για να ανοίξουμε τις καρδιές μας και να πιστέψουμε πραγματικά στον Θεό, γιατί μέχρι τότε, μόνο αρνητική κριτικήασκούσαμε στους λειτουργούς του Θεού.

Ο δε σύζυγος μου υπεράσπιζε ακόμα και την άποψη ότι Θεός δεν υπάρχει.

Ήταν ένα γεγονός που μας επιβεβαίωσε πόσο άδικο είχαμε, πόσο λάθος κάναμε και μας άνοιξε τα μάτια ώστε να μπορέσουμε να δούμε τον αληθινό δρόμο, τον δρόμο του Θεού.
«Ο γιός μας ο Σωτήρης γεννήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1994. Είχα αποφασίσει όταν το παιδί μου συμπληρώσει σαράντα μέρες ζωής να το πάω σε εκκλησία για να πάρει την ευχή, όπως συνηθίζεται, μετά και από τις παραινέσεις των άμεσα συγγενών μας.

Δεν το πήγα την ημέρα που σαράντισε, αλλά την επομένη ημέρα που ήταν Κυριακή στις 30 Οκτωβρίου 1994. Όμως, σαν αμελείς και αφελείς άνθρωποι που είμαστε, την ημέρα εκείνη ναι μεν ξύπνησα στις 7:00 η ώρα το πρωί για να το ταΐσω, αλλά μετά ξάπλωσα ξανά και μας πήρε ο ύπνος.

Έτσι, σηκωθήκαμε αργότερα με τον σύζυγο μου και ετοιμαστήκαμε με την άνεση μας να πάμε στην εκκλησία.

Όταν πήγαμε στην πρώτη εκκλησία, η Θεία Λειτουργία είχε τελειώσει και δεν υπήρχε κανένας Ιερέας να δώσει την ευχή στο παιδί. Φύγαμε και πήγαμε σε άλλη εκκλησία. Επισκεφτήκαμε τις εκκλησίες που γνωρίζαμε στους Δήμους, Περιστερίου, Χαϊδαρίου και Αιγάλεω, Άλλες εκκλησίες ήταν κλειστές και άλλες που «ήταν ανοικτές, είχαν φύγει οι Ιερείς. Εγώ όμως επέμενα και έλεγα στον άντρα μου ότι «Σήμερα, Κυριακή θα πρέπει να πάρει την ευχή».
Καταλήξαμε περίπου στις δυο (2:00) η ώρα το μεσημέρι έξω από τον Ιερό ναό του Άγιου Σπυρίδωνα στο Αιγάλεω. Ο σύζυγος μου έλεγε να παρατήσουμε την προσπάθεια και να πάμε την άλλη ημέρα να πάρουμε ευχή, όμως εγώ επέμενα. Είδα την πόρτα της εκκλησίας μισάνοικτη και του είπα ότι «αυτή θα ήταν η τελευταία μας προσπάθεια».

Έτσι μπήκαμε μέσα στον Ιερό Ναό, εγώ με το παιδί μου στην αγκαλιά και ο άντρας μου.

Ο πολυέλαιος μπροστά από την ωραία πύλη του Ιερού ήταν ηλεκτροφωτισμένος. Ένας Ιερέας καθόταν στα πίσω στασίδια των γυναικών (σήμερα τα στασίδια έχουν αντικατασταθεί με καρέκλες). Ήταν μεγάλος σε ηλικία και επειδή δεν ήθελα να τον ενοχλήσω και να τον κουράσω, πήγα στο γραφείο των Ιερέων που ευρίσκετε εντός της εκκλησίας, σε διαμορφωμένο χώρο, για να βρω κάποιον άλλο Ιερέα να δώσει την ευχή. Στα γραφεία δεν υπήρχε κανένας. Κοίταξα σε όλη την εκκλησία και δεν υπήρχε άλλος άνθρωπος, ούτε η νεοκόρος.

Τότε, ο μοναδικός ηλικιωμένος Ιερέας όπως καθόταν γύρισε το κεφάλι του προς το μέρος μας και μας ρώτησε: «Τι θέλετε;». «Πατέρα», του είπα, «θέλω να σαραντίσω το παιδί μου, αλλά αργήσαμε σήμερα». «Εγώ θα το κάνω», είπε και σηκώθηκε όρθιος.

Τότε είδαμε έναν άνθρωπο ψηλό, ηλικιωμένο, με κάτασπρα γένια και μαλλιά, φορώντας άσπρα ράσα. Ερχόταν αργά προς εμάς, όχι επειδή ήταν ηλικιωμένος, αλλά επειδή ήταν πολύ γαλήνιος, Πήρε το παιδί στα χέρια του και αυτό χάθηκε μέσα στην αγκαλιά του. Είπε τις ευχές απ” έξω, χωρίς να διαβάσει τίποτα και το πήγε να το περάσει από το Ιερό του ναού. Μπήκε από την κεντρική Ιερά πύλη του Ιερού και βγήκε από την πλαϊνή αριστερή πόρτα. Ήρθε προς το μέρος μας, μου έδωσε το παιδί και είπε τρεις ευχές, όχι όμως «να σας ζήσει», αλλά πολύ συγκεκριμένες ευχές που αφορούσαν το μέλλον του παιδιού, τις οποίες όμως επειδή δεν είχαμε δείξει την απαραίτητη προσοχή, δεν θυμόμαστε μέχρι σήμερα, ούτε εγώ, ούτε ο άντρας μου. Πήραμε το παιδί πανευτυχείς που μπορέσαμε να το σαραντίσουμε και αδαείς καθώς ήμασταν φύγαμε.

Μετά από αρκετό καιρό, ήρθε στο μαγαζί που έχουμε στο Αιγάλεω και εργαζόμαστε σ” αυτό, ένας επίτροπος του συγκεκριμένου Ιερού ναού. Πιάσαμε την συζήτηση και του είπαμε ότι «έχετε έναν πολύ καλό Ιερέα στον ναό σας» και αρχίσαμε να περιγράφουμε τον Ιερέα που νομίσαμε ότι είχαμε δει.

«Δεν έχουμε κάποιον Ιερέα που να είναι έτσι», μας απάντησε. Μετά μας ρώτησε «Μήπως εννοείτε τον πατέρα …;» (δεν θυμόμαστε το όνομα του).

«Όχι», απαντήσαμε. «Τον πατέρα … τον γνωρίζουμε. Δεν ήταν αυτός». Όταν δε του είπαμε ότι φορούσε λευκά ράσα, δάκρυσε λέγοντας μας ότι ένας παπάς απλός δεν φοράει λευκά ράσα παρά μόνο σε κάποιες ιδιαίτερες περιστάσεις. Επίσης μας είπε ότι η εκκλησία αυτή την ώρα της ημέρας είναι κλειστή, γιατί όλοι ξεκουράζονται από την πρωινή Θεία Λειτουργία και πηγαίνουν στην εκκλησία αργότερα το απόγευμα.

«Μόνο ο Χριστός και οι Άγιοι έχουν δικαίωμα να φορούν λευκά ράσα, γι” αυτό να προσεύχεστε και να ευχαριστείτε τον Θεό», ήταν τα λόγια του και έφυγε. Τότε σκεφτήκαμε ότι άμεσα μία από τις επόμενες ημέρες θα πρέπει να επισκεφτούμε τους Ιερείς της εκκλησίας και να δούμε ποιος πραγματικά Ιερέας ήταν. Πριν προλάβουμε να πάμε, ήρθε στο μαγαζί μας, μια γυναίκα, η οποία δεν είχε έρθει ποτέ, ούτε και ξαναήρθε από τότε. Μίλαγε συνέχεια, δεν μπορούσε κανείς να την σταματήσει. (Σημειωτέον εντός του μαγαζιού υπήρχαν και άλλοι πελάτες).

Παρατήρησε μια μικρή εικονίτσα του αγίου Εφραίμ, που μας είχαν δώσει και την είχαμε αναρτήσει σε εμφανές σημείο και μας είπε «Α!, ξέρετε και τον άγιο Εφραίμ; Πάρτε μια εικονίτσα» μας είπε». Και πριν προλάβω να πω οτιδήποτε, έπιασε το χέρι μου και έβαλε στην παλάμη μου μια μικρή εικόνα. Την κοίταξα. Ήταν η εικόνα του Αγίου Σπυρίδωνα.

Περίμενα να φύγει η άγνωστη γυναίκα και οι υπόλοιποι πελάτες και ρώτησα τον άντρα μου:

«Θυμάσαι τον Πατέρα που μας σαράντισε τον Σωτήρη μας;».

«Ναι», μου απάντησε.

«Θυμάσαι πώς ήταν ακριβώς;».

«Ναι», μου απάντησε ξανά. «Για κοίτα αυτή την εικόνα», του είπα δείχνοντας του την εικόνα του Αγίου.

«Ναι», μου είπε ενθουσιασμένος, «αυτός είναι».

Πήγαμε λοιπόν στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, είδαμε πάλι τον Άγιο Σπυρίδωνα σε μεγάλη εικόνα. Ήταν ο ίδιος ο άγιος που είχαμε συναντήσει. Το αναφέραμε στους Ιερείς το θαυμαστό αυτό γεγονός. Το έμαθαν και οι υπεύθυνοι της Ιεράς Μητρόπολης Νικαίας, όπου ανήκει η εκκλησία.

Κάποια Κυριακή, στον συγκεκριμένο ναό, κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, ένας Ιερέας στο κήρυγμα του περιέγραψε το θαυμαστό περιστατικό της εμφάνισης του Αγίου Σπυρίδωνα, μη αναφέροντας βέβαια ονόματα, λέγοντας στους πιστούς ότι και στις μέρες μας γίνονται θαύματα, αρκεί να ανοίξουμε τα μάτια μας και την ψυχή μας. Και πραγματικά, έχει απόλυτο δίκιο.

Αν ανοίξουμε την καρδιά μας και ζητήσουμε πραγματικά από τον Θεό να έρθει στην ζωή μας, τότε αυτός θα μας βοηθήσει σε κάθε βήμα μας, σε κάθε στιγμή της ζωής μας. Μέχρι σήμερα που γράφω αυτές τις γραμμές ο γιός μας έχει συμπληρώσει τα δεκατέσσερα έτη, έχει μεγαλώσει πάρα πολύ όμορφα, ήρεμα προσφέροντας μας πάντα ευτυχία και χαρά που τον έχουμε κοντά μας. Ο Θεός να του δίνει πάντα φώτιση!»

Εγώ και ο σύζυγος μου θέλαμε να καταθέσουμε την δική μας μαρτυρία που αφορά ένα από τα θαύματα που γίνονται ακόμα και στις μέρες μας! Η συγκεκριμένη Εκκλησία, εορτάζει την μνήμη του Αγίου Σπυρίδωνα στις 12 Δεκεμβρίου

Αιγάλεω 10 Απριλίου 2009
Η μητέρα: Αρχοντούλα Φ.
Ο πατέρας: Γρηγόριος Φ.





<>










Ὅταν ἤμουν 20 χρόνων ἀγαπητέ μου καθηγητή, ἤμουν ἀναρχικός...
Εἶχα μακριά μαλλιά, εἶχα σκουλαρίκια, εἶχα τυραννήσει
πνευματικούς ἀνθρώπους, τους δασκάλους μου...
Μέ ἔστειλαν σ’ ἕνα χριστιανικό οἰκοτροφεῖο και τό ἔκανα ἄνω-κάτω..!!!
Μία μέρα, μέ τήν προτροπή ἑνός θείου μου, ἀποφάσισα νά ἐπισκεφθῶ τόν πατέρα Πορφύριο...
Νόμιζα ὅτι θά συναντοῦσα ἕνα ἀφελές γεροντάκι, ἀλλά γρήγορα διαψεύστηκα...!!!
Μόλις μέ εἶδε ὁ Γέροντάς μου εἶπε:
«Μωρέ ἐσύ θέλεις νά πιστέψεις, ἀλλά δέν σέ ἀφήνει τό πολύ σου, τό δυνατό σου μυαλό...!!!
Ἀλλά ποῦ θά πᾶς; Σέ ἀγαπάει, σέ περιμένει ὁ Χριστός καί θά σέ κερδίσει μία μέρα...!!!
Μωρέ, ἔλα αὔριο νά τά ποῦμε!»
Πῆγα ἐγώ τήν ἄλλη μέρα νά τά ποῦμε…!
Ὁ Γέροντας, μόλις μέ εἶδε, μοῦ εἶπε:
«Μωρέ, σού ἀρέσουν τά ποιήματα; Γιατί, κι ἐγώ εἶμαι…ποιητής!
Πᾶμε στό δάσος νά σού ἀπαγγείλω;»
Μέ πῆρε ἀπό τό χέρι κι ἄρχισε νά μοῦ λέει ποιήματα…!
Ἐγώ, καθώς ἄκουγα ἀναλύθηκα σέ δάκρυα καί ἔκλαιγα. Γιατί…;
Διότι, αὐτά τά ποιήματα, πού ἀπάγγελνε ὁ Γέροντας, ἤσαν τά δικά μου ποιήματα...!!!
Αὐτά, πού εἶχα γράψει καί τά εἶχα κρυμμένα σ’ ἕνα τετράδιο, πιστεύοντας ὅτι κάποια μέρα θά τά δημοσίευα...
Εἶχα συγκλονισθεῖ!»
Ὁ νέος ἐκεῖνος ἔγινε καθηγητής σέ δύο πανεπιστήμια καί ἱερέας....!!!
Ονομάζεται π. Νικόλαος Λουδοβίκος.

https://www.facebook.com/constantinost

<>






«Κατά τή διάρκεια τῶν ἄνω τῶν 35 ἐτῶν ἀπ᾽ τήν ἡμερομηνία τοῦ ἀτυχήματος τοῦ Chernobyl, τό ἐπίπεδο ἀκτινοβολίας στήν περιοχή τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἁγ. Προφήτη Ἠλία, τή μόνη ἐκκλησία πού λειτουργεῖ στή ζώνη ἀποκλεισμοῦ, ἦταν ἀρκετά κάτω ἀπ᾽ τό ἐπίπεδο ὀλόκληρης τῆς περιοχῆς, δηλώνουν ἐκκαθαριστές τοῦ δυστυχήματος τοῦ Chernobyl.
“Ἀκόμα καί στίς πιό δύσκολες ἡμέρες τοῦ 1986, ἡ γύρω περιοχή τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἁγ. Προφήτη Ἠλία ἦταν καθαρή (ἀπ᾽ τήν ἀκτινοβολία - IF), χωρίς νά χρειάζεται νά ἀναφέρω ὅτι ἡ ἴδια ἡ ἐκκλησία ἦταν ἐπίσης καθαρή”, εἶπε ὁ πρόεδρος τῆς οὐκρανικῆς ἑνώσεως Chernobyl, Yury Andreyev τό 2011 σέ μιά τηλε-συνδιάσκεψι Κιέβου-Μόσχας.
Τώρα ἡ περιοχή δίπλα στήν ἐκκλησία βρίσκεται στό βασικό ἐπίπεδο τῶν 6 microroentgen ἀνά ώρα (microroentgen/h) συγκριτικά μέ τά 18 στό Κίεβο.
Ὁ Andreyev εἶπε ἐπίσης ὅτι πολλοί ἐκκαθαριστές τῆς καταστροφῆς ἦταν ἄθεοι.
“Ἀρχίσαμε νά πιστεύουμε ἀργότερα, μετά πού παρατηρήθηκαν τέτοιου εἴδους ἐξελίξεις, οἱ ὀποῖες μποροῦν νά ἐξηγηθοῦν μόνο σάν θέλημα Θεοῦ”, λέει.
Εἰδικότερα, σύμφωνα μέ τόν ἴδιο, λίγα δευτερόλεπτα μετά τήν ἔκρηξι στήν 4η μονάδα τοῦ Chernobyl PP, τό σύννεφο πού περιεῖχε σωματίδια οὐρανίου ἄρχισε νά κινῆται πρός τήν κατεύθυνσι τῆς Pripyat, μιᾶς πόλεως πού βρίσκεται περίπου 1.800 μέτρα ἀπ᾽ τό ἐργοστάσιο.
Ὑπῆρχε ἕνα πεῦκο στό δρόμο τοῦ (ἐμφανίζεται σ᾽ ἕνα πολύ γνωστό εἰκόνισμα τοῦ Σωτήρα τοῦ Chernobyl).
“Το σύννεφο σταμάτησε κοντά σ᾽ αὐτό τό πεύκο, χωρίζεται σέ δύο μέρη ἀπό κάποιον ἄγνωστο λόγο καί συνέχισε νά κινῆται πρός τήν ἀριστερή καί δεξιά πλευρά τῆς πόλεως, ἀντί νά καλύπτη τίς κατοικημένες περιοχές της (που ἦταν ἴσια μπροστά).
Τό ἐπίπεδο ἀκτινοβολίας σέ περιοχές μολύνσεως ἦταν τέσσερα ἤ πέντε roentgen ἀνά ὥρα, καί ἡ πόλι παρουσίαζε μόνο μισό χιλιοστό τοῦ roentgen (0,5 milliroentgen)”, (χιλιάδες φορές λιγότερο) δήλωσε ὁ Andreyev.
Τό πεῦκο, ἀριστερά, στό ὁποῖο σταμάτησε τό ραδιενεργό σύννεφο καί χωρίστηκε, ἔχει τά χονδρά κλωνάρια τοῦ σέ σχῆμα σταυροῦ. Εἶναι γνωστό καί ἀπό τή Γερμανική κατοχή τῆς Οὐκρανίας, γιατί ἐκεῖ εἶχαν κρεμάσει οἱ Γερμανοί πολλούς πατριῶτες καί ἀποτελεῖ μνημεῖο.
Ὁ Γέροντας Παΐσιος (+1994) εἶχε πεῖ σχετικά:
“Ἐκεῖ, στήν Ἀποκάλυψι, ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Θεολόγος ἀναφέρει, ὅτι εἶδε ἀστέρα μέγα καιόμενο νά πέφτη ἀπ᾽ τόν οὐρανό, μολύνοντας, πικραίνοντας, καί δηλητηριάζοντας θανάσιμα τά νερά καί τίς πηγές τῶν ὑδάτων:
Καί τό ὄνομά του ἀστέρος ἄψινθος!
(Οὐκρανικά Chernobyl)!”»(Ἠλίας Καλλιώρας, facebook.com).

<>







«Χαρακτηριστικό εἶναι τό ἑξῆς γεγονός πού συνέβη πρό ἐτῶν στό Σανατόριο (τότε) “Σωτηρία” στήν Ἀθήνα. Μετά ἀπό μιά Θ. Λειτουργία, πού κοινώνησαν οἱ περισσότεροι ἀσθενεῖς τοῦ ἐκκλησιάσματος, ὁ ἱερέας ἔπρεπε νά καταλύση τήν ὑπόλοιπη Θ. Κοινωνία, ὅπως γίνεται πάντοτε. Προτοῦ κάνη τήν κατάλυσι, εἶδε κάποιον πού στεκόταν στό βόρειο βημόθυρο τοῦ Ἱεροῦ. Τόν ρώτησε τί ἤθελε. Ἐκεῖνος ἀπάντησε πώς δέν ἤθελε τίποτε. Ὁ ἱερέας κατέλυσε κανονικά καί ἀφοῦ ἔβγαλε τά ἱερά ἄμφια ἑτοιμάστηκε νά βγῆ ἀπ᾽ τό Ἱερό. Βγάινοντας ξανασυναντάει τό ἴδιο πρόσωπο. Τόν ρώτησε τί ἤθελε περιμένοντας. Καί τοῦ πρόσθεσε, ὅτι ἄν ἤθελε τόν ἴδιο, δέν μποροῦσε νά τόν δεχθῆ, γιατί εἶχε μιά ἀνειλημμένη ὑποχρέωσι καί μάλιστα θά πήγαινε ἀργοπορημένος. Ὁ ἄλλος ἀπάντησε πώς αὐτό πού ἤθελε ἔγινε. Ἤθελε, λέει, νά δῆ ἄν πράγματι ὁ ἱερέας θά κατέλυε τή Θ. Κοινωνία μετά τή μετάληψι τόσων φυματικῶν. Τότε μόνο “εἶδε καί ἐπίστευσε”! Μέχρι τότε δέν πίστευε πώς οἱ ἱερεῖς πιστεύουν στή Θ. Κοινωνία οὔτε βέβαια πώς ἡ Θ. Κοινωνία εἶναι πηγή ζωῆς καί ὄχι θανάτου...»(ΠΠ, 37).


<>






Από την αυτοβιογραφία του Sergei Kourdakov διώκτη των Χριστιανών στη Σοβιετική Ένωση


Διηγεῖτε ὁ Sergei Kourdakov στήν αὐτοβιογραφία του: 

«Εἶδα μιά γριά κοντά στόν τοῖχο, μέ τό φόβο στό πρόσωπό της καί τά τρεμάμενα χείλη της νά προσεύχονται. Δέν μποροῦσα νά ἀκούσω τί ἔλεγε λόγῳ τοῦ θορύβου. Ἡ προσευχή της μέ ἐξόργισε κάι σήκωσα τό γκλόμπ μου γιά νά τή χτυπήσω. Ξάφνικά μέ εἶδε ἕτοιμο νά τή χτυπήσω καί ἄρχισε νά προσεύχεται πιό δυνατά. Ἄκουσα γιά μιά στιγμή τήν προσευχή της, περισσότερο ἀπό περιέργεια παρά ἀπό κάτι ἄλλο. Καθώς τό ὑψωμένο χέρι μου, ἑτοιμάστηκε νά κατεβάση τό ρόπαλό μου στό ἀνυπεράσπιστο κεφάλι της, ἄκουσα τά λόγια της: “Θεέ μου, συγχώρεσε αὐτόν τόν νεαρό. Δεῖξε του τόν ἀληθινό Δρόμο. Ἄνοιξε τά μάτια του καί βοηθῆστε τον... Συγχώρεσέ τον, ἀγαπητέ μου Θεέ”.
Ἔμεινα ἄναυδος. Γιατί δέν ζητᾶ βοήθεια γιά τόν ἑαυτό της ἀντί γιά μένα; Αὐτή εἶναι πού κινδυνεύει. Ἤμουν ὀργισμένος πού ἐκείνη, ἕνα τίποτε, προσευχόταν γιά μένα, τό Sergei Kourdakov, ἡγέτη τῆς Κομμουνιστικῆς Ἑνώσεως Νέων. Σέ μιά ἔξαρσι ὀργῆς, ἔπιασα τό γκλόμπ μου πιό σφιχτά καί ἑτοιμάστηκα νά τῆς ἀνοίξω τό κεφάλι.
Εἶχα σκοπό νά τή χτυπήσω μέ ὅλη μου τή δύναμι, ἀρκετά γιά νά τή σκοτώσω. Σήκωσα τό χέρι μου. Τότε μοῦ συνέβη κάτι πολύ παράξενο. Δέν μπορῶ νά τό περιγράψω. Κάποιος ἅρπαξε τόν καρπό μου καί τόν τράβηξε πίσω. Τρόμαξα. Πονοῦσε, δέν ἦταν τῆς φαντασίας μου. Ἦταν ἕνα πραγματικό σφίξιμο στόν καρπό μου μέχρι πού πραγματικά πόναγε. Νόμιζα ὅτι ἦταν ἕνας Πιστός καί γύρισα γιά νά τόν χτυπήσω. Ἀλλά δέν ὑπῆρχε κανένας ἐκεῖ!
Κοίταξα πίσω. Κανείς δέν θά μποροῦσε νά πιάση τό χέρι μου. Καί ὅμως, κάποιος μέ εἶχε πιάσει! Ἔνιωθα ἀκόμα τόν πόνο. Στάθηκα ἐκεῖ σοκαρισμένος. Τό αἷμα ἀνέβηκε στό κεφάλι μου. Αἰσθάνθηκα ζεστός καθώς μέ κυρίευε ὁ τρόμος. Αὐτό με ξεπερνοῦσε. Ἦταν μπερδεμένο, ἐξωπραγματικό. Τότε ξέχασα τά πάντα. Πέταξα τό ρόπαλό μου, ἔτρεξα ἔξω, μέ τό αἷμα νά βράζη στό κεφάλι μου καί νά ἀναψοκοκκινίζη τό πρόσωπό μου. Τά δάκρυα ἄρχισαν νά ρέουν στά μάγουλά μου»(ΣΜ, 297).
«Εἶχα μεγαλώσει μέ τό Marx, τόν Engels καί τόν Lenin. Ἦταν οἱ θεοί μου. Τρεῖς φορές εἶχα γονατίσει ἐνώπιον τοῦ ἄψυχου σώματος τοῦ Lenin στή Μόσχα καί προσευχόμουν θερμά σέ αὐτόν. Ἦταν ὁ θεός μου καί ὁ δάσκαλός μου. Ἀλλά τώρα, στίς τελευταῖες μου στιγμές, τό μυαλό μου στράφηκε πρός τό Θεό πού δέν ἤξερα. Σχεδόν ἐνστικωδῶς, προσευχήθηκα. “Θεέ μου, ποτέ δέν ἤμουν εὐτυχισμένος σέ αὐτή τή γῆ. Τώρα πού πεθαίνω, σέ παρακαλῶ νά πάρης τήν ψυχή μου στόν Παράδεισο. Ἴσως μέ βρῆ λίγο λίγη εὐτυχία ἐκεῖ Θεέ μου. Δέν Σου ζητῶ νά σώσης τό σῶμα μου. Ἀλλά καθώς αὐτό βουλιάζει πρός τά κάτω, πάρε τήν ψυχή μου μαζί Σου στόν οὐρανό, Σέ παρακαλῶ, Θεέ μου!”»(ΣΜ, 18).



<>





«Μιά πιστή Χριστιανή γυναῖκα κάποτε ἔδωσε σ᾽ ἕνα ἄθεο γείτονά της μιά Ἁγ. Γραφή ἄν καί αὐτός τήν ἀπειλοῦσε ὅτι θά τήν ἔριχνε στή φωτιά μόλις αὐτή ἔφευγε ἀπ᾽ τό σπίτι του. Μόλις ἡ γυναῖκα ἔφυγε αὐτός ἄρχισε νά πραγματοποιῆ τήν ἀπειλή του. Ἡ σύζυγός του τόν ἱκέτευε νά μήν τό κάνη ἀλλά μάταια, καί στό τέλος ἔφυγε κι ἐκείνη. Ὅταν ἀργότερα ἐπέστρεψε στό σπίτι, ὁ σύζυγός της εἶχε σχίσει σέ κομμάτια τήν Ἁγ. Γραφή καί τήν εἶχε κάψει. Μιά μόνο σελίδα εἶχε πέσει στό πάτωμα. Ἡ γυναῖκα τήν ἔπιασε ἀλλά ὁ ἄνδρας της τήν ἅρπαξε ἀπ᾽ τό χέρι της καί πῆγε νά τήν ρίξη στή φωτιά ὅταν ἔπεσε ἡ προσοχή τοῦ σ᾽ ἕνα χωρίο: “Ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ θέλουσι παρέλθει, οἱ δέ λόγοι μου δέν θέλουσι παρέλθει”(Μθ 24, 35). Τό ἴδιο βράδυ ὁ σύζυγός της ἦταν ἐξαιρετικά ἀνήσυχος. Μή μπορώντας νά κοιμηθῆ, ἔπεσε καί στριφογύριζε στό κρεββάτι του. Τελικά ρώτησε τή σύζυγό του ἄν γνώριζε τή διεύθυνσι τῆς γυναίκας πού τοῦ εἶχε δώσει τήν Ἁγ. Γραφή. Εὐτυχῶς ἐκείνη γνώριζε! Τήν ἀμέσως ἑπόμενη μέρα ἐπισκέφτηκε τή γυναῖκα πού τοῦ εἶχε δώσει τήν Ἁγ. Γραφή γιά νά τῆς πῆ πόση ἐντύπωσι τοῦ εἶχε κάνει μόνο ἕνα χωρίο. Αὐτή τοῦ ἔδωσε μιά ἄλλη Ἁγ. Γραφή ἀμέσως. Τήν πῆρε σπίτι του, φυσικά ὄχι γιά νά τήν κάψη ἀλλά γιά νά τή μελετήση. Μ᾽ αὐτό τόν τρόπο γνώρισε ὅτι ἦταν ἔνας ἄθεος ἀμαρτωλός, πού βρῆκε ὅμως τή σωτηρία του. Δέν πῆρε πολύ χρόνο γι᾽ αὐτόν τόν κακό ἄνθρωπο νά γίνη ἔνας μάρτυρας τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ»(ΙΚ).


<>







«Τό καλοκαίρι τοῦ 1950 ὀ ἀνάπηρος πλέον Παπαβύζας ταξίδευσε στό Τσοτύλι γιά νά ἐπισκευθῆ τόν παπποῦ καί τή γιαγιά του πού διέμεναν στό Κρίμινι, τό χωριό τους. Στό Τσοτύλι πού ἦταν τέρμα συγκοινωνιῶν ὁ Παπαβύζας συνάντησε τόν παλαιό του φίλο Βασίλη Καρατάσιο ἀπ᾽ τό Ροδοχώρι, ὁ ὁποῖος τόν προσκάλεσε γιά γεῦμα σέ μιά ταβέρνα. Ὅταν κάθησαν προστέθηκαν στήν παρέα τους ἄλλοι τέσσερεις. Ὁ τέταρτος κοίταξε ἐπίμονα τόν Παπαβύζα καί τοῦ ὑπέβαλε τήν ἐρώτησι:
—Με θυμᾶσαι;
Ὁ Παπαβύζας ἀπάντησε ἀρνητικά.
Ὁ ἄγνωστος (γιά τόν Παπαβύζα) συνέχισε:
—Δέν εἶσαι ὁ Ἀξιωματικός πού μᾶς ἔκανες χαλάστρα στό Γκόλιο πρίν ἀπό δύο χρόνια, τήν 17η Αὐγούστου 1948;
—Ναί εἶμαι, ἀπάντησε ὁ Παπαβύζας.
—Ἔ, λοιπόν, πρέπει νά ὑπάρχη Θεός. Ἐγώ φίλε μου εἶμαι ἀπ᾽ τίς Κυδωνιές, πρώην ἐλασίτης-ἀντάρτης-κομμουνιστής. Ἔμπλεξα ἀπ᾽ τά 18 μου χρόνια καί νόμιζα ὅτι ἐσεῖς εἴσαστε φασίστες κι ἐγώ ὑπεράνθρωπος. Ἐσεῖς, ὅμως, καί προσωπικῶς ἐσύ, παρότι ἐγώ σέ πυροβολοῦσα ὡς τήν τελευταία στιγμή, γράψατε ὅτι παραδόθηκα αὐθορμήτως καί τώρα εἶμαι ἐλεύθερος. Ἄν σᾶς πιάναμε ἐμεῖς θά σᾶς σκοτώναμε.
—Φίλε μου σέ εὐχαριστῶ, εἶπε ὁ Παπαβύζας. Ἐκεῖ στήν ΙΧ Μεραρχία διδάχθηκα κι ἐγώ ἀρκετά περί ἀνθρωπισμοῦ. Ἄς δώσουμε τώρα τά χέρια σάν φίλοι»(ΓΤ, 431).

<>





«Α) Στόν ἱερό ναό κάποιας μικρῆς πόλεως μπαίνουν —σπάνιο φαινόμενο γιά κείνη τήν ἐποχή— νέοι μέ στρατιωτική στολή τοῦ πολεμικοῦ ναυτικοῦ, ἀνάβουν τά κεριά τους καί ἀπευθύνονται στόν ἱεροψάλτη, πού τή στιγμή ἐκείνη βρισκόταν στό ναό.
—Μήπως μπορεῖτε νά μᾶς δείξετε τήν εἰκόνα τοῦ Ἁγ. Νικολάου; 
Τούς ὁδήγησα, θά πῆ ἀργότερα ὁ ἱεροψάλτης, στήν εἰκόνα καί τούς ρώτησα:
—Γιατί, παιδιά μου, θέλετε νά προσκυνήσετε αὐτή τήν εἰκόνα; 
Χαμογέλασαν, προσκύνησαν τήν εἰκόνα καί διηγήθηκαν τήν ἀκόλουθη ἱστορία:
“Ὑπηρετοῦμε στό πολεμικό ναυτικό, στά ὑποβρύχια. Πρό ἡμερῶν ἤμασταν σέ ἐκπαιδευτικό ταξίδι. Τό ὑποβρύχιο κατέβηκε σχεδόν στό βυθό τῆς θάλασσας. Ξαφνικά, ὅπως μᾶς ἀνακοίνωσαν, παρουσιάστηκε κάποια βλάβη στό μηχανοστάσιο καί οἱ μηχανές δέν λειτουργοῦσαν.
Αὐτό, ὅπως καταλαβαίνετε, σημαίνει ὅτι μέ καμμιά δύναμι τό ὑποβρύχιο δέν ἀνεβαίνει στήν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας.
Πέρασαν περίπου 2,5 ὧρες. Συγκεντρωθήκαμε ὅλοι σέ μιά μικρή αἴθουσα τοῦ πλοίου. Καθόμασταν ἀπελπισμένοι. Μερικοί ἄρχισαν νά λένε ἀστεῖα, ἄλλοι νά σιγοκλαῖνε καί κάποιοι ἄλλοι, ὅπως τώρα καταλαβαίνουμε, νά προσεύχονται κρυφά. Καί τότε ξαφνικά μπαίνει στήν αἴθουσα ἕνας γέροντας μέ ἄσπρα γένεια καί μᾶς λέει: 
—Μήν ἀπελπίζεσθε, τέκνα μου, θά σωθῆτε ὅλοι. Ὅταν, ὅμως, βγῆτε στή στεριά, νά πᾶτε στήν ἐκκλησία κάι νά ἀνάψετε ἕνα κεράκι στόν Ἅγ. Νικόλαο.
Αὐτά μᾶς εἶπε καί ἐξαφανίστηκε, κι ὤ τοῦ θαύματος! οἱ μηχανές ἄρχισαν νά δουλεύουν. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού ἤρθαμε στό ναό σας. Ἀναγνωρίσαμε τό γέροντα τοῦ ὑποβρυχίου στήν εἰκόνα πού προσκυνήσαμε. Εἶναι ὁ Ἅγ. Νικόλαος. Μᾶς ἔσωσε ὅλους”.
Β) Ὁ π. Ἰωάννης, ἐφημέριος τοῦ ἱεροῦ ναοῦ τῆς μικρῆς πόλεως, θά γράψη κι ἐκεῖνος ἀργότερα:
“Μιά μέρα κι ἐνῶ βρισκόμουν στό ναό, ἦρθε ἕνας ἀξιωματικός τοῦ πολεμικοῦ ναυτικοῦ μέ τή σύζυγό του, μέ πλησιάζουν καί παρακαλοῦν νά κάνω εὐχαριστήρια παράκλησι στόν Ἅγ. Νικόλαο. Τούς ρώτησα: 
—Συνέβη κάτι καί θέλετε τήν παράκλησι;
—Θά σᾶς ἀπαντήσω, πάτερ. Ἡ μητέρα μου εἶναι πολύ πίστή γυναῖκα. Ὅταν τελείωσα τή Σχολή Εὐελπίδων κάι ἔπρεπε νά ἀναχωρήσω γιά τήν ὑπηρεσία μου στό πολεμικό ναυτικό, μοῦ εἶπε: Γιά νά εἶμαι ἥσυχη, παιδί μου πάρε αὐτά τά τρία πράγματα, τά ὁποῖα θά ἔχης πάντοτε μαζί σου. Ἕνα σταυρουδάκι ἀπ᾽ τή βάπτισί σου, τήν εἰκόνα τοῦ Ἁγ. Νικολάου καί ἕνα χαρτί μέ τό κείμενο τοῦ 90οῦ ψαλμοῦ.
Τά πῆρα καί τά ἔκρυψα στό προσωπικό μου βαλιτσάκι. Τά εἶχα πάντα μαζί μου, καλά κρυμμένα, διότι δέν ἐπιτρεπόταν νά τά ἔχουμε μαζί μας. Μᾶς ἔκαναν μάλιστα ἔλεγχο καί στά προσωπικά μς εἴδη καί ἀφαιροῦσαν ὅσα, κατά τή γνώμη τους, δέν ἔπρεπε νά ἔχουμε μαζί μας.
Πρό ἡμερῶν, πήγαμε μέ τούς σπουδαστές ἐκπαιδευτικό ταξίδι, κι ἐνῶ τό ὑποβρύχιο στό ὁποῖο ἤμαστε βρισκόταν σχεδόν στό βυθό, παρουσιάστηκε βλάβη στίς μηχανές του. Παρά τίς προσπάθειες τοῦ μηχανικοῦ δέν καταφέραμε τίποτε. Καί τότε θυμήθηκα τά δῶρα τῆς μητέρας μου. Πηγαίνω στό δωμάτιο, βγάζω ἀπ᾽ τό βαλιτσάκι τό κρυμμένο σταυρουδάκι καί τήν εἰκόνα τοῦ Ἁγ. Νικολάου. Τοποθέτησα τό σταυρουδάκι ἐπάνω μου καί κοιτάζοντας τήν εἰκόνα προσευχήθηκα: ‘Ἅγ. Νικόλαε, θαυματουργέ, βοήθησέ μας. Ὄχι γιά νά σωθῶ ἐγώ, ἀλλά γι᾽ αὐτά τά 100 παιδιά σέ παρακαλῶ, πού εἶναι στό ὑποβρύχιο. Εἶμαι ἄπιστος, Ἅγιέ μου Νικόλαε. Σέ παρακαλῶ, ἄκουσε τίς προσευχές τῆς μητέρας μου καί βοήθησέ μας ̓. Μόλις τελείωσα τή φράσι ‘βοήθησέ μας ̓, ἀκούω ἕνα δυνατό θόρυβο. Οἱ μηχανές λειτούργησαν καί τό ὑποβρύχιο ἀνέβηκε ὁμαλά στήν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας.
Γι᾽ αὐτό ἤρθαμε, παππούλη, μέ τή σύζυγό μου στή μικρή σας πόλι, ὅπου δέν μᾶς γνωρίζει κανείς. Ἤλθαμε δῆθεν γιά ἐκδρομή.
Ἡ σύζυγός μου δέν πιστεύει, ἀλλά μετά τό θαῦμα πού ἔγινε, ἀποφασίσαμε καί οἱ δύο νά κάνουμε παράκλησι εὐχαριστήρια στόν Ἅγ. Νικόλαο, ὡς ἔκφρασι εὐγνωμοσύνης γιά τή σωτηρία μας καί ὡς ὑπόσχεσι νά γίνουμε Χριστιανοί”»(ΗΔ, 378).


<>







Ο άθεος μέσα μου έγινε Χριστιανός, και από τον διώκτη του Θεού είχα γίνει μεγάλος εραστής Του

 Όταν ένας νεαρός έγινε 18 ετών και πήρε το δίπλωμα οδήγησης και οι γονείς του του αγόρασαν ένα αυτοκίνητο υψηλών επιδόσεων και εξαιρετικά ακριβό, πήγε ένα ταξίδι.
      Σε ένα από τα ταξίδια του, ο νεαρός πήγε στη γιαγιά του, μια πολύ πιστή γυναίκα που έμενε μακριά και που μόλις είχε επιστρέψει από προσκύνημα.
    Σε ένα μοναστήρι η γιαγιά μου είχε αγοράσει στη θεία μου μια εικόνα της Παναγίας της Παντάνασσας.
    Ήταν μια όμορφη, καλοφτιαγμένη εικόνα, αρκετά μεγάλη.Μια λιθογραφία με αντίγραφο της εικόνας της Παντάνασσας, του Καρκινοθεραπευτή.
   
      Δεν μου είχε αγοράσει τίποτα γιατί ήξερε ότι δεν θα είχαμε λάβει το δώρο της έτσι κι αλλιώς.
    Γνωρίζοντας ότι επέστρεφα σπίτι, η γιαγιά μου ζήτησε να πάρω την εικόνα και να την πάω στη θεία της.
      
     Την  παρέλαβα με κόπο, δεν το κοίταξα καν, αλλά την  πέταξα με μεγάλη περιφρόνηση στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου, είπε ο νεαρός.
    
     Στην επιστροφή, περίσσιος φόβος, αλλά και η απειρία του νεαρού στο τιμόνι έκαναν το αυτοκίνητο να μετατραπεί σε ένα σωρό συντρίμμια  σε επικίνδυνη καμπύλη.
    
     Πολλά ασθενοφόρα ήρθαν στο σημείο του ατυχήματος και όλοι έμειναν έκπληκτοι με το πώς ήταν το αυτοκίνητο.
      «Ωστόσο, τους μιλούσα.  Νόμιζαν ότι ήμουν σε αγωνία, νόμιζαν ότι ήμουν σοβαρά τραυματισμένος και παραλήρημα.  Οι διασώστες έκοψαν το αυτοκίνητο στα δύο για να με απεγκλωβίσουν».
   
      Αν και η πρόσκρουση ήταν πολύ δυνατή, το αγόρι είχε διαφύγει χωρίς το παραμικρό κόψιμο, μώλωπες ή γρατσουνιές.
      Είχε γλιτώσει σώος από αυτό το τρομερό ατύχημα και τη στιγμή που τον έβγαλαν έξω, κάποιοι από αυτούς που ήταν εκεί άρχισαν να προσκυνούν.
     «Νόμιζα ότι υποκλίθηκαν  γιατί είχα ξεφύγει ζωντανός, αλλά δεν ήταν έτσι.  Κρατούσα κάτι στο στήθος μου, αλλά δεν το είχα προσέξει καν.  Ήταν το εικονίδιο που μου είχε δώσει η γιαγιά μου για τη θεία μου και που είχα πετάξει απρόσεκτα στο αυτοκίνητο.  Μόνο τότε το κοίταξα και είδα ότι ήταν η εικόνα της Θεοτόκου...», αναφέρει ο νεαρός αυτός.
     
      Η Μητέρα του  Κυρίου που δεν σεβόταν είχε γίνει η προστατευτική του ασπίδα και στεκόταν σαν τοίχος ανάμεσα σε αυτόν και τα συντρίμμια ανάμεσα σε αυτόν και τον θάνατο.
 
     Η Μητέρα του Θεού δεν κοίταξε τις πράξεις του, γνωρίζοντας ότι ο νέος ήταν άπιστος και από άγνοια δεν πίστευε στον Θεό και γι' αυτό τον λυπήθηκε και δεν τον άφησε να χαθεί.
   
     «Αυτό ήταν το σημείο καμπής της ζωής μου και από τότε αποφάσισα πραγματικά να αλλάξω τη ζωή μου.  Ο άθεος μέσα μου έγινε Χριστιανός, και από τον διώκτη του Θεού είχα γίνει μεγάλος εραστής Του», είπε ο νεαρός.


<>






Από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία μέσω της προστασίας της Παναγίας


Ο γιός μου, δυστυχώς ήταν ψυχρός ως προς την πίστη. Εγώ τον έβλεπα, υπέφερα, αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Μόνο προσευχόμουν. 

Όταν παντρεύτηκε, του πήρα μια εικόνα της Παναγίας και του την χάρισα για να την βάλει σπίτι του. Αρνήθηκε να την πάρει!

- Ποιός θα σε προστατεύει παιδί μου; τον ρώτησα με πόνο.

- Δεν θέλω προστασίες! ήταν η απάντησή του.

Τότε που ήταν οι δρόμοι κλεισμένοι από το μπλόκο των αγροτών, χρειάστηκε να ταξιδέψει, για τις ανάγκες της δουλειάς του. Τον συμβούλεψα να είναι προσεκτικός, γιατί φοβόμουν, έτσι που ήταν νευρικός, να μην μπλεχτεί σε καμμιά φασαρία. Μου απάντησε:

- Εγώ μάνα, θα περάσω, ό,τι και να γίνει!

''Παναγία μου, φώτισέ το'', είπα μέσα μου και του έβαλα στο αυτοκίνητο μπροστά μια χάρτινη εικονίτσα της Παναγίας, που είχα πάρει από το Μοναστήρι της Παναγίας Βαρνάκοβας, στην τελευταία επίσκεψή μου. Αυτήν την φορά, ο γιός μου παραδόξως δεν αντέδρασε...

Όταν γύρισε από το ταξίδι, φαινόταν βαθιά συγκλονισμένος. Με φανερή συγκίνηση και με ταπεινή φωνή μου διηγήθηκε:

- Στο δρόμο Αθηνών-Λαμίας, μια βαρυφορτωμένη νταλίκα, που είχε καταφέρει να παρακάμψει τα εμπόδια, ξαφνικά παρέκλινε προς την λωρίδα την δικιά μου, ενώ συγχρόνως έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα. Εγώ σε εκείνο το σημείο, δεν είχα καθόλου περιθώριο να ξεφύγω. Η απόσταση που μας χώριζε ήταν ελάχιστη. Και να φρενάριζε η νταλίκα, δεν προλάβαινε να σταματήσει έγκαιρα. Εγώ πάγωσα!!! Κατάλαβα πως η ζωή μου τελείωνε. Το μόνο που πρόλαβα ήταν να φωνάξω: ''Παναγία μου!!!''

Τότε συνέβη το εξής καταπληκτικό: η χάρτινη εικόνα της Παναγίας, που μου είχες βάλει μάνα στο αυτοκίνητο, σηκώθηκε στον αέρα, στροβιλίστηκε και κόλλησε στο παρ-μπρίζ, με πρόσωπο κατά έξω! Συγχρόνως η νταλίκα σε μια απόσταση ενάμισυ μέτρο περίπου, σταμάτησε επί τόπου! Κυριολεκτικά καρφώθηκε με ένα φοβερό τράνταγμα! Κατέβηκε τρομαγμένος ο οδηγός της νταλίκας και μου λέει συγκλονισμένος: 

- Ποιός με σταμάτησε φίλε μου; Με το φορτίο που έχω, δεν σταματούσα με τίποτε! 

Εγώ τρέμοντας από την ταραχή μου, γύρισα και είδα την εικόνα της Παναγίας, που ήταν ανεξήγητα ακόμα κολλημένη στο παρ-μπρίζ. Σήκωσα το χέρι και Του την έδειξα, λέγοντάς τον: 

- Η Παναγία μας έσωσε!

Από τότε ο γιός μου έγινε πιστός Χριστιανός, χάρη της Παναγίας, την οποία υπερευχαριστώ!!!...

(Αληθινή μαρτυρία)

Πηγή:






<>




Ρωσία, 1965: Ο Άγιος Νικόλαος ο Θαυματουργός εμφανίζεται σε λεωφορείο και μιλάει με έναν άθεο


Ρωσία, 1965. «“Μιά μέρα τοῦ Φεβρουαρίου 1965, ἕνα λεωφορεῖο γεμᾶτο ἀπό ἐπιβάτες ταξίδευε ἀπό τήν πόλι μας σέ μιά ἄλλη κοντινή πόλι. Δίπλα στόν ὁδηγό καθόταν ἕνας γέροντας, μεγαλόσωμος καί εὔρωστος, περίπου 75 ἐτῶν, μέ γενειάδα ἄσπρη. Φοροῦσε ἕνα παλτό βαρύ μέ γιακά γούνινο καί σκοῦφο μέ πτερύγια πού κάλυπταν τά αὐτιά του.

Τό λεωφορεῖο πήγαινε σιγά-σιγά, γιατί χιόνιζε συνεχῶς. Ὅταν ἔφθασε σέ μιά στροφή, οἱ ἁλυσίδες τίς ὁποῖες εἶχε στίς πίσω ρόδες ἔσπασαν. Ἐπακολούθησε φρενάρισμα ἀπότομο καί τό λεωφορεῖο ἔπεσε πάνω σέ ἕνα ἄλλο λεωφορεῖο, πού βρέθηκε ἐκείνη τή στιγμή ἐκεῖ. Κί ὅλα αὐτά μέσα σέ λίγα λεπτά! Ὁ ὁδηγός ἔχασε τόν ἔλεγχο τοῦ ὀχήματος καί ὅλοι φοβήθηκαν τρομερά. Τότε ὁ γέροντας, πού καθόταν δίπλα στόν ὁδηγό, ἔκανε τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί εἶπε μέ δυνατή φωνή: “Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι. Ἄς εἶναι εὐλογημένο τό ὄνομά σου, Παναγία, Μητέρα τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς ἔσωσες τήν ὥρα αὐτή!”.

Λίγα λεπτά ἀργότερα, τό ἄλλο λεωφορεῖο ἔφυγε, ἐνῶ ὁ δικός μας ὁδηγός καί ὁ βοηθός του κατέβηκαν γιά νά τοποθετήσουν πάλι τίς ἁλυσίδες. Τότε ἕνας νεαρός ἐπιβάτης, χαμογελώντας, ἀπευθύνθηκε στό γέροντα καί τοῦ εἶπε:

—Συγγνώμη, γέροντά μου, ἀλλά δέν μπόρεσα νά συγκρατήσω τά γέλια μου, ὅταν σᾶς ἄκουσα νά ἐπικαλῆσθε σέ βοήθειά μας ἀνύπαρκτες οὐράνιες δυνάμεις, κι ὅταν σᾶς εἶδα νά κάνετε τόν σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Συνήθεια, θά μοῦ πῆτε! Δεύτερη φύσι! Ὡστόσο, βλέπω ὅτι εἶσθε ἕνας ἄνθρωπος μορφωμένος. Ἀλλά τώρα, στό ἔτος 1965, αὐτό εἶναι παράλογο.

Ὁ γέροντας, χωρίς νά ταραχθῆ καθόλου ἀπό αὐτά τά ὁποῖα ἄκουσε, ἀπάντησε:

—Μέ εὐχαρίστησι θά σοῦ ἀπαντήσω, νεαρέ σύντροφε, καί εἶμαι ἕτοιμος, ἐάν τό ἐπιθυμῆς, νά κάνω καί αὐτοκριτική… Ἄκουσέ με. Εἴμασθε ὅλοι ὡς ἕνα βαθμό ὑποκριτές. Ἰσχυριζόμασθε ὅλοι ὅτι εἴμασθε ἄθεοι, ἀφωσιωμένα μέλη τοῦ Κόμματος, βαθεῖς γνῶστες τοῦ μαρξισμοῦ καί πολλά ἄλλα, ἀλλά ἔρχεται μιά στιγμή, κατά τήν ὁποία ὁ αὐθεντικός ἄνθρωπος, πού κρυβόταν τόσο καιρό μέσα μας, ἀποκαλύπτεται. Αὐτό ἀκριβῶς συνέβη καί τώρα. Ἀπό τή θέσι πού βρίσκεσαι μέσα στό λεωφορεῖο δέν μποροῦσες νά δῆς τί γινόταν πίσω σου, ἐγώ, ὅμως, πού κάθομαι σέ τέτοια θέσι πού νά τούς βλέπω ὅλους, μπόρεσα νά δῶ τουλάχιστον 8-10 ἄτομα πού ἔκαναν τό σταυρό τους τήν ὥρα κατά τήν ὁποία κινδυνεύαμε. Ὑπάρχουν μερικά πράγματα τά ὁποῖα δέν μπορεῖ νά τά κόψη κανείς ἀπό τή ρίζα, διότι θά ἦταν σάν νά τραβοῦσε βίαια τά σπλάγχνα του. Ἔτσι συμβαίνει νά πέφτουμε συνεχῶς στό ἑξῆς λάθος: Ἐνῶ ἐσωτερικῶς δεχόμασθε ὅτι ὑπάρχει θεία δύναμι, εὐεργετική καί παντοδύναμη, κάνουμε, ὡστόσο, πώς δέν τήν ἐννοοῦμε.

—Μέ μένα δέν συμβαίνει τίποτε τέτοιο, εἶπε ὁ νεαρός.

Ὁ γέροντας μειδίασε καί συνέχισε:

—Ἐπίτρεψέ μου νά σοῦ ἀποδείξω, ἀγαπητέ μου, ὅτι πλανᾶσαι. Εἶπες πρό ὁλίγου ὅτι κάθε θρησκευτική ἐκδήλωσι εἶναι ἕνας παραλογισμός στό ἔτος 1965. Τί ἦταν ἐκεῖνο πού σέ ἔκανε νά πῆς ὅτι πέρασαν 1965 χρόνια ἀπό τότε πού ὁ Ἰησοῦς Χριστός γεννήθηκε, ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου;

Ὁ νέος, μέ προφανῆ ἀμηχανία, ἀπήντησε ὅτι:

—Αὐτό ὀφείλεται στήν ἐνθύμησι ἑνός κακοῦ παρελθόντος, πού τώρα ἔχει ξεπερασθῆ καί πού πρέπει ὁριστικά νά τό σβήσουμε. Ἀλλά ἀπό τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο μιλᾶτε βγαίνει τό συμπέρασμα ὅτι θέλετε νά μᾶς πῆτε νά πιστέψουμε στά θαύματα.

Καί ὁ γέροντας, ἀφοῦ σιώπησε λιγάκι, τοῦ εἶπε:

—Ναί, φίλε μου, ὑπάρχουν τά θαύματα τοῦ Θεοῦ, στά ὁποῖα καί ἐσύ ὁ ἴδιος θά εἶσαι ὑποχρεωμένος νά πιστέψης, καθώς καί ὅλοι πού βρίσκονται ἐδῶ μέσα. Ἀλλά ὅταν θά δῆτε τό θαῦμα, θά εἶσθε ὑποχρεωμένοι νά σιωπήσετε, διότι ἄν μιλήσετε κινδυνεύετε νά κλεισθῆτε σέ ψυχιατρικό ἄσυλο.

Τό λεωφορεῖο ἔφθασε στόν κύριο δρόμο τῆς διαδρομῆς. Ἔπαψε νά χιονίζη καί ὁ ὁδηγός μπόρεσε νά ἀναπτύξη ταχύτητα. Τή στιγμή αὐτή οἱ ἐπιβάτες πού κύτταζαν τό γέροντα καί τόν ἄκουγαν δέν τόν ἔβλεπαν πιά. Ἡ θέσι του ἦταν κενή… Δυό-τρεῖς ἐπιβάτες, πού κάθονταν κοντά στό νεαρό κομμουνιστή, ἐκαναν τό σταυρό τους λέγοντας:

— Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ.

Ἕνας ἀπ᾽ αὐτούς, γύρισε πρός τούς ἐπιβάτες τῶν πίσω καθισμάτων καί φώναξε:

—Καταλαβαίνετε τώρα ποιός μᾶς ἔσωσε ἀπό τή σύγκρουσι; Μᾶς ἔσωσε ὁ γέροντας μέ τήν ἄσπρη γενειάδα, ὁ προστάτης τοῦ ρωσικοῦ λαοῦ, ὁ ἅγιος Νικόλαος!

—Δέν ξέρω τί θά κάνουμε, πρόσθεσε ἕνας ἄλλος, ἀλλά ἐγώ ὅπου κι ἄν πάω, θά διηγοῦμαι τό θαῦμα αὐτό τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Μπορεῖ νά μέ κλείσουν σέ ψυχιατρικό ἄσυλο, θά ἔχω, ὅμως, μάρτυρες ὅλους ἐσᾶς καί προπαντός ἐσένα φίλε.

Ὁ νεαρός ἄθεος κομμουνιστής ἔκρυψε τό πρόσωπό του στίς δύο παλάμες μέ προφανῆ συντριβή”».

Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Ὁ Ἥχος τῶν Θεϊκῶν Βημάτων, Ἀπό τίς παρυφές τῆς πλάνης στό Χριστό, Μεταστροφές 4, ἐκδ. Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2011


<>










Χρύσω Πέππα-Μακρυκώστα: Η μεταστροφή μου από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία


Χρύσω Πέππα-Μακρυκώστα:

«Ἦταν Σάββατο, 19 Ὀκτωβρίου 1934. Τήν ἡμέρα αὐτή ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τόν προφήτη Ἰωήλ, ὁ ὁποῖος προφήτευσε... ὅτι ὁ Θεός, ὅταν ἔλθη ὁ Μεσσίας, θά ἐκχέη τό Πνεῦμα Του τό Ἅγιο, ἐπί πᾶσαν σάρκαν, ἐπί τούς δούλους Του. Στήν Παλαιά Διαθήκη παρατηροῦμε ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐδίδετο μόνο σέ τρεῖς τάξεις ἀνθρώπων: στούς Ἱερεῖς, στούς Βασιλεῖς καί στούς Προφῆτες. Τό ἀντίθετο προκύπτει ἀπό τήν Καινή Διαθήκη. Μέ τό Βάπτισμα καί κατόπιν μέ τό Χρίσμα, λαμβάνουμε ὅλοι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, “πληροῦσθε διά Πνεύματος”, πού πρέπει νά ἀγωνιζόμασθε διαρκῶς ὥστε, μέ τή βοήθεια τοῦ Παντοδυνάμου, νά διατηρῆται μέσα μας καί νά αὐξάνεται.
Ὅμως, μέχρι τότε, γιά μένα ἦταν ἄγνωστο καί ἐντελῶς ἀδιάφορο ἄν συμβαίνη αὐτό, γιατί, ὅπως ἔχω πεῖ ἐπανειλημμένως, ἐγώ μεγάλωσα κάτω ἀπό τήν ἐπίδρασι ἄλλων ἄσχετων ἰδεῶν. Καθοδηγούμενη ἀπό μιά ἔμφυτη ἔντονη κλίσι στά μαθηματικά εἶχα προσανατολίσει τό μυαλό μου σέ στόχους καθαρά πρακτικούς γι᾽ αὐτό, ἄλλωστε, σπούδασα θετικές ἐπιστῆμες, στήν Ἀθήνα, στό Λονδίνο καί τή Βιέννη, μέ συνέπεια νά μή μπορῶ νά δεχθῶ καί νά πιστέψω, τίποτε ἄν δέν εἶχα ἀποδείξεις.
Ἤμουν ἄθεη, δέν πίστευα σέ τίποτε καί σέ κανένα. Θρησκεία μου ἦταν ἡ ἐπιστήμη ἀλλά καί αὐτῆς, ἀκόμη, τά πορίσματα δέν τά δεχόμουν θεωρητικά καί ἀτεκμηρίωτα. Τά δεχόμουν μόνο μέ ἀποδείξεις στό ἐργαστήριο, μετά ἀπό τό πείραμα καί τό δοκιμαστικό σωλῆνα. Ἀκόμη κι ὅταν κάποτε μοῦ τέθηκε τό ὑπαρξιακό ἐρώτημα: —Ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς, ποιός εἶναι ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου, ἀπό ποῦ ἐρχόμασθε, ποῦ πηγαίνουμε;
 Καί πάλι ἡ ἀπάντησί μου ἦταν: —Δέν μέ ἐνδιαφέρει, οὔτε ἔχω χρόνο νά τό ψάξω τό θέμα, ἐγώ δέν ἔχω χρόνο νά διαθέσω ἔξω ἀπό τίς σπουδές μου, οὔτε πιστεύω· καί γιατί ἄλλωστε νά πιστέψω; Εἶχε περάσει ἀρκετός καιρός ἀπό τότε πού ἐγκαταστάθηκα στό Λονδίνο καί ἐν τῷ μεταξύ εἶχα γνωρισθῆ… μέ τήν οἰκογένεια Πελεκάνου καί μέ ἄλλους ἐκλεκτούς χριστιανούς ἀλλά καί ἱερωμένους ὅπως ὁ πρωθιερέας τῆς Ἁγίας Σοφίας Μιχαήλ Κωνσταντινίδης καί ὁ Πατέρας Ἰάκωβος καί συμμετεῖχα κάθε Σάββατο στίς συγκεντρώσεις τους.
Σ᾽ αὐτές δέν πήγαινα, βέβαια, ἐπειδή πίστευα ἀλλά γιατί μέσα ἐκεῖ, σέ μιά ἤρεμη ἀτμόσφαιρα αἰσθανόμουν καί ἐγώ ἤρεμη. Ἄκουγα, πάντως, μέ προσοχή τά ἀναγνώσματα, καί τίς συζητήσεις τους, παρακολουθοῦσα τή συμπεριφορά τους καί κάθε φορά, ὅλο καί περισσότερο, μέ ἐντυπωσίαζε ἡ γαλήνη στά πρόσωπα καθώς καί ἡ πραότητα καί ταπεινοφροσύνη τους. Ἀρκετές φορές, ἐκεῖ, σ᾽ ἐκεῖνο τό περιβάλλον, ἀνάμεσα σ᾽ αὐτούς τούς ἀνθρώπους, ἔκανα τή σκέψι: “ἄν ὑπάρχη κάπου ἡ Ἀλήθεια αὐτή μπορεῖ νά εἶναι στό Χριστιανισμό”. Καί κάποια ἄλλη ἀκόμη: “Ἄν τό καλοσκεφθῆ κανείς τό λεγόμενο ὑπαρξιακό πρόβλημα εἶναι τό πρῶτο τό ὁποῖο πρέπει νά λύση ὁ ἄνθρωπος”.
Αὐτό ἦταν γιά μένα καθοριστικό: Δηλαδή, τό ὅτι τό ὑπαρξιακό ἐμφανιζόταν ὡς “πρόβλημα”, ἦταν ἀρκετό νά ἀρχίση κάποτε, νά μέ κεντρίζη. Ἀπό τή φύσι του μαθηματικός ὁ νοῦς μου ἐρεθίσθηκε ἀμέσως ἀπό τήν ἰδέα τῆς ἔρευνας, μέ ἀποτέλεσμα νά θέλω κατόπιν νά διαβάζω πλῆθος βιβλίων ἄλλων ὑπέρ καί ἄλλων κατά τοῦ χριστιανισμοῦ. Καί τοῦτο γιατί μέ ἐνδιέφερε μέ τήν ἀντιπαράθεσι νά διαμορφώσω, ἀνεπηρέαστη, μιά ἀντικειμενική γνώμη τήν ὁποία θά ἀποδεχόταν ἡ λογική μου.
Ἀλλά, καί ἡ λογική, ἀπό τή φύσι της μέ ὁδηγοῦσε ὡς ἕνα σημεῖο παραδοχῆς: “ὅτι κάποια ἀλήθεια ὑπάρχει προφανῶς στό χριστιανισμό”, ὅμως, ἐκεῖ σταματοῦσε, ἀδύναμη νά προχωρήση πιό πέρα. Ἡ ἐσωτερική ἐπιθυμία μου καί, μάλιστα, γιά νά γνωρίσω τήν Ἀλήθεια, δέν ἦταν ἀρκετή, ἀφοῦ στήν πραγματικότητα ἡ ψυχή μου, διαποτισμένη μέ τήν ἀδιαφορία καί τήν ἄρνησι, περί ἄλλα ἐτυρβάζετο καίτοι ἑνός εἶχε χρείαν.
Ἔτσι, ἄρχιζε πάντα τά Σάββατα, ὁ ἐσωτερικός διχασμός, ἡ σύγκρουσι, ἡ ἀγωνία. Κάποτε, σέ μιά στιγμή ἔντονης ἀνάγκης νά λυτρωθῶ ἀπό τό ἐπώδυνο συναίσθημα τῆς μοναξιᾶς καί τοῦ ἀπύθμενου κενοῦ, βλέποντας τούς ἄλλους νά προσεύχωνται, ὅλοι μαζί, δάκρυσα ἀπό τό παράπονο καί εἶπα μέσα μου: “Θεέ μου, ἄν ὑπάρχη σέ σένα ἡ Ἀλήθεια σέ παρακαλῶ, ἀποκάλυψέ την, γιατί ἀλλιῶς δέν μπορῶ νά πιστέψω”.
Ὅπως κάθε Σάββατο, βράδυ, ἔτσι κι ἐκεῖνο τῆς 19ης Ὀκτωβρίου 1934 βρέθηκα στό σπίτι τοῦ Πελεκάνου. Ὁ οἰκοδεσπότης μέ εἶχε στά δεξιά του. Εἶχε ἀρχίσει ἀπό ἀρκετή ὥρα νά διαβάζη ἀποσπάσματα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί στή συνέχεια τό Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς.
Ἀπό τήν ἴδια στιγμή εἶχε ἀρχίσει καί τούτη τή φορά νά μέ βασανίζη αὐτή ἡ ἀνυπόφορη ἐσωτερική πάλη τῶν ἀντιφατικῶν συλλογισμῶν καί τῶν ἀλληλοσυγκρουόμενων συναισθημάτων, πού κατέληγε σέ ἀνελέητο ροκάνισμα τῆς ψυχῆς μου, ἀπό ἀμφισβητήσεις, ἀμφιβολίες, ἀπορίες. Ἦταν ἕνα ἄγριο κονταροκτύπημα δυνάμεων τίς ὁποῖες δέν μποροῦσα νά πειθαρχήσω. Καί ἀμέσως κατάλαβα ὁριστικά καί χωρίς ἐνδοιασμό ὅτι δέν ἄντεχα ἄλλο πιά, καί εἶπα στόν ἑαυτό μου. “Ἐσύ, τί κάθεσαι καί ἀκοῦς τόση ὥρα, ἀφοῦ δέν πιστεύεις; Τί βρίσκεις ἐδῶ μέσα; Γιατί δέν σηκώνεσαι νά φύγης;”.
Καί τότε, ξαφνικά...
Ἐδῶ σταμάτησε, ἡ Χρύσω τήν ἀφήγησι καί πῆρε μιά βαθιά ἀνάσα. Μέ κύτταξε στά μάτια καί μέ ρώτησε ἄν μέ κούρασε. Ὕστερα πῆρε κι ἄλλες πολλές ἀπό ἐκεῖνες τίς χαρακτηριστικές ἀναπνοές, πού συνοδεύονταν ἀπό τά γνωστά μικρά βηχάκια ὅταν ἤθελε, πρίν μιλήση, νά καθαρίση τή φωνή της. Ὅση ὥρα ἀφηγεῖτο εἶχα τή βεβαιότητα ὅτι εἶχε γυρίσει 60, περίπου, χρόνια πίσω στό Λονδίνο, στό σπίτι τοῦ Πελεκάνου καί ξαναζοῦσε τήν ἐμπειρία ἐκείνης τῆς βραδιᾶς. Μέ παρέσυρε καί μένα καί τήν ἀκολούθησα στήν ἀναδρομή της καθώς μοῦ μετέδιδε σέ μιά νοερή ὀθόνη ὅ,τι ἔνοιωθε, ὅ,τι ἔζησε τότε.
Δέν ξέρω τί παρατήρησε στό πρόσωπό μου καί μοῦ εἶπε:
—Ἠρεμῆσθε...
Δέν θυμᾶμαι νά εἶχα ξαναδεῖ αὐτή τήν ἔκφρασί της, αὐτό τό βλέμμα καί τό ὕφος πού μαρτυροῦσαν, τώρα, σέ ἀντίθεσι μέ τό τότε, μιά ἐσωτερική νηνεμία, γαλήνη, εὐδαιμονία. Πάνω ἀπό τό σοφό μέτωπο, πλαισίωναν τό κεφάλι της, σάν στέφανος, τά πάλλευκα, ὅπως τό καθαρό χιόνι, μεταξένια μαλλιά της κι ὅλα μαζί συνέθεταν τήν προτομή ἑνός ἐξαϋλωμένου πλάσματος πού πλημμύριζε ὅλο τό χῶρο μέ μιά ἱερή πνευματικότητα.
Καί, τότε, συνέχισε ἡ Χρύσω, μοῦ συνέβη κάτι τό ἐντελῶς ἀπροσδόκητο καί κάθε φορά πού τό θυμᾶμαι, αἰσθάνομαι ρίγος νά διαπερνᾶ τό σῶμα μου καί πιό βαθιά μιά δόνησι νά μέ συνταράζη.
Μέσα σέ ἐκεῖνο τό ὑποβλητικό περιβάλλον, τήν ἀδιατάρακτη σιγή, πού δέν ἀκουγόταν οὔτε ὁ παραμικρός θόρυβος ἐκτός ἀπό τήν ἁπαλή, σιγανή φωνή τοῦ Πελεκάνου, καθώς ὁ νοῦς μου ἀχαλίνωτος ἀκροβατοῦσε, ἐνῶ ἡ ψυχή μου ἀδρανοῦσε μέσα σέ μιά νεκρική παγωνιά, ἀποκαμωμένη γιατί εἶχε φθάσει στά ἀκραῖα ὅρια ἀντοχῆς, ἄκουσα μιά δυνατή βουή ἀνέμου καί εὐθύς ἀμέσως, σέ ἐλάχιστα δευτερόλεπτα ἔνοιωσα νά γίνεται ἕνας ἰσχυρός σεισμός πού μέ συγκλόνισε. Φόβος μέ κυρίεψε.
Ἔκανα μιά ἀπότομη, ἐνστικτώδη κίνησι νά σηκωθῶ ἀλλά ξανακάθησα, ἀποσβολωμένη, στό κάθισμά μου ὅταν κύτταξα γύρω μου καί εἶδα ὅλους τούς ἄλλους ἀκίνητους στίς θέσεις τους ν᾽ ἀκοῦν ἤρεμα τό Εὐαγγέλιο. Καί ἡ ταραχή μου μεγάλωσε ἀκόμα πιό πολύ ὅταν κατάλαβα πώς ὁ σεισμός αὐτός δέν προερχόταν ἀπό κάτω, ἀπό τά ἔγκατα τῆς Γῆς ἀλλά ἀπό ψηλά, ἴσως, ἀπό τόν Οὐρανό. Μά πρίν καλά-καλά συνέλθω, συνέβη κάτι σπουδαιότερο. 
Αἰσθάνθηκα μιά φωτιά νά κατεβαίνη πάλι ἀπό ψηλά καί νά περνάη μέσα ἀπό τό μέτωπό μου κι ὕστερα μέσα ἀπό τό στῆθος μου, βαθιά στό ἐσωτερικό μου. Καί τρόμαξα γιά δεύτερη φορά καί ὁ φόβος μου ἔγινε πανικός ἀπό τούτη τή φωτιά καθώς ὁ νοῦς μου πού τά εἶχε χαμένα δέν μποροῦσε νά συλλάβη αὐτά πού ξαφνικά καί τόσο γρήγορα μοῦ συνέβαιναν καί, φυσικά, οὔτε νά δώση ὁ νοῦς μου ἐξήγησι, μποροῦσε.
Ὅμως, σέ λίγο, πολύ λίγο, δέν χρειαζόμουν, πιά, καμμιά ἐξήγησι τῆς λογικῆς μου σκέψεως γιατί μοῦ ἦλθε ἀπό ἄλλη θύρα ἐκείνη ἡ ἐξήγησι πού δέν χωράει ἀμφιβολία καί δέν χρειάζεται ἑρμηνεία. Ἦλθε ἀπό τή θύρα τῆς ψυχῆς μου, πού ἄνοιξε διάπλατη, κι ἦταν ὁλοκάθαρη σάν τό κρύσταλλο καί ὁλοφώτεινη σάν τόν ἥλιο τοῦ μεσημεριοῦ, καθώς ἡ πύρινη ἐκείνη φλόγα πού ἔπεσε σάν ἀστραπή, ἀντί νά μέ κάψη καί νά μοῦ προκαλέση κακό, εἰσχώρησε ὅπως ἕνα δυνατό φῶς καί μιά γλυκιά θερμή πνοή, ἔλυωσε τόν πάγο καί εὐθύς ἀμέσως βεβαιώθηκα τήν ἴδια ἀκριβῶς στιγμή πώς ἔδιωξε ἀπό μέσα μου τήν παγωνιά τοῦ θανάτου. Καί ἐνῶ, μερικά λεπτά πρίν, εἶχα σχεδόν ἀποδιοργανωθῆ ἐσωτερικά μή μπορώντας νά βάλω μιά τάξι μέσα μου κι ἤμουν ἕτοιμη νά τό βάλω στά πόδια, ἔνοιωσα νά καταλαγιάζη, αὐτόματα, ὅλη ἡ ἀντάρα, καί νά κυκλοφορῆ στίς φλέβες μαζί μέ τό αἷμα μου μιά ἀπέραντη γαλήνη, μιά ἀνείπωτη εὐτυχία τήν ὁποία δέν μποροῦν νά σοῦ δώσουν ὅλες μαζί οἱ χαρές τῆς ζωῆς.
Ἡ πρώτη σκέψι μου ἦταν νά κυττάξω καί πάλι γύρω μου νά δῶ τί εἶχαν ἀντιληφθῆ οἱ ἄλλοι. Ὅμως, καί τούτη τή φορά δέν παρατήρησα ἀπολύτως τίποτα. Κανένα σημάδι στά πρόσωπα ἤ στήν ἔκφρασί τους πού νά μαρτυρᾶ πώς καί ἐκεῖνοι εἶχαν αἰσθανθῆ ὅ,τι καί ἐγώ ἤ εἶχαν καταλάβει αὐτά τά ὁποῖα συνέβησαν σέ μένα. Ὅλοι ἦταν ἀδιάφοροι, κανένας δέν μέ πρόσεχε, ὅλοι, ἐκτός ἀπό ἕναν, τόν οἰκοδεσπότη, ὁ ὁποῖος ὅση ὥρα διάβαζε, δίπλα μου, ἔνοιωθα ὅτι μέ παρακολουθοῦσε μέ τήν ἄκρη τοῦ ματιοῦ του καί τή στιγμή κατά τήν ὁποία γύρισα πρός αὐτόν τό βλέμμα μου, ἔκλεισε τό Εὐαγγέλιο, ἔκανε τό σταυρό του καί ψιθύρισε:
Σ᾽ εὐχαριστῶ Παναγία μου.
Ἀπό τή στιγμή ἐκείνη ἤμουν ἀπολύτως βέβαιη ὅτι ὁ Θεός ἦταν ἐντός μου καί ὅταν ἐπέστρεψα στό δωμάτιό μου, τό ἴδιο βράδυ, ἔνοιωθα τόσο εὐτυχισμένη καί μ᾽ ἕνα πρωτόγνωρο συναίσθημα, κυττάζοντας πρός τόν Οὐρανό, ἔκανα τήν προσευχή μου: “Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς Οὐρανοῖς...”.
Ναί! Ὁ Θεός ἦταν μέσα μου, ἦταν αὐτή ἡ φωτιά. Γιατί ὁ Θεός εἶναι ΦΩΤΙΑ, πού θερμαίνει χωρίς νά καίη. Κατακαίει μόνο ὅποιο βλαβερό ζιζάνιο ἔχει φυτρώσει στήν ψυχή γιά ν᾽ ἀκολουθήση ἡ καλλιέργεια καί ἡ σπορά τοῦ Θείου Λόγου κι ὕστερα νά φυτρώση ἡ γαλήνη καί ἡ εὐτυχία.
Ὅταν, τό ἄλλο πρωΐ, στήν Ἐκκλησία, καλημέρησα τόν κύριο Πελεκάνο καί πρίν τελειώσω τή φράσι μου: 
—Ξέρετε, χθές τό βράδυ, στό σπίτι σας... μέ διέκοψε καί μοῦ εἶπε: 
—Ξέρω, ξέρω τί ἔγινε, γιατί εἶχα προσευχηθῆ, πάρα πολύ, στήν Παναγία, ἀλλά μήν τό πεῖς αὐτό, ποτέ, σέ κανέναν»(ΠΧ, 60).

Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2011


<>











Όταν ο Θεός "παραμονεύει" ευεργετικά στη γωνία - Μεταστροφές από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία

Ἀναφέρει ὁ Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ:

Ἡ ἑπομένη ἦταν κοσμική κοπέλλα. Μιά μέρα ὁ πατέρας της τῆς πῆγε στό σπίτι γιά νά μαγειρέψη ἕνα «χωνί» ψάρια. Ὁ Θεός, ὅμως, «παραμόνευε» εὐεργετικά στή γωνία. Τό χωνί ἦταν τυλιγμένο μέ τό θρησκευτικό περιοδικό Ζωή. Ἔπεσε, λοιπόν, τό μάτι της σ᾽ αὐτό, τό διάβασε καί μετεστράφη. Ἔγινε, μάλιστα, καί καλή ἁγιογράφος, μαθήτρια τοῦ Φώτη Κόντογλου. Ἦταν θεία προσωπικοῦ φίλου, ὁ ὁποῖος καί μοῦ ἀφηγήθηκε τά τῆς μεταστροφῆς της. 

Τέλος, ἕνα ἀπόγευμα στό ἐξομολογητήριο τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἦλθε κάποιος ἐπιστήμονας νά ἐξομολογηθῆ καί μοῦ εἶπε πῶς ὁδηγήθηκε στήν ἐξομολόγησι: Ἕνα ἀπόγευμα ἔβγαλε γιά βόλτα τό σκυλί του στό Κολωνάκι —ἐκεῖ ἔμενε. Τό σκυλί, δεμένο μέ λουρί, ὁδηγοῦσε τόν κύριό του καί τόν πῆγε στά σκουπίδια. Ἐκεῖ βρῆκε πεταμένο τό βιβλίο Ὑποθῆκες Ζωῆς, Ἀπό τή Ζωή καί τή Διδασκαλία τοῦ π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου. Τό πῆρε, τό διάβασε καί ἦλθε νά ἐξομολογηθῆ! 

Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2011


<>






Η μεταστροφή του Γάλλου Olivier Clément από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία


Ἰδού καί ἡ μεταστροφή τοῦ Οlivier Clément. Ἀφηγεῖται: Κάθε 15 μέρες, «περίμενα μέ εὐχαρίστησι τό ἐπιδόρπιο καί τή συζήτησι πάνω στό πρόβλημα τῆς ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ. Οἱ θεῖες μου ἦταν ὑπέρμαχες τοῦ θεϊσμοῦ, στή γραμμή τῆς παραδόσεως τοῦ Jules Ferry. Ἐνῶ οἱ γονεῖς μου, διευθυντές σχολείου κι αὐτοί, εἶχαν γίνει ἄθεοι μέ τή μορφή τῆς στρατεύσεως. Κανένας δέν θύμωνε. Κανένας δέν προσπαθοῦσε νά πείση. Ἡ συζήτησι ἔμοιαζε περισσότερο μέ φιλική μουσική. Καί ὁ Θεός παρέμενε ὁ πιό ξένος στό βάθος τοῦ διαλόγου. Ἡ φωνή δέν χαμήλωνε, δέν κυμάτιζε, παρά μονάχα γιά τά μυστήρια τῆς ἀγάπης, τῆς πολιτικῆς καί τῆς ἀρρώστιας. Προπάντων ὅταν γινόταν λόγος γιά τή φυματίωσι (δέν θά πρεπε ἡ “μικρή” νά παντρευθῆ ἕνα φυματικό) καί γιά τή διανοητική καθυστέρησι... Τό ὑπέρτατο “῎Ον”, ἀρκετά ἄρρωστο, μιά καί φαινόταν ἀνίκανο νά τά τακτοποιήση ὅλα κι ἀρνιόταν νά κάνη παντοῦ θαύματα, ὅπως λένε πώς ἔκανε καί κάνει στή Λούρδη, τό “Ὄν” φάντασμα, χάνεται ἀνάμεσα στό ἄρωμα τοῦ καφέ καί στό κουδούνισμα τῶν πιατικῶν. Αὐτές οἱ συζητήσεις δέν μοῦ ἄφησαν τίποτε. Ἦταν ὁ θόρυβος μιᾶς ἀπουσίας»(CO, 7). 
«Ἡ βασική ἐπιδίωξι τῶν πρώτων Γάλλων σοσιαλιστῶν ἦταν, ὁπωσδήποτε, ἡ δικαιοσύνη, ἀλλά, πάνω ἀπ᾽ ὅλα, ἠ “κοινωνία”: “Ἡ δική σας ζωή εἶναι δική μου”, ἔλεγε ἡ George Sand. Κι ὁ Pierre Leroux ἔβαζε σάν προμετωπίδα στό οὐσιαστικότερο βιβλίο του Περί τῆς Ἀνθρωπότητας, τό κομμάτι τοῦ ἀποστόλου Παύλου, γιά τό μοναδικό σῶμα, στό ὁποῖο εἶμασθε μέλη ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου (“ἀλλήλων μέλη”)»(CO, 18). 
«Ἀκόμα, τέτοια ἦταν καί ἡ βαθύτερη ἄποψι —λίγο ντροπαλή, λίγο κρυφή— τοῦ Jean Jaurès. Ὁ Jaurès χάρισε στόν Ἰησοῦ λόγια σφοδρῆς ἀγάπης. Ξαναδιάβαζε τακτικά —κι ἀφιέρωνε τό χρόνο του— στόν Ὅμηρο, τό Δάντη καί τή Βίβλο. Ὑπογράμμιζε τήν πρωταρχική σπουδαιότητα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, γράφοντας: “Νά πραγματοποιοῦμε τή δικαιοσύνη στήν κοινωνική διάστασι, γιά νά προετοιμάσουμε... τήν ἐξοικειωτική διείσδυσι τῶν ψυχῶν στή μυστική διάστασι”. Πολύ ἔπαιξε τό πρᾶγμα στήν ἀρχή τούτου τοῦ αἰῶνα [τοῦ 20οῦ]. Ἡ κίνησι ἦταν ἀβέβαιη, τουλάχιστον σέ τούτη τή χώρα [τή Γαλλία]. Ἡ Φιλοσοφία τῶν Παραγωγῶν τοῦ Sorel, ἔδειχνε μιά παθητική νοσταλγία τῆς ἀρχαϊκῆς Ἐκκλησίας, πού θά ἦταν ἱκανή νά ἀλλάξη πραγματικά τή ζωή καί τῆς ὁμάδος τῶν ἀνθρώπων καί τοῦ καθενός χωριστά καί, πού θά μποροῦσε, ἀκόμα, νά πληθύνη τούς τόπους ἐπικοινωνίας, τῆς βαθειᾶς ἐλευθερίας καί τῆς ὀμορφιᾶς μέσα σ᾽ ἕνα κοινωνικό ἱστό νεκρωμένο. Μονάχα, πού ἡ κίνησι αὐτή δέν συνταντήθηκε μ᾽ ἕνα Χριστιανισμό δημιουργικό, ἕνα Χριστιανισμό τῆς Θεανδρικότητος, ἀλλά μέ τόν Μαρξισμό τόν πιό συστηματικό»(CO, 18). 
«Διάβαζε [ὁ πατέρας μου]. Διασκεδαστικά βιβλία. Γι᾽ αὐτά δέν μιλοῦσε σέ κανέναν. Ὅμως, τά βρῆκα μέσα στήν ἀξιολογότατη βιβλιοθήκη του. Οἱ Ἀδελφοί Καραμαζώφ, τοῦ Dostoyevski, ὁ Πατήρ Σέργιος, τοῦ Tolstoy, ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Σεργίου, τοῦ Μπόρις Ζάϊτσεφ (πού ἦταν ὁ παπποῦς τοῦ φίλου μου Μιχάλη Ζολόγκουμπ. Πῶς πλέκονται παράξενα οἱ δρόμοι! Ὁ Θεός ὑφαίνει, αὐτό τό λίγο, πού Τοῦ ἐπιτρέπουμε νά δράση...). 
Ὁ πατέρας μου σιωποῦσε. Ζοῦσε τήν οἰκογένειακή ζωή καί σιωποῦσε. Ἡ ἀδελφή του ζοῦσε μόνη της στό χωριό καί σιωποῦσε. Ὡστόσο, ὅλα τά πράγματα, πού ἦταν γύρω της, ἰδιαίτερα τά φυτά, ἦταν ζωντανά, Βέβαια, ἦταν ἄθεη, σάν τόν πατέρα της. Ὅμως, βρῆκα μέσα στό συρτάρι, στό ὁποῖο ἔβαζε τά πιό ἀγαπημένα της πράγματα, ἕνα ἀντίτυπο τοῦ Εὐαγγελίου κατά Ἰωάννη. Ὁ βίος τοῦ ἁγίου Σεργίου, τό Εὐαγγέλιο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου. Αὑτό ἦταν τό μυστικό τους»(CO, 22).
«Ὁ Θεός γινόταν τό μεγάλο μυστικό τῆς ἐποχῆς μας. Δέν μοῦ μίλησαν ποτέ γι᾽ Αὐτόν. Καί ἀκόμα λιγότερο γιά τό Χριστό. Ὅταν κάποτε ἔκανα στόν πατέρα μου τίς ἀποφασιστικές ἐρωτήσεις: 
—Γιατί πεθαίνουμε;, μοῦ ἀπάντησε —θυμᾶμαι βρισκόμουνα στά ἑπτά ἤ στά ὀκτώ μου χρόνια: 
–Ὅταν πεθαίνουν, δέν ὑπάρχει, παρά τό μηδέν. Ὅμως, παρόλο αὐτό, πρέπει νά προσπαθοῦμε νά εἴμασθε καλοί, νά εἴμασθε δίκαιοι. 
—Καί οἱ ἄλλοι τί κάνουν;
—Ξέρεις, πώς οἱ ἄνθρωποι δέν ὑπακούουν, παρά μονάχα στό συμφέρον τους. Ὅμως, πρέπει, παρόλο αὐτό... 
Ὁ πατέρας μου, ὅταν ἀπαντοῦσε σέ τέτοιες ἐρωτήσεις ἔδειχνε παράξενος. Ἡ ἰδεολογία τῶν πρότυπων σχολῶν τῆς ἀρχῆς τοῦ αἰῶνα μας χρωματισμένη μέ λίγο σοσιαλισμό, πού εἶχε καταντήσει θλιμμένος, σχηματοποιόταν ἀπ᾽ αὐτόν αὐθόρμητα. Γιά τό θεμελιακό θέμα, τό ὁποῖο ἐρευνοῦσε μέσα στή βιογραφία τοῦ ἁγίου Σεργίου, δέν εἶχε λεξιλόγιο νά μιλήση. Μιά μόνη λέξι σφράγιζε τήν τυποποιημένη φιλοσοφία του: τό μηδέν»(CO, 24). 
«Ἕνα εὐαγγελικό ἐπεισόδιο, σάν τή θεραπεία τῆς αἱμορροούσας γυναίκας, φαίνεται γεγονός κραυγαλέας ἀληθείας, ἕνα πρᾶγμα, πού δέν εἶναι δυνατόν νά ἐφευρεθῆ»(CO, 97). 
Ὁ Νikolaï Lossky «ἔφερνε [σάν παιδί] σέ ἀμηχανία τόν πνευματικό του στό θέμα τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ, ρωτώντας τον ἄν ὁ Θεός ἦταν ἱκανός νά πλάση μιά πέτρα, τήν ὁποία νά μήν μπορῆ νά τή σηκώση! “Σήμερα, μοῦ ἔλεγε, ξέρω τήν ἀπάντησι: αὐτή ἡ πέτρα εἶναι ὁ ἄνθρωπος”»(CO, 135). Σήμερα ξέρουμε ὅτι ὅλες αὐτές οἱ μυστικές διαδρομές τοῦ Θεοῦ μεταποίησαν τήν ψυχή τοῦ Clément σέ Ὀρθόδοξη.
Γράφει καί ὁ Ι. Παπαδόπουλος: «Ὁ Olivier Clément δέν γνώρισε τό πνευματικό comfort καί τή μακάρια σιγουριά ὅσων γεννηθήκαμε στή “χριστιανική” Ἑλλάδα, βαπτισθήκαμε, μεγαλώσαμε σε “χριστιανικό” περιβάλλον καί... ἐγκατασταθήκαμε στήν εὐδαίμονα ὀρθοδοξία μας! Οἱ γονεῖς του, δάσκαλοι, ἦταν ἄθεοι. Δέν εἶχαν καμμία σχέσι μέ τήν Ἐκκλησία. Ἔτσι, ὁ Olivier Clément δέν ἔγινε χριστιανός, δέν βαπτίσθηκε. Στή νότιο Γαλλία ὅπου γεννήθηκε στίς 17 Νοεμβρίου τοῦ 1921, ἡ κοινωνία τότε παρουσίαζε μιά ἰδιότυπη σύνθεσι: οἱ καθολικοί, οἱ προτεστάντες καί οἱ.... σοσιαλιστές-“ἄθεοι”! Ὁ Olivier Clément πέρασε ὅλη τήν παιδική του ἡλικία χωρίς κανείς νά τοῦ μιλήση ποτέ γιά τό Θεό. “Δέν εἶχα μπῆ ποτέ μέσα σέ μιά Ἐκκλησία, οὔτε κἄν μοῦ πέρασε ἀπ’ τό μυαλό”.
 Ἔρχεται, ὅμως, ἡ ἐφηβεία, οἱ σπουδές στόν ἱστορικό κλάδο, τά μεγάλα ἐρωτήματα γιά τό νόημα τῆς ζωῆς, τό θάνατο, τό μηδέν, τήν ἀναζήτησι τοῦ θεμελιώδους... Μιά ὁλόκληρη δεκαπενταετία πυρετώδους ἀναζήτησεως καί πνευματικῆς περιπέτειας: ἀπ’ τό φλέρτ μέ τό μαρξισμό καί τό κομμουνιστικό Κόμμα μέχρι τίς θρησκεῖες τῆς Ἀσίας, τό βουδδισμό καί κυρίως τόν ἰνδουϊσμό. Τήν περιπετειώδη αὐτή ἀναζήτησι τήν αἰσθάνεται κανείς ὁλοζώντανη διαβάζοντας τό βιβλίο του: Ὀ Ἄλλος Ἥλιος, Πνευματική Αὐτοβιογραφία (L’ Autre Soleil: Autobiographie Spirituelle, Ed. Stock, Παρίσι 1975).
Διαβάσματα, συναντήσεις ἀνθρώπων, ὅπως συμβαίνει συχνά, μποροῦν νά παίξουν ἀποφασιστικό ρόλο: “Ὁ πρῶτος πού μέ ἔκανε νά καταλάβω ὅτι μπορεῖ κανείς νά εἶναι χριστιανός, ὁ πρῶτος πού πραγματικά ἔκανε νά γείρη μέσα μου ἡ ζυγαριά ἀπ’ τήν Ἰνδία στό Εὐαγγέλιο εἶναι ὁ Nikolai Berdyayev”. Τόν ὁποῖο, ὅμως, ποτέ δέν συνάντησε ἀφοῦ ἐκεῖνος πέθανε τό 1948, ὅταν ὁ Olivier Clément ἐγκαταστάθηκε στό Παρίσι. Στή διάρκεια τοῦ πολέμου εἶχε βρῆ σέ φιλική βιβλιοθήκη τό βιβλίο τοῦ Berdyayev Πνεῦμα καί Ελευθερία καί τό διάβασε “μονορούφι” σέ μιά μέρα καί μιά νύκτα. Στρέφεται ἔκτοτε πρός τούς χριστιανούς, ἀλλά ἔπρεπε νά νικήση τήν ἐνστικτώδη ἀπέχθεια τἠν ὁποία αἰσθανόταν γι’ αὐτούς καί πού εἶχε τίς ρίζες της στήν παιδική του ἡλικία. “Τόν καθολικισμό μοῦ τόν εἶχαν παρουσιάσει σάν τεράστια καί καταχθόνια ἐξουσία ἐπί τῆς γῆς, καταπιεστική καί εὐνουχιστική. Τό δέ προτεσταντισμό, σάν ἕνα στάδιο, ξεπερασμένο πιά, πρός τή λαϊκή κοινωνία, τό σοσιαλισμό”.
Ἐν πάσῃ περιπτώσει, ἡ στροφή πρός τούς χριστιανούς, καθολικούς καί προτεστάντες, δέν εὐοδωνόταν. “Πρέπει νά πῶ μέ ὅλη τή δύναμι ὅτι ἐκεῖνο πού μέ ἐμπόδισε νά γίνω χριστιανός τότε ἦταν ἡ ἀπουσία —ἔτσι μοῦ φάνηκε τουλάχιστον— μιᾶς ἀληθινῆς θεολογίας τῆς ἐλευθερίας καί μιᾶς ἀληθινῆς θεολογίας τοῦ Ἁγ. Πνεύματος καί τῆς ἐμπειρίας τοῦ Ἁγ. Πνεύματος”. Τό βασικό βιβλίο τοῦ Vladimir Lossky Μυστική θεολογία τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας εἶχε γίνει καίριο ἀνάγνωσμά του καί συνακόλουθα οἱ Πατέρες στούς ὁποίους αὐτό παρέπεμπε (Ἁγ. Εἰρηναῖος, Διονύσιος ὁ Ἀεροπαγίτης, Ἅγ. Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, Νικόλαος Καβάσιλας κ.ἄ.). “Ἔψαξα νά τόν συναντήσω... τόν ἀκολούθησα. Αὐτός μοῦ ἔμαθε τή θεολογία.... Ὁ Vladimir Lossky ἦταν ριζωμένος στήν Ἐκκλησία ὅπως ἕνα δένδρο εἶναι ριζωμένο στήν τροφό γῆ. Ἀπ’ αὐτόν, τούς δικούς του καί ἀπό ὅλη τή ζωή τῆς μικρῆς ἐνορίας τῆς ὁποίας ἦταν μέλος, ἀνακάλυψα τήν Ἐκκλησία, ὄχι σάν μιά ἠθική, μιά ἰδεολογία, μιά ἐπίδρασι κοινωνική καί πολιτική, ἀλλά τή λειτουργική, εὐχαριστιακή ἐκείνη γόνιμη γῆ, ὅπου ὁ ἄνθρωπος τρέφεται καί μεταμορφώνεται”.
Μαθητεύει κοντά στό Vladimir Lossky, συναντᾶται μέ τόν π. Σωφρόνιο καί σέ λίγο μέ τόν P. Evdokimov μέ τόν ὁποῖο θά συνδεθῆ μέ μιά δυνατή καί μακρά φιλία... 
Ἔτσι ὡρίμασε ἡ ἀπόφασι γιά τό ἀποφασιστικό βῆμα: “Δέχθηκα τό βάπτισμα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἤμουν τριάντα ἐτῶν. Ἦταν μιά ἐπιλογή διαυγής καί σοβαρή. Μιά συνειδητή ἐπιλογή, ἄν θέλετε, παρότι χρειάζεται ὅλη ἡ ζωή, ὅλος ὁ θάνατος γιά νά συνειδητοποιήση κανείς τή χάρι τοῦ Βαπτίσματος, γιά νά πεθάνη καί νά ξαναγεννηθῆ ἐν Χριστῷ”»(στό: ΚΚ, 8).

Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2011


<>








Γαλλία: Η μεταστροφή του ιατρού Κωνσταντίνου Σακελλαρίου από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία 

Ὁ ἰατρός Κων/νος Σακελλαρίου (1856-1916), γυιός Ἱερέως, σπούδασε ἰατρική στή Γαλλία ὅπου καί ἔχασε τήν πίστι του. «Πολλές φορές κρατώντας τό περίστροφο στό χέρι, τό ἀκουμποῦσε στό στῆθος του ἤ στόν κρόταφο, ἀλλά τό περίστροφο δέν ἐκπυρσοκροτοῦσε —σάν νά μήν ἤθελε νά ὑπακούση. Ἔστρεφε τότε πρός τά ἔξω τό πιστόλι του καί τότε ἐκπυρσοκροτοῦσε. Τό γεγονός αὐτό τοῦ ἔκανε μεγάλη ἐντύπωσι, ἄν καί δέν ἦταν σέ θέσι νά ἐννοήση ὅτι αὐτό ἦταν ἐπέμβασι τῆς θείας Προνοίας. Θυμήθηκε, ὅμως, ἀμυδρά τή σεβάσμια μορφή τοῦ πατέρα του.
Καί σέ ἄλλη περίπτωσι ὁ νεαρός γιατρός ἀποφάσισε νά θέση τέρμα στή ζωή του. Εἶχε πάει στό Παρίσι καί ἦταν καλοκαίρι. Ἔμενε σέ ξενοδοχεῖο. Τό βράδυ ἀνέβηκε νά κοιμηθῆ στήν ταράτσα καί, μάλιστα, πάνω στό πεζούλι, μέ τήν ἀπόφασι νά πέση κάτω κατά τόν ὕπνο του καί νά γκρεμισθῆ στό δρόμο χωρίς νά τό καταλάβη. Ἀλλά καί ἐδῶ οἱ ἐλπίδες του διαψεύσθηκαν. Τή νύκτα ἔπεφτε ἀπό τό μέσα μέρος καί ποτέ πρός τά ἔξω, ὅσες φορές κι ἄν ἐπεχείρησε. Κάτι παρόμοιο δοκίμασε καί στήν ὄχθη τοῦ Σηκουάνα, ἀλλά κι ἐδῶ τό ἴδιο ἀποτέλεσμα. Τό γεγονός αὐτό τοῦ ἔκανε μεγάλη ἐντύπωσι»(ΗΜ, 14). Βλέπουμε στά περιστατικά αὐτά τή φανερή ἐπέμβασι τοῦ Θεοῦ στό μετέπειτα πιστό παιδί του.

Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2011


Ym.

<>








Η μεταστροφή ενός αθέου θείου του λαϊκού ιεροκήρυκα Δημήτριου Παναγόπουλου (+1982)


Αναφέρει ο λαϊκός ιεροκήρυκας Δημήτριος Παναγόπουλος (+1982):

Είχα έναν άθεο θείο, που με έλεγε: 
- Γιατί δεν κατέβηκε ο Χριστός από Τον Σταυρό; Άμα ήταν Θεός, θα μπορούσε να ξεφύγει. Τον πιάσανε, τον «κατεργάρη» και Τον Σταυρώσανε οι Εβραίοι! Δεν μπορούσε να ξεφύγει! Τον εαυτόν Του δεν μπορούσε να βοηθήσει... 
- Τότε, πως ξέφυγε ο Χριστός, όταν κάποτε θέλησαν να Τον ρίξουν στον γκρεμό; τον ρώτησα. Ξέφυγε ανάμεσά τους. Πώς έγινε αυτό; 
- Πού το αναφέρει αυτό; με ρώτησε. 
Άνοιξα το Ευαγγέλιο και του έδειξα το χωρίο: 
«Και αναστάντες εξέβαλον αυτόν έξω της πόλεως και ήγαγον αυτόν έως οφρύος του όρους, εφ’ ου η πόλις αυτών ωκοδόμητο, εις το κατακρημνίσαι αυτόν. Αυτός δε διελθών δια μέσου αυτών επορεύετο» (Λουκάς 4,29-30). 
Είναι πολλών γνώμη αυτή, ότι ο Χριστός δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά, Τον στρύμωξαν οι Εβραίοι και Τον Σταύρωσαν. 
Όχι, δεν είναι έτσι! Ο Χριστός από αγάπη προς τον άνθρωπο, ήρθε προς το εκούσιο πάθος και Σταυρώθηκε. Αυτό να το βάλουμε μέσα στο μυαλό μας και να Του χρωστάμε πολύ ευγνωμοσύνη και υποχρέωση. 
Στη συνέχεια τον ρώτησα:
- Θείε, ο Χριστός πέθανε, ή τον πεθάνανε;
- Τον πεθάνανε!
- Καθόλου δεν τον πεθάνανε! Απέθανε! Πέθανε την ώρα που ήθελε Αυτός! Και ήρθε στο εκούσιο πάθος στο θεληματικό αγάπη προς τον άνθρωπο. Αλλά ο άνθρωπος αγνώμων, δεν θέλει να το εκτιμήσει αυτό το πράγμα.
Και του διάβασα ενθυμούμαι τότε –ήταν άρρωστος στο σανατόριο– αυτό που λέγει η Εκκλησία μας τη Μεγάλη Παρασκευή, πως πέθανε ο Χριστός. 
Και του είπα εκείνη τη στιγμή του θανάτου του Χριστού: 
- Γράφει η Γραφή, ότι ο Χριστός «κλίνας την κεφαλήν, παρέδωκεν το πνεύμα» (Ιωάν. 19,30). 
Εσύ πως θα πεθάνεις και εγώ αύριο θείε; Πες μου πως; Θα αφήσουμε το πνεύμα και κλίνουμε την κεφαλή, θα κατεβάσουμε τα ρολά... 
Και δεν πρόκειται να τα ξανά ανοίξεις... 
Αυτός όμως κλίνας της κεφαλήν, παρέδωκεν το πνεύμα. Πέθανε την ώρα που ήθελε...
Με κοιτούσε και συλλογίζετο...
Εν πάση περιπτώσει, έπειτα από 3 χρόνια πίστεψε αυτός και τολμώ να πω ότι σώθηκε την τελευταία στιγμή...

Facebook: Ηλίας Καλλιώρας


<>










Η μεταστροφή μίας πόρνης της Αθήνας από τον αθεϊσμό στην Ορθόδοξη Χριστιανική ζωή με την βοήθεια της πρώην οδηγού TAXI Μοναχής Πορφυρίας (+2015)


Η μοναχή Πορφυρία (+2015), η επί δεκαετίας 1997-2007 οδηγός TAXI  σε Αθήνα και Πειραιά μας αναφέρει:

«Ἡ βάρδια μου εἶναι νυκτερινή, ἡ ὥρα ἕντεκα τό βράδυ. Ἀνέβαινα τήν ὁδό Πειραιῶς, πρός Ὀμόνοια. Μέσα στό ταξί, ὡς συνήθως, μιλοῦσα μέ τόν γλυκύ μου Ἰησοῦ. Αὐθόρμητα εἶπα μέσα μου στό Χριστό μου: Τόν πρῶτο ἄνθρωπο πού θά μοῦ κάνη σινιάλο νά σταματήσω, θά τόν πάω χωρίς χρήματα, ἀρκεῖ νά τόν φέρω κοντά Σου. Δέν μέ σταμάτησε κανείς, μέχρι πού ἔφθασα Πειραιῶς καί Μενάνδρου. Ἐκεῖ στή γωνία στεκόταν μιά κοπέλλα. Σταμάτησα καί τήν κοιτοῦσα. Περίμενε πελάτη, γιά τό μεροκάματο. Χωρίς νά τό καλοσκεφθῶ, κατέβηκα καί πῆγα κοντά της.

—Καλησπέρα!

—Καλησπέρα!, μοῦ ἀπάντησε.

—Ξέρεις, αὐτή τήν ὥρα, αἰσθάνομαι πολύ πόνο στήν ψυχή μου καί θέλω μέ κάποιον νά τόν μοιρασθῶ.

Μέ κοιτοῦσε παραξενεμένη καί μοῦ λέει:

—Καλά, καί βρῆκες ἐμένα νά μιλήσης;

—Ναί! Ἡ καρδιά μου μοῦ λέει πώς ἐσύ θά μέ καταλάβης.

—Ξέρεις τί δουλειά κάνω ἐγώ;

—Τό βλέπω.

—Καί θέλεις νά μιλήσης μαζί μου;

—Ναί! Θέλω νά μιλήσω μαζί σου. Εἶσαι νά χάσουμε σήμερα καί οἱ δύο τό μεροκάματο; Ἴσως νά μπορέσης νά μέ βοηθήσης καί νά σωθῶ.

—Πᾶμε, μοῦ λέει διστακτικά.

—OΚ, φύγαμε!

Ἔρριξε μιά ματιά γύρω της καί μπῆκε γρήγορα στό ταξί.

Χαρούμενη ἐγώ, ἀλλά καί προβληματισμένη· τί θά τῆς ἔλεγα; Θεέ μου! ἔλα κάτω καί βοήθησέ με, τί νά κάνω τώρα; Τί νά τῆς πῶ; Ἀφοῦ συστηθήκαμε, τῆς λέω:

—Δύσκολα τά ἐπαγγέλματα πού διαλέξαμε νά κάνουμε, ἔ;

Καί ἔτσι ἀρχίζει μιά πολύ ὡραία συζήτησι.

Στήν ἀρχή γύρω ἀπ’ τό ταξί καί τίς δυσκολίες του. Καί δειλά-δειλά ἄρχισα νά μπαίνω στή δική της ζωή. Ὡστόσο, φθάσαμε στό Καβούρι. Τῆς εἶπα:

—Θά κατέβουμε ἐδῶ νά πιοῦμε καφέ καί νά συνεχίσουμε τήν κουβέντα μας.

Ἐκείνη τότε μοῦ εἶπε κάτι πού μέ συγκίνησε:

—Δέν ντρέπεσαι νά πᾶμε μαζί μέσα;

Ὅπως καταλαβαίνετε, τό ντύσιμό της ἦταν διαφορετικό ἀπ’ τό δικό μου, ἀλλά καί ἡ ὅλη της ἐμφάνισι. Τῆς εἶπα:

—Ὄχι! Δέν ντρέπομαι! Νά ντρέπωνται αὐτοί πού σέ ἔφεραν σ’ αὐτή τήν κατάστασι! Γιά μένα εἶσαι ἕνα γλυκό καί τρυφερό πλάσμα τοῦ Θεοῦ.

Μπήκαμε μέσα· τά βλέμματα ὅλων πέσανε ἐπάνω μας. Ὅμως, αὐτό δέν μέ ἐνδιέφερε καθόλου, οὔτε οἱ μελανιές τίς ὁποῖες εἶχε στά πόδια της μέ ἔκαναν νά ντραπῶ καί νά ἀρχίσω νά τρέχω. Γιά μένα ἐκείνη ἡ ὥρα ἦταν ἱερή. Ἔπρεπε, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, νά ἀναστήσω πάσῃ θυσία αὐτό τό κορίτσι.

Ὅπως κι ἄλλες φορές, αἰσθανόμουν πώς δέν μιλάω ἐγώ, ἀλλά κάποιος ἄλλος μέσα ἀπό ἐμένα· τό ἴδιο συνέβη καί σ’ αὐτή τήν περίπτωσι· κάποιος ἄλλος μέ ὠθοῦσε νά βοηθήσω αὐτή τήν κοπέλλα. Μοῦ διηγήθηκε ὅλη τή ζωή της ἀπ’ τά παιδικά της χρόνια μέχρι σήμερα. Καί, ἐπίσης, πῶς ἔφθασε νά κάνη αὐτό τό ἐπάγγελμα.

Ἕνα ἐπάγγελμα ὀδυνηρό, ὄχι ἁπλᾶ δύσκολο. Αὐτό τό ἐπάγγελμα σοῦ καταρρακώνει τήν προσωπικότητα, τήν ἀξιοπρέπεια, ξεχνᾶς ἄν εἶσαι ἄνθρωπος, ξεχνᾶς τά θέλω σου, ζῆς καί λειτουργεῖς μέ τά θέλω τῶν ἄλλων. Ἐσύ δέν ὑπάρχεις πουθενά, γιατί, ἐκτός ἀπ’ τή σάρκα σου, γι’ αὐτούς δέν ἔχεις τίποτε ἄλλο. Γι’ αὐτό καί εἶσαι ὑποχρεωμένος νά ὑπακοῦς στίς διαταγές τους. Δηλαδή, βρίσκεσαι στήν ὑπακοή τοῦ Διαβόλου καί ὄχι τοῦ Θεοῦ. Τή δυσκολία αὐτοῦ τοῦ ἐπαγγέλματος τήν ἄκουσα γιά πρώτη φορά αὐτή τή βραδιά. Πιστέψτε με, ρομφαία τρύπησε τήν καρδιά μου! Ἡ ἐξομολόγησι αὐτοῦ τοῦ κοριτσιοῦ μέ πόνεσε τόσο πολύ, πού ἀνάλογο πόνο δέν θυμᾶμαι νά ἔχω νοιώσει στή ζωή μου!

Τότε ἄρχισα νά τῆς μιλῶ γιά τό Θεό καί γιά τή μεγάλη εὐτυχία τήν ὁποία μᾶς χαρίζει, ὅταν εἴμασθε κοντά Του· τῆς μίλησα γιά τήν Παναγία μας καί τό πόσο γλυκειά, τρυφερή καί προστατευτική εἶναι γιά τά παιδιά Της. Τῆς μίλησα γιά τά θαύματα τῶν Ἁγίων μας, γιά τό Γέροντα Πορφύριο, γιά τά θαύματα τά ὁποῖα ἔζησα μέσα στό ταξί, μά καί πολλοί ἄνθρωποι μαζί μου. Τῆς μίλησα γιά τή δύναμι τῆς Ἐξομολογήσεως, τῆς Θείας Κοινωνίας καί γιά πάρα πολλά θέματα γύρω ἀπ’ τό Θεό καί τήν πίστι. Προσπαθοῦσα νά τήν πείσω νά ἀλλάξη τή ζωή τήν ὁποία ἔκανε, ἀφήνοντας τά δάκρυά μου νά τρέχουν συνέχεια, ἀσταμάτητα, κρατώντας της τρυφερά τά χέρια.

Ὅταν πιά, κουρασμένη ἀπ’ τό κλάμα μου, τῆς εἶπα: “Ὥρα εἶναι νά πηγαίνουμε”, πλήρωσα καί σηκωθήκαμε νά φύγουμε.

Ὅταν φθάσαμε στό ταξί, μέ περίμενε ἡ μεγάλη ἔκπληξι. Ἦλθε κοντά μου καί μοῦ λέει:

—Μ’ ἀφήνεις νά σέ ἀγκαλιάσω;

—Καί, βέβαια, νά μέ ἀγκαλιάσης, τῆς εἶπα μέ πολύ χαρά.

Μέ ἀγκάλιασε καί τότε ξέσπασε σέ λυγμούς. Μέσα ἀπ’ τούς λυγμούς της μοῦ ἔλεγε:

—Βοήθησέ με, βοήθησέ με, ὁ Θεός σου σέ ἔστειλε, βοήθησέ με νά ἀλλάξω τή ζωή μου, κουράσθηκα νά κάνω αὐτή τή δουλειά! Εἶμαι πολύ νέα, ὅπως λές κι ἐσύ, ἄν καί νιώθω ἑκατό χρονῶν. Βοήθησε νά κάνω μιά καινούργια ἀρχή, νά κάνω οἰκογένεια, νά κάνω παιδιά. Ἔχεις δίκηο, μπορῶ νά ξαναρχίσω ἀπ’ τήν ἀρχή. Ὁ Θεός σου σέ ἔστειλε. Σέ παρακαλῶ, πήγαινέ με στό δικό σου Θεό καί, σέ παρακαλῶ, πές Του νά μοῦ δώση καί μένα ὅ,τι ἔδωσε σέ σένα. Νά γίνω κι ἐγώ εὐτυχισμένη καί χαρούμενη ὅσο καί ἐσύ.

Τῆς ὑποσχέθηκα πώς θά τή βοηθήσω. Τή φιλοξένησα ἐπί ἕνα μῆνα σπίτι μου. Ἕνας μῆνας μαρτυρικός καί ἐπικίνδυνος γιά μένα. Γιατί, ὅπως γνωρίζετε, αὐτές οἱ κοπέλλες ἔχουν καί κάποιον πού τίς “προστατεύει”. Κινδύνευσε ἡ ζωή μου μερικές φορές. Ὅμως, ἤμουν σίγουρη πώς ὁ Θεός δέν θά ἐπέτρεπε νά μοῦ συμβῆ κανένα κακό· ἀντιθέτως θά μέ βοηθοῦσε νά σώσω αὐτό τό κορίτσι· γιατί Ἐκεῖνος μέ ἔστειλε στό δρόμο της.

Ἔτσι κι ἔγινε· ἀπό ἐκείνη τή νύκτα ἡ ζωή της ὁλοκληρωτικά ἄλλαξε. Σήμερα εἶναι παντρεμένη, εὐτυχισμένη καί κοντά στό Θεό, ἔχει καί δύο παιδάκια.
Ἐκείνη ἡ νύκτα ἦταν εὐλογημένη, ἦταν θεϊκή!».

Ἀπό το βιβλίο:

Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ
Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό
ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός
Ἀθήνα 2011

<>





Η μεταστροφή του καθηγητή Ιστορίας Θεόδωρου Μανούσου από τον αθεϊσμό στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό

«Συγκινητικότατες καί δραματικές ὑπῆρξαν οἱ τελευταῖες στιγμές τοῦ παλιοῦ καθηγητοῦ τῆς Ἱστορίας Θεοδώρου Μανούσου, ὁ ὁποῖος ἐκσφενδόνισε πολλές φορές πολλές κατηγορίες κατά τοῦ χριστιανισμοῦ, καί καταπολέμησε πολλές ἀλήθειες τοῦ Εὐαγγελίου ὑπό τό ὄνομα τῆς ἐπιστήμης. Ἀλλά ὅταν ἦλθε ἡ φοβερή ἐκείνη στιγμή τοῦ θανάτου, μέ συντετριμμένη καρδιά μεταμελήθηκε, καί μέ ἀξιοθαύμαστη χριστιανική εὐτολμία, ὁμολόγησε, ὅτι πλανήθηκε. Ἐσπευσμένα δέ καί χωρίς στιγμιαία ἀναβολή, ζήτησε ἱερέα καί μετέλαβε τῶν ἀχράντων μυστηρίων. Ζοῦν ἤδη αὐτόπτες καί ὅσοι θέλουν μποροῦν νά πληροφορηθοῦν»(ΙΜ, 26).

Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2011


<>






Από το Μαρτύριο του Αγίου Νέου Ιερομάρτυρα Μιχαήλ του Μπερντιάνσκ Ουκρανίας (+1940)

Οι ἀνακριτές βασάνιζαν ἀνελέητα τόν Ἅγ. Νεομάρτυρα τοῦ Μπερντιάνσκ π. Μιχαήλ (+1940), ζητώντας του νά ὁμολογήσει ἀντισοβιετική δραστηριότητα. Ἐκεῖνος ἀρνιόταν σταθερά. Ἔχοντας ἀφήσει ὁλοκληρωτικά τόν ἐαυτό του στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, σ᾽ ὅλη τή διάρκεια τῶν ἀνακρίσεων προσευχόταν καί κάθε τόσο ἔκανε εὐλαβικά τόν σταυρό του. Κάποια στιγμή, ἕνας ἀνακριτής, βλέποντάς τον, ἐξαγριώθηκε. Κουνώντας ἀπειλητικά τό περίστροφό του μπροστά στό πρόσωπο τοῦ π. Μιχαήλ, τόν πρόσταξε:
—Πάψε νά σταυροκοπιέσαι!
Ἐκείνος ἀποκρίθηκε ἀτάραχα:
—Ἐσεῖς ἔχετε τό δικό σας ὅπλο, κι ἐγώ τό δικό μου...
Στό στρατόπεδο ἦταν κλεισμένοι ὄχι μόνο πολιτικοί κρατούμενοι ἀλλά καί ποινικοί, ὅλοι τους βαρυποινίτες ἐγκληματίες. Ἕνας ἀπ᾽ αὐτούς, λοιπόν, θέλησε κάποτε νά διασκεδάση, βασανίζοντας τόν π. Μιχαήλ. Βρίσκοντας μιά εὐκαιρία, ἄρπαξε τόν ἄρρωστο ἱερέα, τόν ἀκινητοποίησε καί τοῦ ξερίζωσε σαδιστικά μία-μία τις τρίχες ὄχι μόνο ἀπό τά μαλλιά καί τά γένια, ἀλλά ἀκόμα καί ἀπ᾽ τά φρύδια καί τις βλεφαρίδες τῶν ματιῶν. 
Λίγο ἀργότερα ἕνας ἐπόπτης, βλέποντας μέ ἔκπληξι τόν π. Μιχαήλ παραμορφωμένο, τοῦ ζήτησε ἐπίμονα νά ἀποκαλύψη τό ὄνομα τοῦ δράστη. Ἐκείνος ἀρνήθηκε, μή θέλοντας τήν τιμωρία τοῦ βασανιστή του. Ἡ μεγαλοψυχία καί ἡ ἀνεξικακία του συγκλόνισαν τόν κακοποιό, πού μετανοημένος ἔτρεξε κοντά στό θύμα του και, πέφτοντας στά γόνατα, τοῦ ζητοῦσε συγγνώμη.


<>







Η μεταστροφή του Γάλλου Ρενέ Ενί από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία 

Ὁ Γάλλος πρώην ὑπαρξιστής Ρενέ Ἐνί ἀφηγεῖται: «Τό πρῶτο μου βιβλίο μέ τίτλο Ἡ Δόξα τοῦ Ἀλήτη βρῆκε μεγάλη ἀπήχησι στή Γαλλία καί ὑποστηρίχθηκε πολύ ἀπό τήν ὁμάδα τοῦ J. P. Sartre καί τῆς Simone de Βeauvoir. Ἀλλά τό ἴδιο ἔργο εἶναι μιά ἀποτυχία τῆς ὑπαρξιακῆς ἐμπειρίας γιατί ὁ ἀλήτης στό τέλος τινάζει μέ μιά σφαῖρα τά μυαλά του στόν ἀέρα. Στό ἔργο μου Εὐγένεια Κοπρώνυμος περιγράφω τούς ἀνθρώπους πού ζοῦν χωρίς πίστι. Τούς ἀνθρώπους πού τελικά παγιδεύονται στά ἀδιέξοδά τους καί στίς παραπλανήσεις τῆς ψεύτικης ἐλευθερίας τους. Τό ἔργο αὐτό εἶναι θεατρικό, τό ᾽γραψα τό 1960 στήν Ἑλλάδα καί δημοσιεύθηκε τό 1970. Παίχθηκε στή Γαλλία, Ἰαπωνία, Αὐστρία καί Γερμανία. Ἐκεῖ περιγράφω τόν Πάπα πού ξέχασε νά κάνη ἀκόμα καί τό σταυρό του. Μιά κοπελλίτσα ἔρχεται ἀπό μακρινή χώρα, ψάχνει καί ἀναζητᾶ τήν πίστι, φθάνει στόν Πάπα καί τόν ρωτᾶ νά τῆς πῆ πώς γίνεται τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, μά ἐκεῖνος τό ᾽χει ξεχάσει. ῾Ο Πάπας θά πῆ στήν κοπέλλα: “Οὔφ! Αὐτά εἶναι παλιά πράγματα. Εἶναι λεπτομέρειες τοῦ Χριστιανικοῦ ἀνθρωπισμοῦ πού ἔχουν ξεπερασθῆ πιά ἀπό τό νέο μας ὑπαρξιακό οὐμανισμό”. Τελικά ἠ κοπέλλα ψάχνοντας θά ἀνακαλύψη μόνη της τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, θά μάθη τό Πάτερ ἡμῶν πού στή συνέχεια τά διδάσκει καί στόν Πάπα.
Ὁ Πάπας στή συνέχεια πεθαίνει καί διαλύεται σάν τό σκουλήκι. Ἀπό ἐκεῖ, ἀκριβῶς, πῆρε καί τό ἔργο τό ὄνομα “κοπρώνυμος”. Εἶναι ἡ κοινωνία πού ζῆ μέσα στήν κοπριά της. Ἡ Εὐγένεια Κοπρώνυμος δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν περήφανο καί μεθυσμένο Δυτικό Πολιτισμό τόν ὁποῖο ἡ τέχνη του ξεπερνᾶ ἀδιάκοπα αὐτή τήν κοπριά στήν ὁποία τελικά ὁ πολιτισμός αὐτός πνίγεται καί χάνεται. Εἶναι μιά κοπριά ἠθική, ἀλλά φυσική. Στό ἔργο, λοιπόν, αὐτό ὅλοι στό τέλος πεθαίνουν καί ἐξαφανίζονται, ἐκτός ἀπό τή μικρή κοπέλλα πού παίρνει τό δρόμο γιά νά βρεθῆ στή “χώρα τοῦ λαοῦ” ὅπως τήν ὀνομάζω.
Τό ἔργο εἶχε μεγάλη ἀπήχηση. Ἡ Simone de Βeauvoir ἔκανε μιά ἐκτενῆ κριτική, ἐνῶ ἡ intelligentsia τῆς Δύσεως νόμισε πώς «ἡ χώρα τοῦ λαοῦ» δέν ἦταν ἄλλη ἀπό τήν Κίνα τοῦ Mao. Ἐγώ τότε δέν ἤμουν ὀρθόδοξος ἀλλά ὅταν ἔγραφα τό ἔργο εἶχα ὑπόψιν μου τούς λαούς τῶν ὀρθοδόξων χωρῶν πού δέν ἀποτελοῦν μάζες.
Ἐρώτησι: Πῶς βλέπετε σήμερα σάν ὀρθόδοξος, τίς ὀντολογικές ἀπόψεις καί τίς ἰδέες τοῦ Sartre;
Ἀπάντησι: Ἁπλούστατα σάν ἰδέες. Ξέρετε δέν μπορῶ μεμονωμένα νά ἀναλύσω τίς ἰδέες τοῦ Sartre. Ὁ Sartre εἶναι ἐνα μέρος πολλῶν πραγμάτων. ῞Ενα μέρος ἐνός σωροῦ ἀπό σκουπίδια πού μουχλιάζει, ἀφρίζει καί διαλύεται μέσα στόν σκουπιδοντενεκέ. Ἡ δημοσιογραφική ὁρολογία τῆς Δύσεως μέ κατατάσσει καί θά μέ κατατάσση ἴσως γιά πάντα, στούς ἀριστερούς συγγραφεῖς. ῎Ισως καί τώρα πού ἔγινα Ὀρθόδοξος Χριστιανός. Ἀλλά γιά μένα ὄλα αὐτά δέν εἶναι παρά ἰδέες, μούχλα, ἀφρός ἐνός σωροῦ ἀπό σκουπίδια πού διαλύεται. Εἶναι ὁ κόσμος τῆς ἀνελευθερίας»(ΤΜ, 84).

Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2011


<>






Ένας άθεος ομοφυλόφιλος βαπτίζεται Ορθόδοξος επιλέγοντας την Ορθόδοξη ζωή κοντά στην Θεία Εξομολόγηση

— Καλησπέρα, αδελφέ! Ευχαριστούμε που δέχτηκες να μιλήσεις στο Ομοφυλοφιλία.gr. Πες μας λίγα λόγια για σένα.

— Χαίρετε! Eίμαι ο Δημήτρης και είμαι φοιτητής, 22 χρονών, σε μια επαρχιακή πόλη. Γεννήθηκα σε μια άθεη οικογένεια. Οι γονείς μου δεν με είχαν βαπτίσει μικρό, γιατί θεωρούσαν ότι ο άνθρωπος πρέπει να το επιλεγεί μόνος του. Βαπτίστηκα μετά από μελέτη και επιλογή μου στα 16 και από τότε άλλαξε η ζωή μου. Εδώ και 10 σχεδόν χρόνια, βιώνω ομόφυλες έλξεις.

— Πρέπει να είναι όμορφη εμπειρία να βαπτιστείς μεγάλος. Σίγουρα ένιωσες πολύ διαφορετικά.

— Ναι, ήταν μια μοναδική εμπειρία. Βίωσα τη μετάβαση από την πρώτη κατάσταση, όπου ήμουν ξένος με το Θεό, στο μετά, όπου ο Χριστός ζει μέσα μου.

— Οι ομόφυλες έλξεις όμως προϋπήρχαν.

— Ναι. Εμφανίστηκαν στην 1η Γυμνασίου, δηλαδή από τότε άρχισα να έχω σεξουαλικές φαντασιώσεις με παιδιά από το φιλικό περιβάλλον. Πιο πριν θυμάμαι, στο νηπιαγωγείο και στο δημοτικό είχα κάποιες σεξουαλικές περιπτύξεις με αγόρια της ηλικίας μου. Δεν ξέρω αν αυτές ήταν η αιτία της γένεσης αυτού του πάθους μέσα μου, διότι τα άλλα παιδιά με τα οποία είχα επαφή σήμερα είναι straight. Απλά πιστεύω ότι συνέβαλαν κι αυτές.
Επίσης, πιθανότατα σχετίζεται και η ανατροφή μου κατά την παιδική ηλικία. Λόγου χάρη, δεν υπήρχε το ανδρικό πρότυπο· ο πατέρας μου έλειπε από το σπίτι πολλές φορές και για μεγάλο διάστημα. Τον περισσότερο χρόνο ήμουν με τη μαμά μου, η οποία αρκετές φορές, όταν έκανα κάτι καλό, π.χ. όταν καθάριζε, πήγαινα κι εγώ να τη βοηθήσω, έλεγε «αχ! το κοριτσάκι της μαμάς!». Γιατί πάντοτε ήθελε μία κόρη, αλλά δεν απέκτησε. Αυτό το έλεγε κάποιες φορές μέχρι και στο γυμνάσιο. Τελικά το «αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα» φαίνεται να ισχύει. Αλλά, εντάξει, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να τα βάλουμε με τους γονείς μας.

— Δημήτρη, πιστεύεις ότι οι ομόφυλες έλξεις είναι κάτι που το επιλέγουμε οι ίδιοι;

— Προφανώς και δεν μπορείς να επιλέξεις τις έλξεις σου, αν θα σου αρέσουν τα αγόρια ή τα κορίτσια. Αυτό που όντως επιλέγεις είναι ο τρόπος που θα διαχειριστείς τις έλξεις και γενικότερα ο τρόπος ζωής σου. Αυτό το πάθος είναι πάρα πολύ περίπλοκο. Δεν ξέρουμε ακριβώς πώς σχηματίζεται. Αλλά δεν αξίζει τόσο να ασχοληθούμε με τα αίτια, όσο με την αντιμετώπιση του.

— Εσύ γιατί επέλεξες να πολεμήσεις τις ομόφυλες έλξεις;

— Κοίταξε να δεις. Ο άνθρωπος, από τότε που εξέπεσε από την αγκαλιά του Θεού και απομακρύνθηκε από Αυτόν, είναι συνεχώς αντιμέτωπος με διάφορα πάθη. Ο Χριστός μάς καλεί να γίνουμε Άγιοι, για να ενωθούμε μαζί του και να ζήσουμε στην αιώνια αγαλλίαση, όπως ζούσε ο άνθρωπος στην αρχή. Επιλέγω, λοιπόν, αυτό τον τρόπο ζωής, την εν Χριστώ ζωή, επειδή είναι όμορφη, παρηγορητική, ελπιδοφόρα. Είναι σταυρική αλλά και αναστάσιμη. Καθώς παλιότερα ήμουν κλειστός χαρακτήρας και ευαίσθητος, αν δεν είχα γνωρίσει το Χριστό, δεν ξέρω πώς θα είχα εξελιχθεί. Μπορεί και να είχα αυτοκτονήσει.
Πιστεύω ότι η ομοφυλοφιλία είναι ένα πάθος, όπως όλα τα πάθη που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος. Πρέπει να αγωνιζόμαστε εναντίον των παθών μας, γιατί μας απομακρύνουν από το Φως, που είναι ο Χριστός.

— Ο πνευματικός σου πόσο σε έχει βοηθήσει σε αυτή την προσπάθεια;

— Εγώ έκανα το λάθος και δεν εξομολογήθηκα το πάθος μου στον πνευματικό μου από την αρχή, γιατί ντρεπόμουν. Άσε που δεν ήξερα και πολλά-πολλά τότε, γιατί ήμουν αρχάριος στην πίστη. Μετά, όσο περνούσαν τα χρόνια, δεν είχα καθόλου θάρρος να το πω, γιατί πίστευα ότι θα άλλαζε εντελώς γνώμη για μένα και ότι θα απογοητευόταν. Προσπαθούσα μόνος μου να αγωνίζομαι, αλλά ομολογώ ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο. Πολύ εύκολα χάνεις τις ελπίδες σου.

— Είναι πράγματι πολύ δύσκολο. Πώς άντεξες;

— Κάποια στιγμή στα 19 μου —δεν ξέρω πώς, προφανώς επέδρασε η χάρη του Θεού—, αποφάσισα να το εξομολογηθώ σε έναν αγιορείτη ιερομόναχο. Εκείνη η μέρα ήταν τόσο ξεχωριστή! Πετούσα! Μου έφερε στη μνήμη την ημέρα της Βάπτισής μου. Μετά λέω, εντάξει! δε χρειάζεται τώρα να το πω και στον πνευματικό μου. Αλλά ήταν λάθος αυτή η σκέψη. Γιατί, όπως ένας αθλητής, έτσι κι εμείς χρειαζόμαστε να έχουμε έναν καλό προπονητή στη ζωή μας να μας παρακολουθεί και να μας οδηγεί.
Πριν από τρεις μήνες, μπήκα στην Κοινότητα του Ομοφυλοφιλία.gr και γνώρισα δυο εξαιρετικά παιδιά. Γνωριστήκαμε και από κοντά μάλιστα. Ε, λοιπόν, βοηθήθηκα πάρα πολύ από αυτό το γεγονός! Πήρα πολλή δύναμη, χαρά και θάρρος. Γιατί, όπως λέει και ο Άγιος Παΐσιος, «βοηθάει πολύ σε αυτές τις περιπτώσεις να έχει κανείς έναν καλό φίλο». Πόσο μάλλον, όταν ο φίλος είναι και συναγωνιστής. Έτσι, πριν από λίγο καιρό, πήγα στον πνευματικό μου και μίλησα για μένα. Αυτή η εξομολόγηση, μπορώ να πω ότι ήταν η πιο ειλικρινής και αληθινή από όλες τις άλλες φορές. Δεν ένιωθα καθόλου άγχος ή ντροπή. Ήταν σαν να μιλούσα με κάποιον φίλο μου για το πώς πέρασα το καλοκαίρι. Όσο για τα συναισθήματα μετά; Ας πω καλύτερα αυτό που λέει ένα χριστιανικό τραγούδι: «Η ευχή πώς ενεργεί, μη ζητάς να σου το πω· δεν μπορώ να εκφραστώ· είναι θείο μυστικό».

— Εξαιρετικό τραγούδι αυτό. Δημήτρη, δηλάδη, πιστεύεις ότι η Εκκλησία κάνει αρκετά για τους πιστούς της, που βιώνουν ομόφυλες έλξεις;

— Χμμ, όχι. Πιστεύω ότι η Διοικούσα Εκκλησία δεν κάνει τίποτα για να βοηθήσει τους ομοφυλόφιλους. Θα έπρεπε να εφαρμόσει μια ιδιαίτερη ποιμαντική, να μας δείξει στοργή και ταυτόχρονα να διδάξει την οδό της απαλλαγής από αυτό το πάθος. Είναι ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα σήμερα η ομοφυλοφιλία και απασχολεί πολλούς και πολλές. Ταυτόχρονα, γίνεται μεγάλη και καλά σχεδιασμένη προπαγάνδα διεθνώς, που λέει «ζήσε αυτό που νιώθεις», «απελευθέρωσε τον εαυτό σου» κ.λπ., κ.λπ.. Και ρωτάω εγώ: ο αληθινός σου εαυτός, όμως, ο φυσικός, πού πάει; Γιατί τον υποδουλώνεις;

— Ναι, αδελφέ. Μακάρι να υπάρξει αυτή η ποιμαντική, για να μπορέσει να βοηθηθεί όλος αυτός ο κόσμος. Αλήθεια, τι όνειρα κάνεις για το μέλλον;

— Κοίτα! Πριν από 6 μήνες, γνώρισα μια κοπέλα, με την οποία άρχισα να κάνω πολλή παρέα. Βγαίναμε μαζί για καφέ, παίζαμε κι έτσι απέκτησα μεγάλη οικειότητα. Επεδίωκα από μόνος μου να την πλησιάζω πιο πολύ. Σιγά-σιγά άρχισα να νιώθω έτσι κάποιες έλξεις προς αυτήν. Από τότε άρχισαν να μη με ελκύουν τα αγόρια, όπως παλιά. Μετά, όταν μπήκα στην Κοινότητά σας εδώ, πήρα πιο πολύ θάρρος και δύναμη και, πλέον, δεν έχω πειρασμούς ως προς το πάθος αυτό και μπορώ να πω ότι κάποιες εικόνες που θυμάμαι από γκέι πορνογραφία τις σιχαίνομαι. Ιδίως, όμως, από τότε που εξομολογήθηκα στον πνευματικό μου, έχω αλλάξει πολύ περισσότερο. Έχω την αυτοπεποίθηση ότι μπορώ να ερωτευτώ μια κοπέλα και να κάνω σχέση μαζί της και το θέλω πολύ αυτό.

— Υπέροχα νέα!

— Ναι. Ξέρω, όμως, ότι το πάθος υπάρχει ακόμα μέσα μου. Αν δώσω δικαιώματα στον διάβολο, τότε θα επανέλθουν οι πειρασμοί. Αγωνίζομαι, λοιπόν, με την προσευχή, τη νηστεία, την εξομολόγηση και τη Θεία Κοινωνία. Ο Χριστός, πολλές φορές, όταν ήταν να θεραπεύσει κάποιον, ρωτούσε: «θέλεις υγιής γενέσθαι;». Και ποιος δεν θέλει, δηλαδή! Αλλά δεν είναι τυχαία η ερώτηση. Για να δείξουμε λοιπόν ότι θέλουμε να απαλλαγούμε απ’ αυτό το πάθος, πρέπει να κάνουμε εγκράτεια αυστηρή, να μην κοιτάμε δεξιά-αριστερά ωραία πρόσωπα, ωραία κορμιά. Να τα κόβουμε αμέσως.Τότε είναι που ενεργεί και έχει δικαίωμα ο Θεός να σε βοηθήσει και να σου αφαιρέσει το πάθος. Ειδάλλως δίνουμε δικαίωμα στους δαίμονες. Ελπίζω και πιστεύω, λοιπόν, ότι με τη βοήθεια του Θεού θα ξεριζωθεί πλήρως αυτό το πάθος και, μέσα από μια σχέση, θα έλθουν πλήρως οι ετερόφυλες έλξεις.

— Δημήτρη, ευχαριστούμε πάρα πολύ για την όμορφη μαρτυρία που δίνεις στους αναγνώστες μας. Εύχομαι ο καλός Θεός, όπως σε οδήγησε να Τον πιστέψεις και να βαπτιστείς, να σε οδηγεί σε όλη σου τη ζωή να ακολουθείς το θέλημά Του.

Πηγή:


ΟΜΟΦΥΛΟΦΥΛΙΑ.GR – ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

<>









Ο Άγιος Βαρσανούφιος της Όπτινα Ρωσίας (+1913) μας διηγείται την θαυμαστή μεταστροφή ενός Άγγλου αθέου στην Ορθοδοξία

Διηγεῖται ὁ Ἅγιος Στάρετς Βαρσανούφιος τῆς Ὄπτινα Ρωσίας:

«Κάποιος Ἄγγλος ἄθεος, ὀνόματι James, εἶχε δημοσιεύσει ἕνα κείμενο στό ὁποῖο περιγράφει τήν αἰτία τῆς μεταστροφῆς του στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

Σέ ἕνα περίπατό του μέ ἕνα φίλο του συνάντησαν μία Ὀρθόδοξη ἐκκλησία. Κάι ἐπειδή ὁ φίλος του ἦταν Ὀρθόδοξος θέλησε νά μπῆ νά προσκυνήση.

—Ἐπιτρέπεται νά ἔρθω καί ἐγώ μαζί σου;, τόν ρώτησε ὁ James.

—Ἀσφαλῶς.

Τήν στιγμή πού ἐκεῖνος ἀσπαζόταν τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας, ὁ James μέ τά μάτια καρφωμένα στήν εἰκόνα, ἀπόρησε:

—Τί ἄραγε θά γίνη, ἄν τήν ἀσπαστῶ καί ἐγώ;

Δέν πρόλαβε νά ὁλοκληρώση τήν σκέψι του καί νά! Μία γυναίκα μέ ἀστραφτερά ἐνδύματα τόν πλησιάζει. Καί μέ μιά χαριτωμένη κίνησι σκέπασε τό κεφάλι του μέ τό μαφόριό της. Μία ἀπερίγραπτη ἀγαλλίασι γέμισε τήν ψυχή του. Ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή ἄλλαξε πορεία: Πῆρε τό δρόμο πρός τό Χριστό. Χωρίς ποτέ νά ἐπιτρέψη στόν ἑαυτό του νά γυρίση πρός τά πίσω. Ἔγινε ἕνας συνειδητός Ὀρθόδοξος Χριστιανός».


<>








Η θαυμαστή μεταστροφή του Ρώσου ιστορικού Nikolay Karamzin (1766-1826) από τον αθεϊσμό στο Χριστό

Ὁ Ρῶσος ἱστορικός Nikolay Karamzin (1766-1826), ζοῦσε μακρυά ἀπ᾽ τό Θεό ὅταν ἦταν νέος. Κάποτε, περπατώντας μέσα σ᾽ ἕνα πυκνό δάσος, βρέθηκε μπροστά σέ μιά πεινασμένη ἀρκούδα πού καθόταν στή ρίζα ἑνός πανύψηλου δένδρου. Ὁ θαρραλέος ὁδοιπόρος τά ᾽χασε. Κόπηκαν τά πόδια του. Θεέ μου, εἶπε, τώρα ἐδῶ ὅλα τελείωσαν. Κι, ὅμως, ἐκείνη τή στιγμή ξέσπασε μιά θύελλα μέ ἀστραπές καί βροντές κι ἕνας κεραυνός ἔπεσε στό δένδρο πού ἦταν τό θηρίο. Ἡ ἀρκούδα ἔγινε μαῦρο κάρβουνο.

Αὐτό τό γεγονός ὁ Karamzin τό θεώρησε θεϊκή ἐπέμβασι κι ἀπό ἐκείνη τήν ὥρα ἔνοιωσε τήν ἀνάγκη ν᾽ ἀναζητήση, νά βρῆ καί νά εὐχαριστήση τό Θεό. Ἀπό τότε ἄλλαξε ζωή κι ἔζησε σάν ἕνας πιστός καί θερμός Χριστιανός.

Ἀπό το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννης Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός, Αθήνα 2011


<>







Κάποια ημέρα επισκέφθηκε ένας Αμερικανός τον Όσιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη και του εδήλωσε ότι, είχε καταλήξει στο συμπέρασμα, πως δεν υπάρχει Θεός…
Ο Όσιος Πορφύριος δεν αντέδρασε επιθετικά, απλά θεόπνευστα του είπε:
«Πρόσφατα, αγόρασες ένα κτήμα στην Καλιφόρνια. Τώρα που θα επιστρέψεις στην Πατρίδα σου, πήγαινε στην ανατολική πλευρά του κτήματος, 
εκεί που είναι η βρύση, σκάψε σε βάθος 1-1,5 μέτρο και θα βρεις τόσα ισπανικά χρυσά νομίσματα της τάδε εποχής και έναν αμφορέα! 
Πήγαινε, κάνε αυτό που σου είπα και έλα μετά να συζητήσουμε, γιά το εάν υπάρχει Θεός…».
Ο Αμερικανός, παρ’ ότι δεν επίστεψε στα λόγια του Γέροντα, ωστόσο όταν επέστρεψε στην Πατρίδα του και επήγε στο κτήμα του, σκέφθηκε να σκάψει από περιέργεια. 
Πράγματι, έσκαψε στο μέρος εκείνο και ευρήκε ακριβώς και τον αριθμό των νομισμάτων και την χρονολογία των νομισμάτων και τον αμφορέα, όπως του τα είχε πει ο Όσιος Γέροντας! 
Ο Αμερικανός συγκλονίσθηκε!
Το επόμενο Καλοκαίρι επήγε πάλι στον Όσιο Πορφύριο και του είπε τα καθέκαστα. 
Ο Γέροντας τον άκουσε με προσοχή και στο τέλος του είπε:
«Παιδί μου, όταν δεν ξέρεις ούτε καν μέσα στο κτήμα σου τί υπάρχει, πώς μπορείς να ισχυρίζεσαι ότι ξέρεις τί υπάρχει στον Ουρανό;»!..

Πηγή:

Facebook: Περι ''Αθεΐα - Απιστιας''

<>








Η θαυμαστή μεταστροφή του διάσημου Ολλανδού ηθοποιού Jozef van den Berg (+2023) από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία

Ὁ Ἀρχιμ. Ἰωάννης Κωστώφ, μᾶς ἀναφέρει πῶς γνώρισε τόν Ὁλλανδό ἠθοποιό Joseph Van den Berg καί μᾶς διηγεῖτε τήν μεταστροφή του στήν Ὀρθοδοξία.

Ἦταν ἕνας μεγάλος ἠθοποιός τοῦ Ὁλλανδικοῦ Κρατικοῦ Θεάτρου [ὁ Jozef Van den Berg], καί συνειδητός ἄθεος. Κάποτε, σέ ρόλο ἀθέου, ἔλεγε: “Δέν ὑπάρχει Θεός, δέν ὑπάρχει Θεός”. Ἀκούει τότε μιά φωνή μέσα του νά τοῦ λέη: “Ὑπάρχω, ψάξε νά μέ βρῆς!”. Πραγματικά ἔψαξε, Τόν βρῆκε στήν Ἑλλάδα καί βαπτίσθηκε Ὀρθόδοξος. Μιά Κυριακή, μάλιστα, ἕνας γνωστός μου, καθηγητής τῆς Ἰατρικῆς, πού τόν φιλοξενοῦσε, τόν ἔφερε νά ἐκκλησιασθῆ στήν Ἐκκλησία ὅπου ἱερουργοῦσα κι ἔτσι τόν γνώρισα κι ἐγώ. Μοῦ ἔλεγε, λοιπόν, ὁ γνωστός μου καθηγητής, ὅτι κάποια μέρα στή διάρκεια γεύματος τοῦ διηγεῖτο τό βίο τοῦ ὁμοτέχνου του Ἁγ. Πορφυρίου τοῦ ἀπό μίμων, τοῦ ἠθοποιοῦ δηλ., καί ὅταν αὐτός τόν ρώτησε πότε γιορτάζει, τοῦ ἀπήντησε: “15 Σεπτεμβρίου”. Ὁ Ἰωσήφ [Jozef], αὐτό ἦταν τό ὄνομά του, ἔμεινε μέ τό στόμα ἀνοικτό: Ἦταν ἡ μέρα κατά τήν ὁποία εἶχε ἀκούσει τό: “Ὑπάρχω, ψάξε νά μέ βρῆς”!!!

(Ἀπό το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννης Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός, Αθήνα 2011)


* * *

2011: Ορθόδοξη Βάπτιση Ολλανδού στον ποταμό Waal της Ολλανδίας - ORTHODOX NETHERLANDS

Στο παραπάνω video υπάρχουν αποσπάσματα από τη βάπτιση ενός Ολλανδού και στη συνέχεια την υπαίθρια Θ. Λειτουργία και την πρώτη φορά που ο νεοφώτιστος μεταλαμβάνει το Σώμα και το Αίμα του Ιησού Χριστού… Και το όνομα αυτού Nektarios !!! Βλέπουμε την πομπή προς το σημείο όπου θα γίνει η βάπτιση με τους πιστούς να κρατάνε εικόνες στα χέρια: του Αγίου Νεκταρίου αλλά και του μακαριστού Γέροντος Πορφυρίου!

Η βάπτιση έγινε την Πέμπτη 21 Απριλίου 2011. Ο μοναχός με τα άσπρα γένια [νονός σ’ αυτή τη βάφτιση] είναι ο Ολλανδός Joseph Van den Berg, πρώην μαριονετίστας, θεατρικός συγγραφέας και ηθοποιός, ο οποίος τώρα ζει ως ερημίτης.

Ο Jozef van den Berg γεννήθηκε στις 22 Αυγούστου 1949 και άφησε το θέατρο στα 42 του, στο απόγειο της δόξας του και με θαυμαστό τρόπο κάτι άλλαξε μέσα του και αποφάσισε να παρατήσει ΤΑ ΠΑΝΤΑ, ΧΡΗΜΑ, ΔΟΞΑ, ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ, ΦΙΛΟΥΣ, ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ, να γίνει Ορθόδοξος Χριστιανός και να ασκητέψει σε μια καλύβα στην Ολλανδία, αφού πρώτα συνάντησε τον Γέροντα Σωφρόνιο στο Έσσεξ και στη συνέχεια το γέροντα Πορφύριο αλλά και τον Γέροντα Παϊσιο στο Αγ. Όρος.

Η βάπτιση έγινε στο Waal κοντά Neerijnen από τον πατέρα Dušan. Παρόντες ήταν αρκετοί διάκονοι και ιερείς από τις σερβικές ενορίες Sveti Nektarije Eginski από Breda, Sveta Trojica από το Ρότερνταμ, αλλά και τη ρωσική ενορία Αγίου Τύχων από Nijmegen και εβδομήντα ορθόδοξοι πιστοί.

Αυτά είναι τα θαύματα της πίστεως μας ανά την Ορθόδοξη Οικουμένη. Στο βίντεο αξίζει να παρατηρήσετε το υπαίθριο παρεκκλήσιο αλλά και την Αγία Τράπεζα που είναι πάνω στο μικρό καροτσάκι που χρησιμοποιούσε ως μαριονετίστας ο ερημίτης Ολλανδός μοναχός.


<>










Η Γερμανίδα Μοναχή Γλυκερία της Ι. Μονῆς Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου της Πάτμου μάς διηγείται τήν μεταστροφή της από τον Προτεσταντισμό και τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία


Η Γερμανίδα Μοναχή Γλυκερία της Ι. Μονῆς Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου της Πάτμου μάς διηγείται τήν μεταστροφή της στην Ορθοδοξία:

«Είμαι Γερμανίδα. Ήρθα Εδώ πριν από δέκα περίπου χρόνια γιά τουρισμό. Άνηκα στον Προτεσταντισμό, αλλά δεν πίστευα. Ζούσα χωρίς κανένα περιορισμό… ήρθα στην Πάτμο με το σορτς, ηλιοκαμένη, με το σακίδιό μου στην πλάτη, με μόνη επιθυμία να περάσω καλά στις έρημες παραλίες του υπέροχου αυτού νησιού. Αλλά έτσι, γιά να έχω ήσυχη τη συνείδησή μου, είπα να κάνω και μία “πολιτισμική” επίσκεψη στο Μοναστήρι. Μπήκα λοιπόν στο σπήλαιο, μετά πήγα στο Μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και, τελικά, ούτε ξέρω πως, “προσγειώθηκα” εδώ ένα απογευματάκι, την ώρα του Εσπερινού. Μπήκα στην Εκκλησία και παρακολούθησα όρθια την ακολουθία.

Να, όμως, που μου συνέβη κάτι το απίστευτο, δεν είναι εύκολο να σας το περιγράψω, παγιδεύτηκα κυριολεκτικά, με κατέλαβε μία μυστηριώδης δύναμη που ανέτρεψε τα πάντα και γέμισε την καρδιά μου με γλυκύτητα και ειρήνη. Πλημμύρισα από μία ευτυχία τέτοια που μόνο ο ουρανός μπορεί να δώσει! Μου ήταν αδύνατον να φύγω από το παρεκκλήσι. Έμεινα μέσα και δεν ξανάφυγα ποτέ από το Μοναστήρι, όπου έγινα η αδελφή Γλυκερία που σας μιλάει τώρα!».

Πηγή:



<>









Η μεταστροφή ενός αθέου στην Ορθόδοξία και η αναβολή του θανάτου του

Γράφει ὁ Χρίστος Ἀργυρόπουλος: «Συνήθιζε ὁ παπα-Ἀναστάσης Δραπανιώτης, ὡς ἐφημέριος τοῦ Λαϊκοῦ Νοσοκομείου, νά περνᾶ τακτικά ἀπό τούς θαλάμους τῶν ἀσθενῶν. Τούς χαιρετοῦσε, ἔπιανε κουβέντα μαζί τους, τούς ἐξυπηρετοῦσε ἐάν εἶχαν κάποια ἀνάγκη καί ὅταν ἡ γνωριμία τους προχωροῦσε, τούς μιλοῦσε γιά τά Μυστήρια τῆς Ἐξομολογήσεως καί Θ. Κοινωνίας. Στό ἔργο αὐτό εἶχε πολύτιμους συνεργάτες τίς ἀδελφές. 
Σέ κάποιο θάλαμο πρό ἀρκετῶν ἐτῶν ὑπῆρχε ἀσθενής, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνον δέν μιλοῦσε στόν παπα-Ἀναστάση ὅταν τόν ἔβλεπε νά μπαίνη στο θάλαμο, ἀλλά ἐπιδεικτικά τοῦ γύριζε τίς πλάτες. Μιά νύκτα τόν ξύπνησε μιά ἀδελφή καί τοῦ εἶπε:
—Πάτερ, στό τάδε δωμάτιο ὁ τάδε ἀσθενής θέλει νά κοινωνήση. 
—Ἀδύνατον τῆς εἶπε· κάποιο λάθος κάνεις. Αὐτός συνεχῶς μέ περιφρονεῖ.
—Ὄχι πάτερ, πεθαίνει καί σέ παρακαλεῖ νά τόν κοινωνήσης. 
—Δέν μπορῶ νά τόν κοινωνήσω, ἄν δέν ἐξοξολογηθῆ. Τέλος πάντων, πήγαινε στή δουλειά σου καί θ᾽ ἀνέβω νά τόν δῶ.
Ὁ ἄρρωστος τόν περίμενε.
—Πάτερ, πεθαίνω καί θέλω νά κοινωνήσω.
—Δέν θά σέ κοινωνήσω ἄν δέν ἐξομολογηθῆς. Καί μόνο πού περιφρονοῦσες τόν ἱερέα, δέν μοῦ ἐπιτρέπεται νά σέ κοινωνήσω.
Ὁ ἄρρωστος ἐξομολογήθηκε. Τόν βάραινε κάτι πολύ σοβαρό. Εἶχε πληρώσει κάποιον καί σκότωσε τό γείτονά του γιά νά τοῦ πάρη ἕνα μικρό χωράφι, ἐνῶ ὁ ἴδιος ἦταν πάμπλουτος. Στό δικαστήριο ἔφερε δύο ψευδομάρτυρες, οἱ ὁποῖοι κατέθεσαν ὅτι τό φόνο τόν ἔκανε ἕνας ἄλλος γείτονας, παντρεμένος μέ δύο παιδιά, ὁ ὁποῖος καταδικάσθηκε, ἐνῶ ἦταν τελείως ἀθῶος καί τήν ἐποχή ἐκείνη βρισκόταν φυλακισμένος στίς φυλακές Ἀβέρωφ, ἐνῶ ἡ γυναῖκα του ἀπό τή στενοχώρια της νοσηλευόταν στό “Σωτηρία” μέ φυματίωσι. Ὁ παπα-Ἀναστάσης ἦλθε σέ δύσκολη θέσι. Στάθηκε ὄρθιος καί τόν κοίταζε ἀφηρημένος, ἐνῶ στήν πραγματικότητα προσηύχετο. Ὁ ἄρρωστος ἀντιλαμβανόμενος τή δυσκολία τοῦ παπα-Ἀναστάση νά τόν συγχωρέση, τόν ἱκέτευσε.
—Συγχώρεσέ με παπά μου, γιατί πεθαίνω. 
—Δέν μπορῶ νά σέ συγχωρέσω, ἄν δέν ἐπανορθώσης. 
—Λυπήσου με, ξαναφώναξε ὁ ἄρρωστος κλαίγοντας.
᾽Ο παπα-Ἀναστάσης ἅπλωσε τό χέρι του, τόν κοίταξε στά μάτια καί τοῦ ἀνακοίνωσε τήν ἀπόφασι τοῦ Θεοῦ.
—Λοιπόν, θά σέ κοινωνήσω, ἀλλά δέν θά πεθάνης ἀπόψε. Αὔριο θά βγῆς ἀπό τό νοσοκομεῖο, καί θά πᾶς κατευθείαν στό συμβολαιογραφεῖο. Θά γράψης τή μισή περιουσία σου στή γυναῖκα ἐκείνου τόν ὁποῖο σκότωσες καί τήν ἄλλη μισή σ᾽ ἐκεῖνον πού βρίσκεται στή φυλακή καί εἶναι ἀθῶος. Ὕστερα θά πᾶς στόν Εἰσαγγελέα, θά τοῦ δηλώσης τί ἔχεις κάνει γιά νά ἐλευθερωθῆ ὁ ἀθῶος καί νά πᾶς ἐσύ στή θέσι του. Τό πότε θά πεθάνης θά τό κρίνη ὁ Θεός. 
Τοῦ διάβασε τή συγχωρητική εὐχή καί ἀμέσως ἔφερε τά Τίμια Δῶρα καί τόν κοινώνησε. Ὁ ἄρρωστος κοιμήθηκε μέχρι τό ἄλλο ἀπόγευμα πού σηκώθηκε εὐδιάθετος, ὑγιής καί ζήτησε ἐξιτήριο.
Ἔγιναν τά πάντα ὄπως εἶχε δώσει ἐντολή ὁ παπα-Ἀναστάσης. Ἔγινε ξανά ἡ δίκη, ἀποκαλύφθηκε ἡ πλεκτάνη καί ὁ πρώην ἐτοιμοθάνατος μπῆκε στίς φυλακές. Ἔμεινε φυλακισμένος πέντε περίπου χρόνια καί κατόπιν πέθανε. Στά χρόνια αὐτά διατηροῦσε ἀλληλογραφία μέ τόν παπα-Ἀναστάση. Ἔτσι δόθηκε ὀ χρόνος ὄχι μόνο νά ἀποκαταστήση τίς ἀδικίες, ἀλλά νά ζήση τή ζωή τῆς μετανοίας καί νά φύγη ἔτοιμος κατά πάντα μέ τή συνεχῆ πνευματική καθοδήγησι τοῦ παπα-Ἀναστάση»(Αν, ᾽Ιλ-Αὔ ᾽85, 16).

Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2011



<>








Μεταστροφές αθέων στη Ρωσία με απευθείας προσέλκυση από τον Θεό

Ἰδού καί ἄλλοι τρόποι προσελκύσεως ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ: «Σχεδόν σέ κάθε ἐσπερινή ἀκολουθία [στό μοναστήρι Πιούχτιτσι] παρευρίσκονται καί περιηγητές. Στέκονται συνωστισμένοι στήν εἴσοδο καί κοιτάζουν μέ γουρλωμένα καί κατάπληκτα μάτια. Πολλοί ἀπ᾽ αὐτούς μπαίνουν γιά πρώτη φορά σέ ναό τοῦ Θεοῦ. Ἡ γερόντισα Μαρία τούς πλησιάζει μέ πολλή ἀγάπη καί λέγει ὅτι συχνά καί μόνη ἡ ἐπίσκεψι στό ναό, μπορεῖ νά ὁδηγήση τούς ἀνθρώπους στήν πίστι. Ζωντανή ἀπόδειξι τῶν λόγων της εἶναι ὁ βαθειᾶς πίστεως Ἀλέξανδρος, ὁ ὁποῖος πρό τριετίας μπῆκε γιά πρώτη φορά ὡς περιηγητής σέ κάποια ἐκκλησία καί ἀμέσως ἔγινε Χριστιανός»(ΜΜ, 41). 
«Τελευταῖα ἔνας μαθηματικός διηγεῖτο πῶς βαπτίσθηκε. Ἁπλούστατα τοῦ ἦλθε ἡ ἐπιθυμία νά βαπτισθῆ, ἄν καί δέν εἶχε γι᾽ αὐτό οὔτε ἰδιαίτερη ἀφορμή, οὔτε κάτι σχετικό εἶχε διαβάσει. Οἱ συγγενεῖς του εἶναι ὅλοι ἄθρησκοι. Τώρα εἶναι ἄνθρωπος μέ πνευματική μόρφωσι, βαθειά πιστός»(ΜΜ, 269).

Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2011




<>








Η μεταστροφή του Οσίου Βαρσανουφίου της Όπτινα της Ρωσίας (+1913) από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία


Ἰδού καί ἡ ἐπίδρασι στήν ψυχή τοῦ μετέπειτα Στάρετς Βαρσανουφίου: «Σπούδασε στήν σχολή Εὐελπίδων καί ἔγινε ἀξιωματικός τοῦ τσαρικοῦ στρατοῦ. Στά καθήκοντά του συμπεριλαμβάνονταν: νά ὀργανώνη δεξιώσεις, χορούς, φεστιβάλ μουσικῆς, χαρτοπαιξίες κ.ἄ.. Μά ὅλα αὐτά τόν κούραζαν ψυχικά. 
Ἐνῶ ζοῦσε στήν κατάστασι αὐτή, ἔτυχε νά παρακολουθήση τή θεία Λειτουργία, τήν ὁποία τελοῦσε ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης. Ἐνῶ, λοιπόν, στεκόταν καί προσευχόνταν, ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης — ἀμέσως μετά τόν καθαγιασμό τῶν Τιμίων Δώρων— διέκοψε τήν θεία Λειτουργία, βγῆκε ἀπό τήν Ὡραία Πύλη, κατευθύνθηκε πρός τό νεαρό ἀξιωματικό, ἔσκυψε, τοῦ φίλησε τό χέρι, καί ξαναγύρισε σιωπηλός στό Ἱερό. Πολλοί, πού ἤξεραν τό προφητικό χάρισμα τοῦ ἁγίου, ἄρχισαν νά λένε: ὁ νεαρός αὐτός θά γίνη κληρικός. Οἱ συζητήσεις ἔκαναν τόν Παῦλο Πλεχάνκωφ [τόν μετέπειτα στ. Βαρσανούφιο] νά νευριάζη. Δέν ἤθελε τότε, οὔτε νά τό ἀκούη κάτι τέτοιο! Καί, ὅμως, ἔγινε, ὄχι ἁπλῶς κληρικός ἀλλά ἱερομόναχος»(ΣΒ, 9). 
Ἔλεγε, μάλιστα, ὁ ἴδιος: «Ὅποιον δέν φροντίζει ὁ ἴδιος νά σωθῆ, καλό εἶναι νά τόν βάλουμε στόν δρόμο τῆς σωτηρίας μέ τό ζόρι»(ΣΒ, 13) καί ἐννοοῦσε νά τόν σπρώξουμε στήν ἀρχή πρός τήν πίστι.

Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2011


<>







Μεταστροφές από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία μέσω των βιβλίων του λαϊκού ιεροκήρυκα Δημήτριου Παναγόπουλου (+1982)

Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἐπιδρᾶ μέσῳ τοῦ λαϊκοῦ ἱεροκήρυκος Δ. Παναγοπούλου: «Κάποια μέρα ἐπισκέφθηκε τό Λεπροκομεῖο. Πηγαίνοντας ἀπό ἀσθενῆ σέ ἀσθενῆ, ἔλεγε λίγα λόγια καί ἔδινε καί κάτι. Παράλληλα, ὅμως, ἄφηνε καί ἀπό ἕνα βιβλίο του.
Ἕνας ἀσθενής, παίρνοντας, τά δῶρα του, εἶδε καί τό βιβλίο “Περί μετανοίας”... ἐνοχλήθηκε καί μέ ὕφος θυμωμένο λέει: 
—Δέν μοῦ χρειάζεται αὐτό. Πάρτο πίσω.
Ὁ Παναγόπουλος μέ καλωσύνη καί πραότητα, τοῦ ἀπαντᾶ:
—Ἀφοῦ δέν σοῦ χρειάζεται, πέταξέ το ἤ δῶσε το σέ κανένα ἄλλο. Ἐγώ δέν μπορῶ νά τό ξαναπάρω. Καί ἀμέσως ἔφυγε.
Μετά ἀπό μερικούς μῆνες ξαναπῆγε, ἔδινε πάλι τά δῶρα του κλπ.. Φεύγοντας ἀπό ἕνα θάλαμο, τοῦ φωνάζει κάποιος:
—Κύριε Παναγόπουλε, σᾶς θέλω. 
Ὅταν πλησίασε κοντά του, ἐκεῖνος συνεχίζει:
—Περίμενα νά μέ ρωτήσετε τί ἔκανα τό βιβλίο τό ὁποῖο μοῦ δώσατε τήν προηγούμενη φορά, ἀλλά ἀφοῦ δέν μέ ρωτᾶτε ἐσεῖς, θά σᾶς πῶ ἐγώ. Μόλις φύγατε, τό πῆρα νά τό δώσω κάπου ἀλλοῦ ἤ νά τό πετάξω. Αἰσθανόμουν πολύ ἄσχημα ἀπέναντί σας, ἐπειδή νόμιζα ὅτι μέ εἴχατε προσβάλει μέ αὐτό τό βιβλίο. Παράλληλα, ὅμως, ἡ ἐμφανής καλωσύνη σας καί ἡ πραότητά σας, μοῦ ὑπεδείκνυαν νά τό διαβάσω καί δειλά-δειλά ἄρχισα νά τό κάνω. Δέν σᾶς λέω πολλά, κύριε Παναγόπουλε, εὐεργέτα μου· δεχθῆτε μόνο ἕνα μεγάλο εὐχαριστῶ. Δοξάζω τό Θεό ὅλη τήν ὥρα, πού μ᾽ ἔστειλε ἐδῶ μέσα καί Τόν βρῆκα! Μακάρι νά μή ξαναβγῶ ποτέ ἔξω, μή τυχόν καί Τόν ἀρνηθῶ πάλι. Δόξα Τῷ Θεῷ! Μεγάλο πρᾶγμα ἡ ἐξομολόγησι»(ΜΓ, 95).

«Ὁ ἀδελφός τοῦ λαϊκοῦ ἱεροκήρυκα Δημητρίου Παναγοπούλου, Σωτήριος, ἀξιωματικός τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ, ὑπηρετοῦσε σέ μία ἀκριτική περιοχή τῆς Ἑλλάδος καί ἔμενε σέ μιά κωμόπολι. Ἕνα ἀπόγευμα πῆγε στήν Ἐκκλησία γιά τόν Ἑσπερινό. Ὅταν τελείωσε ὁ Ἑσπερινός, ἐκεῖνος ἔφευγε γιά τό σπίτι του, ἐνῶ ὁ Ἱερεύς βρισκόταν ἀκόμη στό Ἱερό. Στόν περίβολο τοῦ Ναοῦ εὑρισκόμενος ὁ ἀξιωματικός, βλέπει νά καταφθάνη ἕνα νεαρό ζεῦγος καί μέ ἀγωνία νά ρωτοῦν: 
—Εἶναι ὁ Ἱερεύς ἐδῶ;
Τούς βεβαίωσε ὅτι ἦταν ἀκόμη μέσα καί τότε ἐκεῖνοι ἀνέπνευσαν ἀνακουφισμένοι. Καί τότε, μέχρι νά τελειώση ὁ Ἱερεύς κάτι πού ἔκανε καί νά βγῆ ἀπό τό Ἱερό, λένε στό Σωτήριο:
—Ξέρετε, μένουμε μακρυά στό τάδε μέρος, στά σύνορα, εἴμασθε τελωνειακοί ὑπάλληλοι. Ἐκεῖ δέν ὑπάρχει οὔτε Ἐκκλησία οὔτε συγκοινωνία καί μόνο μέ ἰδιωτικό αὐτοκίνητο μποροῦμε νά ἔλθουμε, ἀλλά ὄχι ὅποτε θέλουμε, διότι δέν ἔχουμε δικό μας. Ἤλθαμε ἄλλες δύο φορές καί δέν προφθάσαμε τόν Ἱερέα, γι᾽ αὐτό τώρα εἴχαμε τόση ἀγωνία. Ξέρετε τί μᾶς συμβαίνει;, συνέχισε ὁ τελωνειακός: Κάποια μέρα, ἐνῶ βαδίζαμε σ᾽ ἕνα δρόμο, πέρασε ἕνα ἐκδρομικό ποῦλμαν, γιατί συγκοινωνία δέν ὑπάρχει ἐκεῖ καί κάποιος μᾶς πέταξε ἕνα βιβλιαράκι. Τό πήραμε καί τό διαβάσαμε, ἀλλά τρελλαθήκαμε ἀπό τήν στενοχώρια μας, διότι ἐξ αὐτοῦ καταλάβαμε ὅτι εἴμασθε πολύ ἁμαρτωλοί καί πρέπει τό ταχύτερον νά ἐξομολογηθοῦμε, μή τυχόν καί πεθάνουμε καί κολασθοῦμε.
Καί βγάζοντας ἡ κυρία τό βιβλιαράκι ἀπό τήν τσάντα της, λέει:
—Νά, αὐτό εἶναι πού μᾶς ἄνοιξε τά μάτια.
Ἔκπληκτος τότε ὁ Σωτήριος βλέπει τό βιβλίο τοῦ ἀδελφοῦ του Περί Μετανοίας καί Ἐξομολογήσεως! Συγκινήθηκε, ρίγησε, δέν τούς ἀποκάλυψε, ὅτι ἦταν ἀδελφός τοῦ συγγραφέα καί τούς προέτρεψε νά κάνουν αὐτό τό ὁποῖο ἀποφάσισαν»(ΜΓ, 94).

«Κάποτε ἄλλοτε πάλι, ὁ λαϊκός ἱεροκήρυκας Δημήτριος Παναγόπουλος, ἑτοίμαζε ἕνα πακέτο μέ βιβλία νά τό στείλη στήν Αὐστραλία. Δέν τό εἶχε ἀκόμη δέσει, ὅταν ἀπό τό τυπογραφεῖο τοῦ πῆγαν τά πρῶτα βιβλία “Περί Μοναχισμοῦ”. Παίρνει δύο ἀπ᾽ αὐτά καί τά βάζει στό πακέτο. Σκέπτεται, ὅμως, ὅτι τέτοιου εἴδους βιβλία δέν χρειάζονται ἐκεῖ καί τά ξαναβγάζει, ἀλλά κάτι μέσα του τοῦ ἔλεγε νά τά στείλη καί αὐτά. Τά ξαναπαίρνει, τά βάζει στό πακέτο καί τά ταχυδρομεῖ. Ὅταν ὁ παραλήπτης ἔλαβε τό πακέτο καί τό πῆγε στό σπίτι του, τήν ὥρα κατά τήν ὁποία τό ἄνοιγε βρισκόταν ἐκεῖ κι ἕνας νεαρός φίλος του. Εἶδε ὅλα τά βιβλία καί θέλησε νά χαρίση καί σ᾽ αὐτόν ἕνα, ὁπότε παίρνει τό ἕνα “Περί Μοναχισμοῦ” καί τοῦ τό δίνει. Στή συνέχεια παίρνει καί τό ἄλλο καί τό δίνει καί αὐτό λέγοντάς του:
—Πάρε το καί δῶσε το ὅπου θέλεις. 
Τά πῆρε ὁ φίλος του καί ἔφυγε. Κράτησε τό δικό του καί τό ἄλλο τό ἔδωσε σέ μιά γνωστή του κοπέλλα, Ἑλληνίδα. Ἀποτέλεσμα: Καί οἱ δύο ἔφυγαν γιά τήν Ἑλλάδα καί σήμερα βρίσκονται σέ Μοναστήρια, δοξολογοῦντες τόν Κύριο νυχθημερόν, πού διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ τούς κάλεσε κοντά Του καί, μάλιστα, νά γίνουν καί Μοναχοί!»(ΜΓ, 95).

Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2011


<>










Η μεταστροφή ενός Ρώσου στρατιωτικού από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία

Ἰδού καί μία μεταστροφή ἀπό τό Σοβιετικό block: «Ἔφευγε ὁ νεαρός ἀξιωματικός μέ τή μονάδα του γιά τό Ἀφγανιστάν. Ἕνα βράδυ, τίς παραμονές τῆς ἀναχωρήσεώς του, συγκεντρώθηκαν στό σπίτι του συγγενεῖς καί φίλοι νά τόν ἀποχαιρετίσουν. Μεταξύ αὐτῶν ἦταν καί ἕνα ἱερέας, ξάδελφος τοῦ ἀξιωματικοῦ.
Πρός τό τέλος τῆς οἰκογενειακῆς αὐτῆς συγκεντρώσεως ὁ ἱερέας ζήτησε μέ τρόπο ἀπό τόν ἀξιωματικό νά τοῦ γράψη τά ὀνόματα ὅλων τῶν ἀνδρῶν τούς ὁποίους διοικοῦσε, γιά νά τά μνημονεύη κάθε μέρα στή θ. Λειτουργία. Ὁ ἀξιωματικός στήν ἀρχή ξαφνιάσθηκε καί στή συνέχεια φάνηκε πώς πῆγε νά προβάλη κάποια ἀντίρρησι. Ἴσως ἀπό εὐγένεια, ἤ ἴσως βλέποντας τήν ἤρεμη μά ἀποφασιστική ματιά τοῦ ἱερέα, συγκρατήθηκε. Ἔγραψε τά ὀνόματα τῶν ἀνδρῶν τῆς μικρῆς μονάδος τήν ὁποία διοικοῦσε καί, χωρίς ἐνθουσιασμό, τά ἔδωσε στόν ξάδελφό του ἱερέα.
Ἡ μονάδα αὐτή ἔλαβε μέρος σέ πολλές πολύνεκρες συγκρούσεις μέ Ἀφγανούς ἀντάρτες. Κι ὅσο περνοῦσε ὁ καιρός, ἔτσι πού ἔβλεπε ὁ νεαρός ἀξιωματικός ζωντανούς τούς ἄνδρες του μετά ἀπό κάθε μάχη, ἄρχισε νά συνειδητοποιῆ πώς αὐτόν καί τή μονάδα του τούς θωράκιζε ἡ προσευχή τοῦ ἱερέα. Μιά δύσκολη στιγμή ἦταν πού, μέσα στόν ὀρυμαγδό τῶν ἐκρήξεων, φώναξε αὐθόρμητα στούς ἄνδρες του: “Ἱερέας προσεύχεται γιά μᾶς· μή φοβᾶσθε”.
Ἡ περιπέτεια τοῦ Ἀφγανιστάν κάποτε τελείωσε, καί τελείωσε μέ βαρύ τίμημα γιά τούς σοβιετικούς. (Δεκαπέντε χιλιάδες οἱ νεκροί καί τριάντα χιλιάδες οἱ τραυματίες. Εἶναι ἀριθμοί πού ἐπίσημα παραδέχεται ἡ σοβιετική πλευρά). Οἱ ἄνδρες τῆς μικρῆς μονάδος τοῦ νεαροῦ ἀξιωματικοῦ ἐπέστρεψαν ὅλοι σῶοι στήν πατρίδα τους. Ὁ ἴδιος παραιτήθηκε πιά ἀπό τό στρατό. Τά χέρια πού κράτησαν φονικό ὅπλο, ἑτοιμάζονται τώρα νά κρατήσουν τό Ποτήριον τῆς Ζωῆς. Ὁ πρώην ἀξιωματικός ἀπαρνήθηκε τά ἀξιώματα τοῦ κόσμου καί προετοιμάζει τόν ἑαυτό του γιά νά δεχθῆ τό φοβερό ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης»(ΟΓ, 1990-91, 63).

Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2011




<>







Ένας ταξιτζής: Εγώ δεν πίστευα

Ὅπως ὄχι σπάνια, βιαστική ξεκινώντας τή μέρα, ἄπλωσα τό χέρι κάνοντας σῆμα νά σταματήση ταξί.
Μέριμνες, ἐπικείμενες συνεργασίες ἔσφιγγαν τό νοῦ καί τήν καρδιά μου.
Κάθισα στό κάθισμα ἀνακουφισμένη· εἶχα κερδίσει τουλάχιστον λίγα λεπτά τῆς ὥρας...
Εἶπα τόν προορισμό μου. Ὁ ὁδηγός, νεαρός ἀρκετά, ἔγνεψε καί μοῦ χαμογέλασε στόν καθρέφτη.
... “Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις...”.
Ἔκλεισα τά μάτια μου κι ἀφέθηκα νά ἀκούω τόν ἐκκλησιαστικό σταθμό στό ραδιόφωνο τοῦ ταξί σάν μιά παρηγοριά, μιά ἐλπίδα, μιά ἐνίσχυσι στίς ἔγνοιες μου.
Τί ἔδωσε τήν ἀφορμή νά ποῦμε ἕνα λόγο μέ τόν ὁδηγό δέν πρόσεξα... δέν θυμᾶμαι.
Θυμᾶμαι τί μ᾽ ἔφερε σέ μιά τόσο ὄμορφη πραγματικότητα!
—Κυρία, ἐγώ δέν πίστευα. Ὁ Θεός ἔκανε στή ζωή μου ἕνα θαῦμα. Ἔνιωσα τήν ἀγάπη Του. Δέν ξέρω νά μιλάω γιά Ἐκεῖνον. Τί νά πῆς γιά ἕνα τόσο μεγάλο Θεό! Ἀπό τότε ὅμως Τοῦ εἶπα: “Νά μιλάω ἐγώ δέν μπορῶ. Θά ἔχω ὅμως συντονισμένο τό ραδιόφωνο τοῦ αὐτοκινήτου μου στόν ἐκκλησιαστικό σταθμό καί θά μιλᾶς Ἐσύ! Αὐτό μπορῶ νά τό κάνω”.
Σταμάτησε νά μιλάη τό παλληκάρι κι ὁ ὄρθρος συνεχιζόταν ἁπαλά, παρακλητικά.
Ἡ φωνή τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ μας, ἡ φωνή Του ἦταν τό κήρυγμα ἑνός διαφορετικοῦ ἱεραποστόλου.
Κι ὁ Θεός σίγουρα θά ἀνταποκρινόταν μυστικά καί στή δική του ψυχή καί σέ κάποιους πού Τόν ἀναζητοῦν καί παλεύουν.
Ἡ ἀμοιβή γιά τή διαδρομή συνοδεύτηκε μ᾽ ἕνα ἐγκάρδιο “εὐχαριστῶ”, μιά δοξολογία γιά τούς δρόμους πού ἀνοίγει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί μιά ἱκεσία νά πληθαίνουν οἱ ταπεινοί μάρτυρες τοῦ θείου ἐλέους!

Ε.

(περ. Ἡ Δράση μας, τεῦχ. 584).



<>







Η μεταστροφή του μετέπειτα ιατρού και Επισκόπου Anthony Bloom από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία

Ἰδού πῶς μᾶς ἀφηγεῖται τή μεταστροφή του ὁ μετέπειτα ἰατρός καί Ἐπίσκοπος Anthony Bloom: «Θυμᾶμαι ὅτι μοῦ εἶπε ὁ πατέρας μου κάποτε, ὅταν γύρισα ἀπό διακοπές: 
—Ἀνησύχησα γιά σένα.
Καί ἐγώ τοῦ εἶπα: —Νομίσατε ὅτι μοῦ συνέβη κάποιο ἀτύχημα;
Ἐκεῖνος ἀπάντησε: —Αὐτό δέν θά εἶχε καμμιά σημασία, ἀκόμη κι ἄν δέν εἶχες σκοτωθῆ. Νόμιζα ὅτι εἶχες χάσει τήν ἀκεραιότητά σου»(ΑΒ, 9). 
«—Πότε γίνατε Χριστιανός; Ὑπῆρξε στή ζωή σας καμμιά συγκεκριμένη στιγμή μεταστροφῆς;
—Αὐτό συνέβη σέ διάφορα στάδια. Μέχρι τά μέσα τῆς ἐφηβικῆς μου ἡλικίας ἤμουνα ἕνας ἄπιστος καί τρομερά ἀντιεκκλησιαστικός. Δέν γνώριζα τό Θεό, δέν ἐνδιαφερόμουνα γι᾽ Αὐτόν καί μισοῦσα ὅ,τι ἦταν συνδεδεμένο μέ τήν ἰδέα τοῦ Θεοῦ.
—῞Ολα αὐτά παρά τίς ἰδέες τοῦ πατέρα σας;
—Ναί, γιατί μέχρι τά δεκαπέντε μου χρόνια ἡ ζωή μας ἦταν πολύ δύσκολη. Δέν ζούσαμε ὅλοι κάτω ἀπό τήν ἴδια στέγη. Ἐγώ ἤμουν ἐσωτερικός σέ ἕνα σχολεῖο πού ἦταν πολύ αὐστηρό. Τά μέλη τῆς οἰκογενείας μου ζοῦσαν σέ διαφορετικά σημεῖα τοῦ Παρισιοῦ. Μόνον ὅταν ἔγινα δεκατεσσάρων χρόνων συγκεντρωθήκαμε ὅλοι κάτω ἀπό τήν ἴδια στέγη καί αὐτό ἦταν μιά πραγματική εὐτυχία καί χαρά. Εἶναι πράγματι παράξενο νά σκέπτεται κανείς ὅτι, σέ ἕνα σπίτι μιᾶς συνοικίας τῶν Παρισίων, μποροῦσε νά ἀνακαλύψη μιά τέλεια εὐτυχία· καί, ὅμως, αὐτό συνέβαινε. Τότε γιά πρώτη φορά, μετά τήν ἐπανάστασι [τήν κομμουνιστική τοῦ 1917], ἀποκτήσαμε σπίτι.
Ἀλλά πρίν ἀπό αὐτό, πρέπει νά πῶ ὅτι συνέβη κάτι πού μέ εἶχε προβληματίσει πάρα πολύ. ῞Οταν ἤμουν περίπου ἕνδεκα χρονῶν μέ ἔστειλαν σέ μιά θερινή κατασκήνωσι ἀγοριῶν, ὅπου συνάντησα ἕναν ἱερέα, πού θά ἦταν περίπου τριάντα χρονῶν. Κάτι ἀπ᾽ αὐτόν τόν ἄνθρωπο μοῦ τράβηξε τήν προσοχή. Εἶχε ἀγάπη τήν ὁποία σκορποῦσε στόν καθένα μας. Ἡ ἀγάπη του δέ αὐτή δέν εἶχε σχέσι μέ τό ἄν ἤμαστε καλοί, καί δέν ἄλλαζε ὅταν ἤμασθαν κακοί. Μποροῦσε ν᾽ ἀγαπάη χωρίς ὅρους. Ποτέ πρίν στήν ζωή μου δέν εἶχα συναντήσει κάτι τέτοιο. Μέ ἀγαποῦσαν στό σπίτι, ἀλλά αὐτό τό εὕρισκα φυσικό. Ἐπίσης εἶχα φίλους, ἀλλά κι αὐτό ἦταν φυσικό. Τέτοια ἀγάπη δέν εἶχα συναντήσει ποτέ. Τήν ἐποχή ἐκείνη δέν προσπάθησα νά δώσω καμμιά ἐξήγησι σ᾽ αὐτό, ἁπλῶς βρῆκα σ᾽ αὐτό τόν ἄνθρωπο κάτι πού μέ προβλημάτιζε καί συγχρόνως μοῦ ἄρεσε. Μόνο μετά ἀπό χρόνια, ὅταν πιά εἶχα ἀνακαλύψει τό Εὐαγγέλιο, σκέφθηκα ὅτι, αὐτός ὁ ἄνθρωπος, ἀγαποῦσε μέ μιά ἀγάπη πού ἦταν πέρα ἀπό αὐτό τόν ἴδιο. Μοιραζόταν μαζί μας τή θεία ἀγάπη, ἤ ἄν προτιμᾶτε ἡ ἀνθρώπινη ἀγάπη του ἦταν τόσο βαθειά καί εἶχε τέτοιο στόχο καί τέτοιο ἄνοιγμα ὥστε μποροῦσε νά περιλαμβάνη ὅλους μας, εἴτε εἴμασθε χαρούμενοι εἴτε πονεμένοι, ἀλλά πάντοτε μέσα στήν ἴδια ἀγάπη. Αὐτή ἡ ἐμπειρία, νομίζω, ἦταν ἡ πρώτη βαθειά πνευματική ἐμπειρία τήν ὁποία εἶχα.
—Τί συνέβη μετά ἀπ᾽ αὐτό;
—Τίποτε. Γύρισα πίσω στό σχολεῖο, στό ὁποῖο ἤμουν ἐσωτερικός καί κάθε τι συνεχίσθηκε ὅπως καί πρίν, μέχρις ὅτου βρεθήκαμε ὅλοι κάτω ἀπό τήν ἵδια στέγη. ῞Οταν γεύθηκα τήν πλήρη εὐτυχία, συνέβη κάτι τό τελείως ἀπροσδόκητο. Ξαφνικά ἀνακάλυψα ὅτι, ἡ εὐτυχία, ἄν δέν ἔχη κάποιο σκοπό, γίνεται ἀνυπόφορη. Δέν θά μποροῦσα νά ἀποδεχθῶ μιά ἄσκοπη εὐτυχία. Δυσκολίες καί βάσανα ἔπρεπε νά ὑπερνικηθοῦν, ὑπῆρχε, ὅμως, πάντοτε κάτι πέρα ἀπ᾽ αὐτά. Ἀλλά ἐπειδή ἀκριβῶς δέν ὑπῆρχε τέτοιο νόημα καί ἐπειδή δέν πίστευα σέ τίποτε, ἡ εὐτυχία φαινόταν ἀνούσια. Ἀποφάσισα, λοιπόν, νά δώσω στόν ἑαυτό μου μιά προθεσμία ἑνός ἔτους, νά ἀνακαλύψη ἄν ἡ ζωή εἶχε κανένα νόημα. Ἐάν δέ, στό διάστημα αὐτοῦ τοῦ χρόνου, δέν θά μποροῦσα νά βρῶ κάποιο νόημα ἀποφάσισα νά μήν συνεχίσω νά ζῶ πλέον, θά αὐτοκτονοῦσα.
—Καί πῶς λοιπόν βγήκατε ἀπό τήν κατάστασι αὐτῆς τῆς ἄσκοπης εὐτυχίας;
—Ἄρχισα νά ψάχνω γιά ἕνα ἄλλο νόημα ζωῆς πέρα ἀπό ἐκεῖνο τό ὁποῖο μποροῦσα νά βρῶ μέσα στή σκοπιμότητα. Τό νά σπουδάζη κανείς γιά νά γίνη χρήσιμος στή ζωή ἦταν κάτι πού δέν μέ συγκινοῦσε καθόλου. Ὅλη ἡ ζωή μου μέχρι τώρα εἶχε συγκεντρωθῆ σέ ἄμεσους σκοπούς καί ξαφνικά ὅλα αὐτά βρέθηκαν χωρίς νόημα. ῎Ενοιωσα μέσα μου κάτι τό δραματικό καί κάθε τι γύρω μου μοῦ φαινόταν μικρό καί ἀνόητο.
Πέρασαν μῆνες καί κανένα νόημα δέν παρουσιάσθηκε στόν ὁρίζοντα. Μιά μέρα τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς —ἤμουνα τότε μέλος μιᾶς Ρωσικῆς ὀργανώσεως νέων στό Παρίσι— ἕνας ἀπό τούς ὑπευθύνους ἦλθε κοντά μου καί μοῦ εἶπε: 
—Καλέσαμε κάποιον ἱερέα νά σᾶς μιλήση, ἔλα καί ἐσύ. 
Ἐγώ ἀπάντησα μέ φανερή ἀποδοκιμασία ὅτι δέν θά πήγαινα. Δέν χρειαζόμουν τήν Ἐκκλησία. Δέν πίστευα στό Θεό. Δέν ἤθελα νά χάσω τόν καιρό μου μέ κάτι τέτοια. Ὁ ὑπεύθυνος χειρίσθηκε ἔξυπνα τήν ὑπόθεσι —μοῦ ἐξήγησε ὅτι ὅλοι ὅσοι ἀνῆκαν στήν ὁμάδα μου εἶχαν ἀντιδράσει ἀκριβῶς μέ τόν ἴδιο τρόπο καί θά ἦταν ντροπή νά μήν πάη κανείς, γιατί ὁ ἱερέας εἶχε ἔλθει καί θά ἦταν πολύ ἄσχημο, ἐάν, οὔτε ἕνας, δέν παρακολουθοῦσε τήν ὁμιλία του.
—Μήν τόν προσέχεις, εἶπε ὁ ὑπεύθυνος, δέν μέ ἐνδιαφέρει, μόνον ἔλα γιά μιά τυπική παρουσία. Μέχρι αὐτοῦ τοῦ σημείου ἤμουν πρόθυμος νά φανῶ νομοταγής στή νεανική ὀργάνωσί μας. ῎Ετσι παρέμεινα μέχρι τέλους τῆς διαλέξεως. Δέν εἶχα σκοπό νά προσέξω. Τά αὐτιά μου, ὅμως, ἔπιαναν μερικές φράσεις καί ἀγανακτοῦσα περισσότερο. Ὁ Χριστός καί ὁ Χριστιανισμός παρουσιάσθηκαν μέ τέτοιο τρόπο πού μοῦ ἦταν βαθύτατα ἀποκρουστικά. Ὅταν τελείωσε ἡ διάλεξι ἔτρεξα στό σπίτι μέ σκοπό νά ἐλέγξω, ἐάν ἦταν ἀλήθεια αὐτά τά ὁποῖα εἶπε ὁ ὁμιλητής. Ρώτησα τή μητέρα μου ἄν εἶχε Εὐαγγέλιο, γιατί ἤθελα νά διαπιστώσω ἐάν τό Εὐαγγέλιο θά ὑποστήριζε τήν τερατώδη ἐντύπωσι τήν ὁποία ἀπεκόμισα ἀπό τήν ὁμιλία. Δέν προσδοκοῦσα τίποτε καλό ἀπό τήν ἀνάγνωσί μου καί ἔτσι μέτρησα τά κεφάλαια τῶν τεσσάρων Εὐαγγελίων, ὥστε νά εἶμαι σίγουρος ὅτι διαβάζω τό συντομότερο, γιά νά μή χάσω ἄδικα τό χρόνο μου. Ἄρχισα, λοιπόν, νά διαβάζω τό κατά Μᾶρκον Εὐαγγέλιον.
Ἐνῶ διάβαζα τήν ἀρχή τοῦ κατά Μᾶρκον Εὐαγγελίου, πρίν φθάσω στό τρίτο κεφάλαιο, ξαφνικά, συνειδητοποίησα ὅτι στήν ἄλλη πλευρά τοῦ γραφείου μου ὑπῆρχε κάποιος. Καί ἡ βεβαιότητα, ὅτι ἦταν ὁ Χριστός πού στεκόταν ἐκεῖ, ἦταν τόσο ἔντονη ὥστε ποτέ, ἕως τώρα, δέν μέ ἔχει ἐγκαταλείψει. Αὐτό ὑπῆρξε πραγματικά ἡ ἀποφασιστική μου καμπή. Διότι, ἀφοῦ ὁ Χριστός ἦταν ζωντανός καί ἐγώ εἶχα ζήσει τήν παρουσία Του, μποροῦσα νά πῶ μέ βεβαιότητα ὅτι αὐτά τά ὁποῖα τό Εὐαγγέλιο ἔλεγε γιά τή σταύρωσι τοῦ Προφήτου τῆς Γαλιλαίας ἦταν ἀλήθεια, καί ὁ ἑκατόνταρχος εἶχε δίκηο ὅταν εἶπε: “Ἀληθῶς Υἱός Θεοῦ ἐστι”(πρβλ. 15, 39). Μέσα στό φῶς τῆς Ἀναστάσεως μποροῦσα νά διαβάσω μέ βεβαιότητα τήν ἱστορία τοῦ Εὐαγγελίου, γνωρίζοντας ὅτι τό κάθε τι ἔκρυβε μέσα του ἀλήθεια, ἀκριβῶς διότι τό ἀπίστευτο γεγονός τῆς Ἀναστάσεως ἦταν γιά μένα πιό βέβαιο ἀπό κάθε ἄλλο ἱστορικό γεγονός. Τήν ἱστορία ἤμουν ὑποχρεωμένος νά τήν πιστέψω, τήν Ἀνάστασι τή γνώριζα σάν γεγονός. Καθώς βλέπετε, δέν ἀνακάλυψα τό Εὐαγγέλιο ἀρχίζοντας μέ τό πρῶτο μήνυμα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καί δέν ξετυλίχθηκε μπροστά μου σάν μιά ἱστορία, τήν ὁποία κανείς μπορεῖ νά πιστέψη ἤ ὄχι. Ἄρχισε μέ ἕνα γεγονός τό ὁποῖο παραμέριζε ὅλα τά προβλήματα ἀπιστίας ἀκριβῶς διότι ἦταν μιά ἄμεση καί προσωπική ἐμπειρία»(ΑΒ, 11).

Ἀπό το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννης Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός, Αθήνα 2011


<>











Ο διακο-Διονύσιος ο Φιρφιρής διηγείται την μεταστροφή ενός αθέου προς την Θεία Εξομολόγηση και την Εκκλησία


«Διηγήθηκε ὁ διακο-Διονύσιος ὁ Φιρφιρῆς:
“Κάποτε βρέθηκα γιά δουλειά ἔξω στή Θεσ/νίκη. Πῆγα σ᾽ ἕνα ἐστιατόριο νά φάω. Ἔκανα τήν προσευχή μου καί κάθησα νά φάω. Παραδίπλα ἦταν μιά παρέα. Μοῦ λέει κάποιος λαϊκός...
—Λοιπόν, τί μᾶς παριστάνεις τώρα; Τί θέλεις νά μᾶς δείξης;
—Γιά νά μήν μοῦ σταθῆ κανένα κόκκαλο στόν λαιμό, βρέ ἀδελφέ, ἀπάντησα λίγο ὀργισμένα.
Σέ λίγο ἀπ᾽ τό τραπέζι αὐτῆς τῆς παρέας ἀκούστηκε θόρυβος καί βιαστικά κάποιον τόν ἔβγαλαν ἔξω. Ἐγώ δέν γύρισα νά κοιτάξω. Μετά ἀπό καιρό πού ξαναβγῆκα στή Θεσ/νίκη μέ συναντᾶ κάποιος κοντά στό Λευκό Πύργο καί μέ χαιρετᾶ ρωτώντας:
—Μέ γνωρίζεις, Πάτερ;
—Ὄχι, ἀπαντῶ.
—Δέν μέ θυμᾶσαι; Ἐσύ μ᾽ ἔκανες Χριστιανό.
—Δέν σέ θυμᾶμαι.
—Θυμᾶσαι κάποτε σ᾽ ἕνα ἑστιατόριο πού ἔτρωγες καί κάποιος σοῦ εἶπε αὐτό καί αὐτό;
—Ναί, κάτι θυμᾶμαι.
—Ἔ, ἐγώ ἤμουν. Βλέπεις ἐδῶ; Μοῦ στάθηκε ἕνα κόκκαλο στό λαιμό καί μοῦ ἔκαναν ἐγχείρησι γιά νά τό βγάλουν, ἐνῶ συγχρόνως μοῦ ἔδειχνε τό λαιμό του μέ τό σημάδι τῆς τομῆς. Μετά ἀπ᾽ αὐτό καί στήν Ἐκκλησία πηγαίνω καί ἐξομολογοῦμαι καί προσευχή κάνω. Σ᾽ εὐχαριστῶ, Πάτερ· ἐσύ μ᾽ ἔσωσες”»(http://apantaortodoxias.blogspot.com/2022/04/blog-post_304.html).





<>










1995: Ο ετοιμοθάνατος κυρ-Αλέκος, φανατικός άθεος, εξομολογήθηκε και κοινώνησε

Ανδρόγυνο ο κυρ-Αλέκος και η κυρά-Καίτη, παντρεμένοι το 1920 περίπου. Κατοχή-εμφύλιος-φτώχεια κάργα και των γονέων. Η κυρά-Καίτη ευλαβέστατη, προσευχή, εξομολόγηση, θεία κοινωνία κλπ.

Ο κυρ-Αλέκος φανατικός άθεος, κομμουνιστής αλλά πολύ δίκαιος, ελεήμων, φιλάνθρωπος. Ήξερε από φτώχεια, στέρηση, κατατρεγμό. Συμπονούσε και βοήθαγε όσους μπόραγε. Φθάσανε και οι δυο, τ’ αντρόγυνο γύρω στα 1995. Ο κυρ-Αλέκος βαριά αρρώστια, κατάκοιτος, ετοιμοθάνατος. Η κυρά-Καίτη λαμπάδα δίπλα του, διακονούσε, έκλαιγε, προσευχότανε.

Παιδιά και εγγόνια είχανε στη ζωή τους, τις μέριμνές τους, σπουργιτάκια περνάγανε αστραπή από τους γέρους και φεύγανε.

Η κυρά-Καίτη παρακάλαγε τον άνδρα της:

«να φέρουμε άνδρα μου τον παπά της ενορίας να εξομολογηθείς, να κοινωνήσεις μη φύγεις σαν άψυχο ζώο για την άλλη ζωή και κολασθείς».

Τίποτε ο μπάρμπας, την σιχτήραγε και την απειλούσε:

«Μη φέρεις παππά στο σπίτι μας γιατί θα σας αμολήσω από το μπαλκόνι, εσένα, τον παπά και τα λιβανιστήρια σας».

Μια νύχτα ανοιξιάτικη ψιθύριζε κατατρομαγμένος ο μπάρμπας την κυρά του:

–  Τρέχα Καίτη, φοβάμαι.

– Τι θέλεις άντρα μου τ’ αποκρίθηκε αλαφιασμένη εκείνη.

-Να Μωρή, της απάντησε αυτός πανικόβλητος. Δεν βλέπεις αυτόν τον αγριεμένο αράπη, τον δίμετρο που με κοιτάει άγρια και γελάει; Ποιος είναι; Πως μπήκε στο σπίτι μας; Τι θέλει;

Η γυναίκα δεν είδε κανέναν άλλο, σταυροκοπήθηκε φωτίστηκε, κατάλαβε:

-«Άντρα μου στο ορκίζομαι όπου θες δεν βλέπω κανένα άλλο. Είμαι σίγουρη ότι είναι ο διάβολος και ήλθε ο κακούργος να σ’ αρπάξει να σε κολάσει».

Αστραπιαία ο κυρ-Αλέκος συνήλθε, κατάλαβε και της είπε:

– Σε πιστεύω -άμανες υπάρχει ο διάβολος- υπάρχει και ο Χριστός και παράδεισος και κόλαση.

Πήγαινε γρήγορα μόλις ξημερώσει και φέρε τον παπά, όποιον βρεις στην ενορία, να με ξομολογήσει και να με κοινωνήσει.

‘’Κατουρήθηκε’’ από φόβο και χαρά η Γριά. Μόλις ξημέρωσε πήγε στην ενορία, βρήκε κάποιον παπά Δημήτρη, το και το παπά μου και έλα γρήγορα. Έτσι και γίνανε όλα. Μόλις ξομολογήθηκε και κοινώνησε ο μπάρμπα Αλέκος γαλήνεψε, έλαμψε το προσωπάκι του και πέθανε συγχωρεμένος με Θεό και ανθρώπους.

Πόσο μας αγαπά ο Χριστός μας, πόσο ζητά ένα ψίχουλο καλή πρόθεση, καλό λογισμό να μας σώσει!

Από το βιβλίο ”Η ζωή διδάσκει τον Χριστό”, Αθήνα 2017






<>










Η μεταστροφή ενός αθέου αναρχικού στην Ορθόδοξη Πίστη μέσω ποιημάτων μετά από συνάντηση με τον Άγιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη (+1991)

Ὅταν ἤμουν 20 χρόνων ἀγαπητέ μου καθηγητή, ἤμουν ἀναρχικός. Εἶχα μακριά μαλλιά, εἶχα σκουλαρίκια, εἶχα τυραννήσει πνευματικούς ἀνθρώπους, τους δασκάλους μου.

Μέ ἔστειλαν σ’ ἕνα χριστιανικό οἰκοτροφεῖο και τό ἔκανα ἄνω-κάτω!

Μία μέρα, μέ τήν προτροπή ἑνός θείου μου, ἀποφάσισα νά ἐπισκεφθῶ τόν πατέρα Πορφύριο. Νόμιζα ὅτι θά συναντοῦσα ἕνα ἀφελές γεροντάκι, ἀλλά γρήγορα διαψεύστηκα! Μόλις μέ εἶδε ὁ Γέροντάς μου εἶπε:

«Μωρέ ἐσύ θέλεις νά πιστέψεις, ἀλλά δέν σέ ἀφήνει τό πολύ σου, τό δυνατό σου μυαλό! Ἀλλά ποῦ θά πᾶς; Σέ ἀγαπάει, σέ περιμένει ὁ Χριστός καί θά σέ κερδίσει μία μέρα! Μωρέ, ἔλα αὔριο νά τά ποῦμε!»
Πῆγα ἐγώ τήν ἄλλη μέρα νά τά ποῦμε…!

Ὁ Γέροντας, μόλις μέ εἶδε, μοῦ εἶπε:
«Μωρέ, σού ἀρέσουν τά ποιήματα; Γιατί, κι ἐγώ εἶμαι…ποιητής! Πᾶμε στό δάσος νά σού ἀπαγγείλω;»
Μέ πῆρε ἀπό τό χέρι κι ἄρχισε νά μοῦ λέει ποιήματα…!
Ἐγώ, καθώς ἄκουγα ἀναλύθηκα σέ δάκρυα καί ἔκλαιγα. Γιατί…;
Διότι, αὐτά τά ποιήματα, πού ἀπάγγελνε ὁ Γέροντας, ἤσαν τά δικά μου ποιήματα! Αὐτά, πού εἶχα γράψει καί τά εἶχα κρυμμένα σ’ ἕνα τετράδιο, πιστεύοντας ὅτι κάποια μέρα θά τά δημοσίευα. Εἶχα συγκλονισθεῖ!
Ὁ νέος ἐκεῖνος ἔγινε καθηγητής σέ δύο πανεπιστήμια καί ἱερέας!

Ἐλεύθερη ἀπόδοση ὁμιλίας τοῦ καθηγητοῦ κ. Γ. Κρουσταλάκη.



<>









Η μεταστροφή στην Ορθόδοξη Πίστη ενός αθέου Ελληνοαμερικάνου στο Σικάγο των ΗΠΑ μετά από θαυμαστή εμφάνιση του Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτη (+1994) κατα τη δεκαετία του 1980


«Τό ἀκόλουθο περιστατικό μέ τό Γέροντα Παΐσιο, εἶναι ἀληθινό, ἐνῶ ἡ δημοσιοποίησί του ἄργησε λόγῳ τῆς ταπεινότητος τῶν ἀνθρώπων πού ἀρχικά τό διηγήθηκαν.
Ὁ Ν.Α., εὐκατάστατος ὁμογενής ἀπ᾽ τό Σικάγο τῶν Η.Π.Α., πολύ κάλος ἄνθρωπος καί ἄθεος, πρίν 25 περίπου χρονιά, εἶδε μιά βραδυά στόν ὕπνο του ἕνα μικροσκοπικό παππούλη νά τοῦ ζητάη εὐγενικά νά τόν παραλάβη ἀπό κάποιο ἀεροδρόμιο τοῦ Σικάγου, δίνοντάς του συγκεκριμένη ἡμερομηνία καί ὥρα.
“Νίκο καλό μου παιδί, ἔλα τάδε μέρα τάδε ὥρα στό τάδε ἀεροδρόμιο νά μέ παραλάβης σέ παρακαλῶ”.
Ὅταν ξύπνησε τό πρωΐ, ὁ Ν. διηγήθηκε στή σύζυγό του Μ. τό ὄνειρο πού εἶχε δεῖ.
Ἐκεῖνη, ἀρχίζοντας τά πειράγματα λόγῳ τῆς ἀθεΐας του, τοῦ εἶπε ὅτι ἦταν ἀπλῶς ἕνα ὄνειρο καί νά μήν δώση σημασία.
Τό ὄνειρο μέ τό μικροσκοπικό παππούλη ἐπαναλήφθηκε στόν ὕπνο τοῦ Ν. πολλές φόρες, σέ σημεῖο πού ὁ ἄνθρωπος εἶχε ἀρχίσει νά ταράζεται. Κάποτε ὁ “ἐφιάλτης” σταμάτησε καί ὁ Ν. ἠρέμησε.
Μετά ἀπό ἀρκετό καιρό ἔφθασε ἡ καθορισμένη ἡμερομηνία πού ὁ παππούλης εἶχε προαναγγείλει στό ὄνειρο. Ὁ Ν. ἀποφάσισε νά πάη κρυφά στό ἀεροδρόμιο γιά νά ἀποφύγη τά κοροϊδευτικά σχόλια τῆς γυναίκας:
“Τί ἔχω νά χάσω”, συλλογίστηκε, “στό κάτω κάτω θά κάνω τή βόλτα μου, θά πιῶ τό καφεδάκι μου καί ὕστερα θά πάω στή δουλειά μου”.
Πράγματι ἔτσι κι ἔγινε. Πῆγε καί ἀφοῦ κάθισε σέ μιά γωνιά τοῦ χαώδους ἀεροδρομίου τοῦ Σικάγου, περίμενε τόν ἄγνωστο παππούλη τοῦ ὀνείρου.
Ἦπιε κάμποσους καφέδες, ἄλλα ἡ ὥρα περνοῦσε καί ὁ παππούλης δέν φαινόταν πουθενά. Μέτα ἀπό μιά-μιάμιση ὥρα, σκέφτηκε, “ἕνα τσιγάρο ἀκόμα καί φεύγω, καλά καί δέν τό εἶπα στή Μ. γιατί θά μέ κορόιδευε αἰωνίως”.
Πρίν καλά καλά προλάβη νά τελειώση τή σκέψι του, γυρίζοντας ἀπ᾽ τήν ἄλλη μεριά, βλέπει ξαφνικά μπροστά του νά ἐμφανίζεται στ᾽ ἀλήθεια ὁ μικροσκοπικός παππούλης πού ἔβλεπε στόν ὕπνο του. “Εὐχαριστώ Ν. καλό μου παιδί πού ἦρθες, ἤξερα πώς θά ἐρχόσουν”, τοῦ ἐἶπε ὁ Γέροντας Παΐσιος.
Μήν πιστεύοντας στά μάτια του, ἔχοντας μπροστά του στήν πραγματικότητα τόν παππούλη πού ἔβλεπε στόν ύπνο του, ὁ Ν. παραλίγο νά πάθη συγκοπή!
Εντελώς σαστισμένος καί σοκαρισμένος, ἀφοῦ τρόμαξε νά συνέλθη, πήρε τόν παππούλη καί πῆγαν στό σπίτι του, στά προάστια τοῦ Σικάγου, ὀπού ὁ Γέροντας διέμεινε κάμποσο καιρό.
Ὁ Ν. καί ἡ Μ. μεταμελήθηκαν καί μπῆκαν στό δρόμο τοῦ Θεοῦ. Ἀπό ὁρκισμένος ἄθεος, ὁ Ν. ἔγινε πολύ πιστός Χριστιανός.
Μοῦ διηγήθηκαν οἰ ἴδιοι τό ἀπίστευτο αὐτό περιστατικό, στό σπίτι τούς στό Σικαγο, πρίν 15 περίπου χρόνια (δεκαετία 1980).
Μαρτυρία: Ἀντωνία Μποτονάκη-Ἁγιορείτικο Βῆμα»(Ἠλίας Καλλιώρας, https://www.facebook.com).


<>








Γεωργία: Πώς πείστηκε ένας άθεος Καθηγητής Πανεπιστημίου ότι η Θεωρία της Εξέλιξης δεν ισχύει

Αρχές της δεκαετίας του 1980. Κρατικό Πανεπιστήμιο Τιφλίδας.

Νεαρός Γεωργιανός φοιτητής, τελείωνε μια Θεωρητική Σχολή. Για να πάρει το πτυχίο του έπρεπε να περάσει την κρατική εξέταση του μαθήματος «Αθεΐα». Το επέβαλλε το καθεστώς. Ο νεαρός είχε τότε το δικαίωμα να διαλέξει τον καθηγητή, (η εξέταση ήταν πάντα προφορική). 

Διάλεξε λοιπόν έναν που του φάνηκε κάπως συμπαθής. Όταν πήγε να εξεταστεί του δήλωσε ορθά–κοφτά ότι δεν πιστεύει σε αυτές τις αθεϊστικές θεωρίες και δεν πρόκειται να απαντήσει σε καμία σχετική ερώτηση.

-Μπορείτε να με κόψετε, είπε στον καθηγητή.

-Βέβαια και θα σε κόψω, αλλά πρώτα πες μου, τι θα κάνεις. Σπούδασες πέντε χρόνια και αποφασίζεις να μην πάρεις το πτυχίο σου; Κρίμα δεν είναι;

-Δεν πειράζει, απάντησε ο νεαρός ψύχραιμα. Υπάρχει ποίηση, φιλία.... όλα αυτά θα με βοηθήσουν να το ξεπεράσω. Σε καμία περίπτωση όμως δε θα μπορούσα να σας πω αυτό που δεν πιστεύω.

-Δικό σου το πρόβλημα.

-Τώρα μεταξύ μας (ο νεαρός χαμήλωσε τη φωνή του) εσείς στ’ αλήθεια πιστεύετε ότι ο άνθρωπος κατάγεται από τον πίθηκο; Δηλαδή, οι πρόγονοί μας που έχυσαν τόσο αίμα για να υπερασπιστούν την πίστη ήταν ανόητοι;

Ο καθηγητής χαμογέλασε.

-Πολύ θαρραλέος είσαι και αυτό το 2 που θα σου βάλω τώρα (δηλαδή σε κόβω) είναι μόνο για το θάρρος σου. Στο καλό να πας.

Ο καθηγητής έγραψε το βαθμό στο φοιτητικό βιβλιάριο του νεαρού, όπως συνήθιζαν τότε και συνέχισε την εξέταση άλλων φοιτητών. Ο νεαρός έφυγε. Κάθισε σε ένα καφενείο πικραμένος. Άνοιξε το φοιτητικό του βιβλιάριο. Αυτό που είδε ήταν απίστευτο. Ο καθηγητής, του είχε βάλει 20… άριστα...!!!

Γ.Π.

Σημείωση: Το περιστατικό το διηγήθηκε Γεωργιανή φοιτήτρια, που έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.

Ο αντίπαλος και ο αντίθεος όχι μόνο βαθμολογεί με άριστα το θάρρος της ομολογίας αλλά και το θαυμάζει και τον πείθει.


<>








Η αγάπη και τη φιλοξενία των Μοναχών οδήγησε δύο άθεους Γάλλους στην Ορθοδοξία

Πρίν λίγο καιρό ἕνα ζευγάρι ἀπ᾽ τήν Γαλλία ἐπισκέφθηκε ἕνα ἱστορικό Μοναστήρι τῆς πατρίδας μας. Ὅταν ὁ μοναχός πῆγε νά τούς ἀνοίξη τό καθολικό γιά νά προσκυνήσουν, αὐτοί εἶπαν εὐγενικά πώς εἶναι ἄθεοι καί θεωρούν ἰεροσυλία τό νά πᾶνε στό ναό.
Τότε ὁ μοναχός τούς προσκάλεσε στό ἀρχονταρίκι γιά κέρασμα, αὐτοί δέχθηκαν μέ χαρά καί τούς φάνηκε πρωτόγνωρη κίνησι μετά τήν ἀπάντησι πού τοῦ ἔδωσαν.
Ἀφοῦ ἀπόλαυσαν τήν φιλοξενία, μιλοῦσαν γιά ὧρες καί ἔφυγαν ἐνθουσιασμένοι, ἐνῶ στήν πόρτα του ἀνέφεραν πώς θά ἤθελαν νά γνωρίσουν τήν Ὀρθόδοξη Πίστι, νά κατηχηθοῦν καί εἶπαν πώς: “ἄν εἶναι ἔτσι ὀἱ Ὀρθόδοξοι, θέλουμε κι ἐμεῖς νά γίνουμε ἔτσι...”.
Τά μοναστήρια μας πρέπει νά εἶναι τόποι φιλοξενίας καί ἀγάπης γιά ὅλους ἀνεξαιρέτως, δέν γίνεται νά ὑπηρετοῦμε τό Θεό τῆς ἀγάπης καί νά μην ἔχουμε ἀγάπη.
Γιατί ἡ ἀγάπη ἔχει τή δύναμι νά τά ἀλλάζη ὅλα!


<>








Η θαυμαστή μεταστροφή του πρώην άθεου ιατρού κ. Ματζώρου από την Λίμνη της Εύβοιας μέσω του Αγίου Ιωάννου του Ρώσου


Σεβασμιώτατε, έλεγε ο κ. Ματζώρος γιατρός, από την Λίμνη της Εύβοιας, στον Μητροπολίτη Χαλκίδος κ. Χρυσόστομο (Βέργη), δεν είμαι θρησκόληπτος και αγράμματος άνθρωπος, είμαι γιατρός και πρώην άθεος.

Αρρώστησα. Εξετάσεις, έρευνες. Βγαίνει το πόρισμα: Καρκίνος στο παχύ έντερο. Οι συνάδελφοί μου λένε όλη την επιστημονική αλήθεια. Καρκίνος βαρυτάτης μορφής και σε μέρος που σχεδόν βέβαια οδηγούσε στον θάνατο.

Βρίσκομαι στο Αντικαρκινικό Νοσηλευτικό Ίδρυμα «Παντοκράτωρ» στην Αθήνα. Μετά την γνωστοποίηση αυτή και ενώ μένω μόνος στο κρεββάτι, έρχομαι στον εαυτό μου και στρέφω το νου, την ψυχή και την καρδιά μου στον Θεό που δεν πίστευα. 

Κάθομαι στο κρεββάτι, τα πόδια μου πατούν στο έδαφος. Μονολογώ, προσεύχομαι στον Θεό, ζητώ να με προσέξει: Θεέ μου, του λέγω, δεν σε πίστευα, έλεγα πως είσαι παραμύθι. Ο άνθρωπος και η επιστήμη έλεγα είναι το παν. Βλέπω όλα να μηδενίζονται. Δέξου τη μετάνοιά μου και αν με κρίνεις άξιο θεράπευσε την αρρώστια μου με έναν Άγιο που έχουμε ολόσωμο στην περιφέρειά μας (Άγιο Ιωάννη Ρώσσο).

Αυτό ήταν το πηγαίο και ειλικρινές «ήμαρτον» του γιατρού. Κάποιος χτυπάει την πόρτα του.

—Εμπρός. Ανοίγει η πόρτα. Ένας νέος γιατρός, ωραίος, καλωσυνάτος.

—Τί κάνεις γιατρέ, ερωτά τον ασθενή κ. Ματζώρο. Πώς πας;

—Τί να κάνω, συνάδελφε, ας το πούμε, πεθαίνω.

—Όχι, γιατρέ, δεν πεθαίνεις. Ό,τι έχεις μέσα σου το παίρνω!

—Ποιός είσαι συ, νέε μου; άσπρισαν τα μαλλιά μου στην επιστήμη και γνωρίζω τι έχω.

—Είμαι αυτός που ζήτησες προηγουμένως! Χαίρετε, γιατρέ!

Στους διαδρόμους αμέσως ρωτάει να μάθει ποιός ήταν. Οι γιατροί του λένε: Από τη στενοχώρια σου, συνάδελφε, σε δευτερόλεπτο είδες αυτό το όνειρο. Όχι όμως, ο γιατρός είχε μιλήσει με τον Θεό πρώτα και με τον Άγιο μετά, δεν γελιέται παρά επιμένει και γίνεται πάλι έρευνα.

Πόσοι και πόσοι δεν είδαν τους δύο φακέλλους των εξετάσεων με τον καρκίνο και χωρίς αυτόν! «Σεβασμιώτατε δεν είμαι θρησκόληπτος… Είδα τον Άγιο, θεραπεύτηκα!…»

10.4.1964

Από το βιβλίο: Πρωτοπρεσβυτέρου Ιωάννου Βερνέζου, Έκδοσις Ιερού Προσκυνήματος Οσίου Ιωάννου του Ρώσσου, Προκόπιον Ευβοίας, σελ. 51-52.



<>







Το θαύμα που άλλαξε τη ζωή μου: Η εξομολόγηση ενός πρώην άθεου Blogger

Χαίρετε. Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας ένα θαυμαστό γεγονός που συνέβη σε μένα τον ανάξιο προ ολίγων μηνών. Έχω μεγαλώσει σε άθεη οικογένεια. Απο μωρό παιδί έχω διδαχθεί το μίσος προς οποιαδήποτε θρησκεία, είτε αυτή ονομάζεται μουσουλμανισμός, είτε χριστιανισμός κ.τ.λ. Μεγαλώνοντας λοιπόν δημιούργησα το δικό μου blog – ιστοσελίδα, μέσα απο το οποίο παρέθετα άρθρα ενάντια στην θρησκεία και ειδικότερα κατά του χριστιανισμού. Τα άρθρα μου περιείχαν αρκετά “σεβαστά” επιχειρήματα, μέσα απο τα οποία θα μπορούσε κανείς όχι μόνο να απορρίψει την ύπαρξη του Θεού, αλλά και να μισήσει ότιδήποτε τον θυμίζει. Μεταξύ αυτών των επιχειρημάτων, η θεωρία της εξέλιξης, άλλα επιστημονικά επιχειρήματα, χωρία απο την Παλαιά Διαθήκη τα οποία θεωρούσα ρατσιστικά και βίαια και άλλα πολλά.

Μέσω των άρθρων αυτών, έβγαζα τα απωθημένα μου εναντίον του Θεού και προσπαθούσα με κάθε τρόπο να χτυπήσω τον χριστιανισμό και να φέρω στην αθεΐα όσο το δυνατό περισσότερους πιστούς. Μέχρι που συνέβηκε το ακόλουθο θαύμα (εάν μπορεί να χαρακτηριστεί τέτοιο), το οποίο μου έχει αλλάξει ριζικά τη ζωή. Μερικούς μήνες πρίν, στα γενέθλιά μου, μια αγαπημένη φίλη μου, η οποία απο μικρή ήτανε στο δρόμο της εκκλησίας μου χάρισε για δώρο μια εικόνα του Χριστού. Εγώ απόρησα, γιατί όλοι οι φίλοι και φίλες μου γνώριζαν ότι απο μικρός ήμουνα άθεος και ότι είχα απορρίψει κάθε πιθανότητα και ενδεχόμενο ύπαρξης του Θεού. Δέχτηκα όμως το δώρο αυτό και απο ευγένεια τοποθέτησα την εικόνα του Χριστού στο δωμάτιό μου.

Ένα βράδυ λοιπόν, χωρίς να κατανοώ ακόμα το γιατί, άρχισα να “μιλάω” στην εικόνα του Χριστού και να της θέτω αρκετά ερωτήματα όπως “Αν υπάρχει Θεός, γιατί το κακό κυριαρχεί στον κόσμο”, “Γιατί ο Θεός δεν κάνει γνωστή την παρουσία του (αν υπάρχει) σε μένα και στους άλλους άθεους για να πιστέψουμε σε αυτόν” και άλλα τέτοιας φύσεως ερωτήματα. Ξαφνικά, αστραπιαία, φώς απλώθηκε απο την εικόνα σε όλο το δωμάτιό μου, ενώ παράλληλα ένα συναίσθημα που βίωσα για πρώτη φορά στη ζωή μου με κατέλαβε. Μια εσωτερική αγαλίαση, ένα αίσθημα που με διαβεβαίωνε για την ύπαρξη του Θεού, ενώ με δάκρυα στα μάτια ζήτησα συγχώρεση απο τον Χριστό για όλα τα χρόνια που όχι μόνο τον αμφισβήτησα, αλλά και τον πολέμησα.

Έκτοτε έχω διαγράψει το αντι-χριστιανικό μου blog, προσεύχομαι στον Θεό να με συγχωρέσει για την ζημιά που έχω κάνει σε πολύ κόσμο με τα πρώην αθεϊστικά άρθρα μου. Επίσης, βρήκα ένα πνευματικό πατέρα τον οποίο εμπιστεύομαι και στον οποίο προσπαθώ να εξομολογούμαι σε τακτική βάση για όλες μου τις αμαρτίες. Η ζωή μου έχει αλλάξει ριζικά, αφού για πρώτη φορά εδώ και χρόνια βιώνω το αίσθημα της εσωτερικής ησυχίας και χαράς. Εύχομαι να διαδώσετε το πιο πάνω θαύμα προς δόξαν Θεού, ώστε περισσότερος κόσμος να πιστέψει και να επιστρέψει στο δρόμο του Θεού. Ευχαριστώ.

Κώστας



<>







Η μεταστροφή του Γέροντα Θεόκτιστου του Διονυσιάτη-Αγιορείτη (+1995) από τον αθεϊσμό στην Ορθόδοξη Πίστη και στον Μοναχισμό


Ὁ φιλάγιος, φιλόθεος, φιλάδελφος καί φιλακόλουθος Γέροντας Θεόκτιστος ὁ Διονυσιάτης (+1995) εἶχε μιά πηγαία εὐλάβεια καί μυστική ἀρετή. Ἔλεγε ὁ μακάριος: “Ἤμουν μακρυά ἀπ᾽ τό Θεό, ἀλλά μέ λυπήθηκε ἡ Παναγία. Ἀρρώστησα βαριά. Τήν παρακάλεσα νά μέ κάνη καλά. Γιατρεύτηκα κι ἔγινα μοναχός. Πέτυχα τόν πρῶτο ἀριθμό τοῦ λαχείου”. Ἔλεγε σέ κάποιους προσκυνητές: “Κάθομαι ἀπέναντι ἀπ᾽ τήν Παναγία —τό παρεκκλήσι πού βρίσκεται ἡ θαυματουργική εἰκόνα τῆς Παναγίας τῶν Χαιρετισμῶν, τοῦ Ἀκαθίστου— καί μοῦ μαλακώνει ὁ πόνος. Πάω στό παρεκκλήσι τῶν Ἁγ. Ἀναργύρων καί μοῦ ἡσυχάζει τό στομάχι”

Ἀπό τό βιβλίο: Μοναχοῦ Μωϋσέως Ἁγιορείτου, Ἱερές Μορφές τοῦ Ἁγ. Ὄρους, ἐκδ. Τέρτιος, Κατερίνη 2006


<>







Η μεταστροφή ενός αναρχικού από τον αθεϊσμό στον Ορθόδοξo Χριστιανισμό και στον Μοναχισμό



Ομιλία π. Νήφωνος Βατοπαιδινού στον Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Βύρωνος:

 

Όταν ήμασταν στο Βατοπαίδι, στις αρχές που πήγαμε, ζούσε και ο Γέροντας μας ο Ιωσήφ. Ήταν γύρω στα τέλη Νοεμβρίου. Ήμουν αρχοντάρης, αρχοντάρης είναι ο μοναχός που υποδέχεται τους ξένους. Και τότε είχαν γίνει μερικά επεισόδια στις 17 Νοεμβρίου στο Πολυτεχνείο, είχαν σπάσει και είχαν γίνει μεγάλες φασαρίες.

 

Μια ομάδα από αυτά τα παιδιά, τους αναρχικούς, κυνηγημένοι από την αστυνομία έφυγαν και ήρθαν για να κρυφτούν στο Άγιο Όρος. Και ήρθαν εκεί διότι ο ένας από αυτούς -ο οποίος είχε ξυρισμένο το κεφάλι του από τις δύο πλευρές και είχε ένα σαν λειρί εδώ μπροστά και ήταν και βαμμένο πράσινο στις άκρες- είχε ένα θείο στη Μονή Εσφιγμένου. Και τους είπε, θα πάμε στο θείο μου εκεί να κρυφτούμε. Φυσικά, ούτε διαμονητήρια είχαν ούτε ήξεραν πως θα μπουν μέσα. Πήγαν, δεν μπορούσαν να μπουν και μπήκαν με τα πόδια .. πόσες ώρες να φθάσουν. Έφθασαν στην Μονή Εσφιγμένου. Ξέρετε είναι και λίγο αυστηροί εκεί και μόλις τους είδαν σ’ αυτά τα χάλια .. με τα σκουλαρίκια .. τους έδιωξαν. Έφυγαν. Και ήρθαν με τα πόδια, σουρούπωνε θα βράδιαζε, στο Μοναστήρι μας. Ετοιμαζόταν ο πορτάρης να κλείσει την πόρτα και μόλις τους είδε ο καημένος κι αυτός φοβήθηκε, έτσι όπως ήταν η όψη τους και ειδοποίησε το Γέροντα και λέει, Γέροντα τι να κάνουμε; Τώρα να τους διώξουμε; Που θα πήγαιναν; Δεν είχαν και χρόνο γιατί οι Μονές κλείνουν τις πύλες με τη δύση του ηλίου.

 

Είπε ο Γέροντας, εντάξει, εφόσον τα έφερε η Παναγία τα παιδιά εδώ βάλτε τους σε ένα δωμάτιο στο Αρχονταρίκι αλλά μην τους βάλετε κοντά με τους άλλους προσκυνητές. Βάλτε τους κάπου ξεχωριστά και έχετε και λίγο το νου σας.

 

Λοιπόν, ως αρχοντάρης τους φιλοξένησα. Εντάξει, φαινόντουσαν λίγο τρομαγμένοι, απορημένοι από το περιβάλλον που ζούσαν, κουρασμένοι κιόλας από την οδοιπορία. Ξεκουράστηκαν λοιπόν, τους βάλαμε να φάνε. Τους μιλήσαμε λίγο αλλά τους είπαμε ότι ένα βράδυ θα φιλοξενηθείτε, αύριο πρέπει να φύγετε. Λοιπόν, τους είπαμε και λίγα λόγια αγάπης, ότι ο Θεός είναι αγάπη, ό,τι κι αν κάνουμε στη ζωή μας υπάρχει μετάνοια.

 

Και την επόμενη μέρα αυτός με το λειρί λέει, πάτερ, θέλω να μείνω ακόμη μία ημέρα. Μπορώ να μείνω; Οι άλλοι δεν ήθελαν, έφυγαν. Λέω, θα ρωτήσω και θα σου απαντήσω. Ε, ο Γέροντας λέει, εντάξει αφού θέλει ας μείνει ακόμη ένα βράδυ. Έμεινε ακόμη ένα βράδυ, του λέω θα μείνεις, όμως θα ακολουθήσεις το πρόγραμμά μας, θα έρχεσαι στην Εκκλησία, στην τράπεζα. Έμεινε ακόμη ένα βράδυ, λέει, μπορώ να μείνω ακόμη ένα βράδυ; Λέει ο Γέροντας, κοίταξε, πες τε του τουλάχιστον να βάλει ένα σκουφάκι να μην φαίνεται έτσι και να προκαλεί και τους άλλους, και τους πατέρες και τους προσκυνητές. Δεν είπε όχι, δέχτηκε.

 

Έμεινε δύο μέρες, τρεις μέρες ο Πέτρος. Πέτρος ήταν το όνομά του, ένα παιδί με μεγάλα πράσινα μάτια. Και ένα απόγευμα όταν κάναμε Εσπερινό, πίσω στη λιτή -λιτή είναι ο πρόναος ας πούμε- ακούστηκαν αναφιλητά, κάποιος έκλαιγε με λυγμούς. Πήγα εγώ να δω και ήταν ο Πέτρος σκυμμένος και έκλαιγε με αναφιλητά.

 

  -Πέτρο μου συμβαίνει κάτι;

 

Σκέφτηκα μήπως του είπε κάποιος κάτι που ήταν έτσι. Όχι.

 

Μου λέει, θέλω να σου μιλήσω.

 

Βγήκαμε λοιπόν έξω μετά που τελείωσε ο Εσπερινός και μου λέει,

 

-- Πάτερ, υπάρχει και για μένα σωτηρία; Μπορώ κι εγώ να σωθώ;

 

Λέω, Πέτρο μου, για όλους υπάρχει σωτηρία. Ο ληστής ήταν πάνω στο σταυρό και ο Χριστός μας τον έσωσε.

 

Λέει, μα εγώ τόσο πολύ πλήγωσα και τους ανθρώπους και τους γονείς μου και τον Θεό. Και μου απεκάλυψε ότι ήταν από μία οικογένεια διαλυμένη. Ο πατέρας χτυπούσε τη μητέρα του, αυτός δεν μπορούσε να τα βλέπει. Δώδεκα χρονών έφυγε από το σπίτι του, έμενε στα Εξάρχεια, έμπλεξε εκεί με αναρχικούς, με ναρκωτικά και λοιπά. Ήταν μια ζωή έτσι ταραγμένη.

 

Αλλά όμως ήταν μια πολύ καλή ψυχούλα. Το λέω αυτό αδελφοί μου για να μην απορρίπτουμε ποτέ μας κανέναν. Γιατί εκείνους που εμείς απορρίπτουμε τους μαζεύει ο Θεός. Εμείς νομίζουμε ότι είμαστε οι καλοί και εκεί είναι που την πατάμε. Και θα δούμε εκπλήξεις έλεγε ο ΓεροΠαΐσιος στη Δευτέρα Παρουσία. Θα δούμε εκείνους που δεν υπολογίζαμε να μπαίνουν μέσα και θα δούμε άλλους που υπολογίζαμε, όπως είμαι εγώ, να μένουν απ’ έξω. Μη γένοιτο όμως. Ευχόμαστε και ελπίζουμε στην αγάπη του Χριστού μας, όλοι μας να σωθούμε.

 

Λοιπόν ο Πέτρος, μετά απ’ αυτήν την αλλοίωση που η Παναγία μας του έκανε, του είπαμε ότι πρέπει να εξομολογηθεί. Και με τόσα δάκρυα εξομολογήθηκε, που κάτω το πάτωμα είχε γίνει μία μικρή λιμνούλα από τα δάκρυα του Πέτρου.

 

Ο Πέτρος έμεινε αρκετά στο Μοναστήρι μας. Ο Γέροντας είπε, πες τε του να το κόψει αυτό το πράγμα τουλάχιστον. Και είπε, όχι δεν θα το κόψω, όχι γιατί δεν θέλω, δεν θα το κόψω για να μην πάω έξω και μου πουν ότι σε έβαλαν οι μοναχοί και το έκοψες, θα πάω έξω και θα το κόψω μόνος μου. Κι έτσι, φορούσε το σκουφάκι.

 

Έφυγε ο Πέτρος λοιπόν, άρχισε να κάνει μία πνευματική ζωή. Ξαναήρθε ακόμη μία φορά με αλλοιωμένη την όψη και τον χάσαμε τον Πέτρο, δεν ξαναπαρουσιάστηκε. Εν τω μεταξύ δεν είχε μιλήσει ποτέ με την μητέρα του από τότε που έφυγε από το σπίτι, και προσπαθήσαμε, κάναμε την επανασύνδεση. Βρήκαμε τα τηλέφωνα, της είπαμε, συγκλονίστηκε η γυναίκα γιατί νόμιζε ότι είναι πεθαμένο το παιδί της και έγινε μία πολύ ευλογημένη έτσι κατάστασις.

 

Μετά από δύο χρόνια είχαμε πάει σε μία πανήγυρη μίας Μονής του Αγίου Όρους και μετά την πανήγυρη πήγαμε με τα πόδια σε ένα άλλο Μοναστήρι κοντινό να προσκυνήσουμε. Τότε ήταν μαζί μας και ο μακαριστός ο μητροπολίτης Καστορίας Γρηγόριος, ο οποίος μας είπε, μην πείτε ότι είμαι επίσκοπος να μην μου κάνουν τιμές οι πατέρες και ξεσηκώνονται.

 

Πήγαμε εκεί λοιπόν, μας κέρασαν και όταν ετοιμαζόμασταν να φύγουμε έρχεται ένας μοναχός και μου λέει,

 

-- Πάτερ Νήφων δεν με γνώρισες;

 

-- Κοίταξα, λέω, όχι, ποιος είσαι;

 

-- Λέει, κοίταξέ με καλά.

 

Τι είδα; Δύο πράσινα μεγάλα μάτια. Ήταν ο Πέτρος.

 

Ήταν ο Πέτρος ο οποίος ήταν δόκιμος μοναχός. Και τότε έπεσε ο ένας μέσα στην αγκαλιά του άλλου. Κλαίγαμε και δόξασα την Παναγία μας για τα μεγάλα θαύματα που κάνει. Αυτά είναι τα θαύματα αδελφοί μου. Σας είπα ένα. Όποιος προσκυνητής πάει στο Άγιο Όρος είναι και ένα θαύμα μέσα στην ψυχή του, γι’ αυτό να ευχαριστούμε την Παναγία μας που υπάρχει και το Άγιο Όρος και όλα τα Μοναστήρια και οι Ναοί και επιτελούν αυτά τα μεγάλα θαύματα της θεραπείας των ψυχών. Που όλος ο κόσμος δεν αξίζει όσο μία ψυχή.


Πηγή:




<>








Η μεταστροφή του Μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου (+2012) από τον αθεϊσμό στην Ορθόδοξη Πίστη το 1950 όταν ήταν 17 ετών


Διηγείται ο Μητρ. Νικοπόλεως Μελέτιος: 

«Κατά τήν ἐφηβεία ὐπέστην καί ἐγώ τήν λεγόμενη “κρίσι ἐφηβείας”. Καί ἔζησα ἕνα χρονικό διάστημα, χωρίς νά δίνω σημασία σέ καμμία μορφή πνευματικῆς ζωῆς. Τότε συνέβη τό ἑξῆς, τό ὁποῖο ὑπῆρξε κάπως πιό καθοριστικό γιά τή ζωή μου. Τό ἔτος 1950 (ἤμουν 17 ἐτῶν) εἶχα μαζέψει μερικές πενταροδεκάρες ἀπ᾽ τό πενιχρό χαρτζιλίκι πού ἐπέτρεπε ἡ ἐποχή ἐκείνη νά μοῦ χορηγοῦν. Πῆγα, λοιπόν, σ᾽ ἕνα καροτσάκι νά ἀγοράσω φτηνά βιβλία. (Τά τῶν βιβλιοπωλείων ἦταν ἀπρόσιτα, πολύ ἀκριβά). Ἐκεῖ ἔκανα τήν ἐπιλογή πού θά ἔκανε ἕνα ὁποιοδήποτε ἀγόρι τῆς ἡλικίας μου ὁποιασδήποτε ἐποχῆς. Πρῶτα τράβηξαν τό βλέμμα μου δύο βιβλία. Τό ἕνα ἔγραφε Ἡ Γαλατεία, Ἐρωτική Μυθιστορία, τοῦ Πολυβίου Δημητρακοπούλου. Τό δεύτερο εἶχε τόν τίτλο Ἀπόκρυφοι Πράξεις Παύλου καί Θέκλης. Εἶπα μέσα μου: “Τόν πιάσαμε τόν Ἀπόστολο Παῦλο νά ἔχη ἀπόκρυφες πράξεις μέ κάποια Θέκλα. Μᾶς χρειάζεται κι αὐτό, γιά νά ξέρουμε τί δρόμο θά τραβήξουμε καί ἐμεῖς στή ζωή μας, καί νά μήν ἀκοῦμε τά λόγια τῶν παπάδων”. Μετά ἀγόρασα καί ἕνα Εὐαγγέλιο καί ἕνα βιβλίο μέ βίους Ἁγίων. Ὅταν διάβασα τήν Ἐρωτική Μυθιστορία (πορνό γιά τήν ἐποχή ἐκείνη - ἠθοπλαστικό γιά τή σημερινή ἐποχή) τό σιχάθηκα. Κατάλαβα ὅτι δέν εἶχα νά πάρω ἀπολύτως τίποτε. Τό ἄλλο βιβλίο, Ἀπόκρυφοι Πράξεις Παύλου καί Θέκλης, ἦταν ἕνα βιβλίο, τό ὁποῖο περιέγραφε, πῶς ἡ Ἁγ. Θέκλα ἔγινε Χριστιανή μέ τό κήρυγμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί πῶς τόν ἀκολούθησε μέ ὅλη της τήν ψυχή καί στό τέλος ἔγινε Πρωτομάρτυς. (Μετά ἔμαθα ὅτι ἡ λέξι “Ἀπόκρυφοι” σημαίνει ὅτι δέν εἶναι τό βιβλίο αὐτό μέσα στόν Κανόνα τῆς Καινῆς Διαθήκης· δέν ἀνήκει στά Κανονικά βιβλία πού ἀποτελοῦν τήν Καινή Διαθήκη). Ἦταν ἕνα ὑπέροχο βιβλίο, τό ὁποῖο ὄχι ἁπλῶς μέ γοήτευσε, ἀλλά ὑπῆρξε καί τό πρῶτο ἔναυσμα τοῦ πόθου νά γίνω μοναχός. Τό τρίτο βιβλίο μέ τούς βίους τῶν Ἁγίων μέ ἐνίσχυσε στόν πόθο μου αὐτό. Ἰδιαίτερη ἐντύπωσι μοῦ ἔκανε ὁ βίος τοῦ Ἁγ. Ἀθανασίου Χριστιανουπόλεως. Καί ἡ Καινή Διαθήκη ἔγινε ἀπό τότε τό καθημερινό μου ἀνάγνωσμα. Καί ὅταν μετά ἀπό δύο χρόνια πῆγα στό Πανεπιστήμιο τήν ἤξερα σχεδόν ἀπ᾽ ἔξω.

(Μήτρ. Νικοπόλεως Μελετίου, Κατάθεση Ψυχῆς, ἐκδ. Ἱ. Μ. Προφ. Ἠλιού, Πρέβεζα 2021).


<>






Η θαυμαστή μεταστροφή τριών αθέων Ρώσων φοιτητών στην Ορθόδοξη Πίστη από τον Άγιο Ιωάννη της Κρονστάνδης της Ρωσίας (+1908)


Ὑπάρχουν, ὡστόσο, ὡς ἀντιστάθμισμα καί περιπτώσεις ἐντελῶς ἀντίθετες, ὅπως ἐκείνη τῶν τριῶν ἄπιστων νεαρῶν, πού θέλησαν νά χλευάσουν τή θαυματουργική δύναμι τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης τῆς Ρωσίας (+1908):

Δύο φοιτητές τόν κάλεσαν νά προσευχηθῆ γιά τή θεραπεία ἑνός φίλου τους, πού ξάπλωσε καί προσποιήθηκε τόν ἄρρωστο. Μετά τήν ἐπίσκεψι καί τήν προσευχή του, ὅμως, διαπίστωσαν ὅτι ὁ δῆθεν ἄρρωστος δέν μποροῦσε νά σηκωθῆ ἀπ᾽ τό κρεββάτι. Εἶχε πάθει ὁλοκληρωτική παράλυσι! Τελικά ἔγινε καλά καί σηκώθηκε, μόνο ὅταν καί οἱ τρεῖς μετανόησαν εἰλικρινά.

Ἀπό τό βιβλίο: Ἅγ. Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης, ἐκδ. Ἱ. Μ. Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς 2018


<>







Total Pageviews

Welcome...! - https://gkiouzelisabeltasos.blogspot.com